«Η Ιταλία είναι μια δικαστική δημοκρατία που κηδεμονεύεται από τις εισαγγελίες», δήλωσε, κατά την άφιξή του στις Βρυξέλλες, ο ιταλός πρωθυπουργός, Σίλβιο Μπερλουσκόνι.
Ο «Καβαλιέρε», πρόσθεσε ότι «το κόμμα του συγκεντρώνει πάνω από το 30% σε ότι αφορά την πρόθεση ψήφου και ότι η δημοτικότητά του είναι στο 51%, υψηλότερη από κάθε άλλου ευρωπαίου ηγέτη».
Μετά την χθεσινή ισοψηφία στο εσωτερικό της κοινοβουλευτικής επιτροπής που έπρεπε να γνωμοδοτήσει επί της υιοθέτησης του ομοσπονδιακού συστήματος, η κυβέρνηση της Ρώμης, αποφάσισε να προχωρήσει, ούτως ή άλλως και άμεσα, στην έγκριση του μέτρου.
Το υπουργικό συμβούλιο υιοθέτησε την ομοσπονδιακή μεταρρύθμιση με κυβερνητικό διάταγμα, που θα πρέπει να κυρωθεί με υπογραφή του Προέδρου της Δημοκρατίας, Τζόρτζιο Ναπολιτάνο.
Το συγκεκριμένο μέτρο, προβλέπει, μεταξύ άλλων, την δυνατότητα των δήμων να εισπράττουν τον φόρο για την δεύτερη κατοικία, την επιβολή «τουριστικού φόρου», για όσους επισκέπτονται τις ιταλικές πόλεις, την δυνατότητα χρηματοδότησης, σημαντικών, δημοτικών έργων, με «ειδικούς φόρους σκοπιμότητας». Οι αναλυτές τονίζουν ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, θα εξετάσει πολύ προσεκτικά το όλο μέτρο, πριν δώσει το αναγκαίο «πράσινο φως» και ότι η έγκρισή του, δεν πρέπει να θεωρείται αυτονόητη. Η προοδευτική και κεντρώα αντιπολίτευση, τάχθηκε ανοικτά κατά της λύσης του κυβερνητικού διατάγματος. «Πρόκειται για ένα πρωτοφανές χαστούκι που πλήττει το κοινοβούλιο και την λειτουργία του», τόνισε ο γραμματέας των «Δημοκρατικών της Αριστεράς», Πιερλουίτζι Μπερσάνι.
Ο «Καβαλιέρε», όμως, θέλησε να προχωρήσει στην άμεση εφαρμογή του ομοσπονδιακού συστήματος, διότι η «Λέγκα του Βορρά», είχε καταστήσει σαφές ότι «η εν λόγω μεταρρύθμιση είναι η σημαντικότερη ολόκληρης της κυβερνητικής πορείας και σε περίπτωση παρεμπόδισής της, η μόνη εναλλακτική, είναι οι πρόωρες εκλογές». Στο μεταξύ, χθες βράδυ, η βουλή της Ρώμης, απέρριψε, με 315 ψήφους «κατά» και 298 «υπέρ» και μια αποχή, το αίτημα των εισαγγελέων του Μιλάνου, να πραγματοποιήσουν έφοδο στο γραφείο του λογιστή του «μίστερ τιβί», Τζουσέππε Σπινέλλι.
Μια «ψυχολογική νίκη», για των ιταλό πρωθυπουργό και τους συνηγόρους υπεράσπισής του, που δεν επηρεάζει, όμως, άμεσα, την εξέλιξη των ερευνών. Είναι άλλωστε εύλογο να υποτεθεί, όπως τονίζουν πολλοί αναλυτές, ότι όποια τυχόν ενοχοποιητικά στοιχεία, θα έχουν απομακρυνθεί εδώ και καιρό, από το γραφείο του μιλανέζου λογιστή. Οι εισαγγελείς, εννοούν να επισημοποιήσουν το αίτημα παραπομπής σε δίκη του ζάπλουτου πρωθυπουργού, μέσα στις πρώτες ημέρες της ερχόμενης εβδομάδας.
Μένει να αποφασισθεί αν, λόγω της κατεπείγουσας διαδικασίας που εννοούν να ακολουθήσουν οι δικαστικοί, πρόκειται να επικεντρωθούν, αρχικά, μόνο στο αδίκημα της κατάχρησης εξουσίας, ή αν ζητήσουν άμεση παραπομπή και για εκείνο της υποστήριξης εκπόρνευσης ανηλίκων. Στενοί συνεργάτες του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, από την μεριά τους, αφήνουν να διαρρεύσει ότι η κεντροδεξιά θα συνεχίσει να ζητά να περάσει, η όλη έρευνα, σε διαφορετικά χέρια: να ασχοληθεί, δηλαδή, με το αδίκημα κατάχρησης εξουσίας, ειδικό δικαστήριο για πολιτικούς, και με εκείνο της υποστήριξης εκπόρνευσης ανηλίκων, η εισαγγελία της πόλης Μόντζα (στην περιφέρεια της οποίας βρίσκεται η γνωστή βίλα του Άρκορε) και όχι εκείνο του Μιλάνου.
Ο επικεφαλής της ιταλικής κυβέρνησης, πάντως, δείχνει αισιόδοξος, και από τις Βρυξέλλες, επιμένει ότι οι δικαστικές περιπέτειες δεν πρόκειται να επηρεάσουν την κυβερνητική του πορεία: «σύντομα η συμπολίτευση θα λάβει την στήριξη άλλων τεσσάρων βουλευτών, και η κυβέρνηση θα προχωρήσει χωρίς προβλήματα», δήλωσε ο Μπερλουσκόνι.
Συνομιλώντας, δε, χθες βράδυ, με βουλευτές του, σύμφωνα με την εφημερίδα Λα Ρεπούμπλικα, υπογράμμισε ότι «σε ότι αφορά την Ρούμπι-Καρίμα, δεν την γνώρισε ποτέ προσωπικά. Του είπαν απλώς, ότι χρειαζόταν βοήθεια. Είναι γνωστό, άλλωστε, ότι ο ίδιος, χαρακτηρίζεται πάντα από ιδιαίτερη γενναιοδωρία».