Τα αίτια που οδήγησαν στην αεροπορική τραγωδία στην Ουάσινγκτον, όταν ένα επιβατικό αεροσκάφος συγκρούστηκε στον αέρα με στρατιωτικό ελικόπτερο κατά τη διάρκεια εγκεκριμένων πτήσεων, ανέλυσε στο ΕΡΤNews ο αεροναυπηγός Φαίδων Καραϊωσηφίδης. Εκτίμησε ότι ο πιλότος του Black Hawk πιθανότατα δεν είχε αντιληφθεί το σωστό αεροπλάνο, αλλά κάποιο άλλο.
«Το επιβατικό αεροπλάνο προσέγγιζε τον διάδρομο προσγείωσης και βρισκόταν μόλις 800 μέτρα από το έδαφος, εκτελώντας πτήση με όργανα, κάτι που του έδινε προτεραιότητα. Το ελικόπτερο, από την άλλη, πετούσε με κανόνες οπτικής πτήσης, που σημαίνει ότι ο πιλότος του ήταν υπεύθυνος για την αντίληψη της εναέριας κυκλοφορίας γύρω του» ανέφερε στην εκπομπή «Συνδέσεις».
Στο κρίσιμο ερώτημα γιατί οι πιλότοι των δύο αεροσκαφών δεν κατάφεραν να αποφύγουν τη φονική σύγκρουση, παρότι είχαν προειδοποιηθεί από τον πύργο ελέγχου ότι πετούσαν σε κοντινή απόσταση, ο κ. Καραϊωσηφίδης απάντησε ότι το στρατιωτικό ελικόπτερο πιθανότατα δεν ήταν εξοπλισμένο με ηλεκτρονικά συστήματα αποφυγής σύγκρουσης, γεγονός που αποδείχθηκε μοιραίο.
Την ίδια ώρα, εξανεμίζονται οι ελπίδες εντοπισμού επιζώντων ανάμεσα στους 64 επιβαίνοντες του αεροσκάφους της American Airlines και τους τρεις του στρατιωτικού ελικοπτέρου που συγκρούστηκαν πάνω από τον ποταμό Ποτόμακ στην Ουάσινγκτον.
«Ο ελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας προειδοποίησε για τον κίνδυνο σύγκρουσης και ρώτησε τον πιλότο του ελικοπτέρου αν είχε οπτική επαφή με το αεροπλάνο. Ο πιλότος απάντησε καταφατικά, αλλά εδώ βρίσκεται το κρίσιμο σημείο: πιθανότατα δεν είχε αντιληφθεί το σωστό αεροπλάνο, αλλά κάποιο άλλο, με αποτέλεσμα να μην προβεί σε ελιγμό αποφυγής» εξήγησε ο κ. Καραϊωσηφίδης.
Όπως διευκρίνισε «το στρατιωτικό ελικόπτερο βασιζόταν στην οπτική επαφή του πιλότου, αλλά υπό τις συνθήκες που επικρατούσαν –φωτισμός, γωνία θέασης, πίεση χρόνου– δεν είχε πλήρη αντίληψη του κινδύνου. Αυτό είναι συνήθως το σημείο όπου μια δύσκολη κατάσταση εξελίσσεται σε τραγωδία».