Το καθεστώς του Μπασάρ αλ Άσαντ στη Συρία κατέρρευσε σε λιγότερο από δύο εβδομάδες. Πολλοί ήταν εκείνοι που εξεπλάγησαν από την ταχύτητα με την οποία το καθεστώς έγινε σκόνη.
Την άνοιξη του 2011, τη χρονιά των αραβικών εξεγέρσεων, τα πράγματα ήταν διαφορετικά, όταν οι Σύροι «προσπάθησαν να αρπάξουν λίγη από την επαναστατική μαγεία που είχε παρασύρει τους προέδρους της Τυνησίας και της Αιγύπτου και απειλούσε τους βετεράνους ισχυρούς άνδρες της Λιβύης και της Υεμένης», σχολιάζει σε ανάλυσή του ο συντάκτης του BBC, Τζέρεμι Μπάουεν.
«Μέχρι το 2011, το καθεστώς που δημιούργησε ο Χαφέζ αλ Άσαντ και πέρασε στον γιο του, Μπασάρ, με τον θάνατό του το 2000 ήταν ήδη διεφθαρμένο και παρακμιακό», σημειώνει και συνεχίζει:
«Όμως το σύστημα που έχτισε ο Χαφέζ εξακολουθούσε να διατηρεί μεγάλο μέρος της βάναυσης, αδίστακτης δύναμης που πίστευε ότι ήταν απαραίτητη για τον έλεγχο της Συρίας. Ο πρεσβύτερος Άσαντ είχε καταλάβει την εξουσία σε μια χώρα που ήταν επιρρεπής σε πραξικοπήματα και την παρέδωσε στον γιο και διάδοχό του χωρίς σημαντική αμφισβήτηση.
Ο Μπασάρ αλ Άσαντ επέστρεψε στο εγχειρίδιο του πατέρα του το 2011. Είναι δύσκολο να το φανταστεί κανείς τώρα, αλλά τότε είχε μεγαλύτερη νομιμοποίηση από σημαντικό μέρος του πληθυσμού της Συρίας σε σύγκριση με παλιούς δικτάτορες.
Ο Μπασάρ αλ Άσαντ ήταν ένθερμος υποστηρικτής των Παλαιστινίων και της Χεζμπολάχ κατά τη διάρκεια του επιτυχημένου αγώνα της κατά του Ισραήλ στον πόλεμο του Λιβάνου το 2006.
Από τον θάνατο του πατέρα του είχε υποσχεθεί μεταρρυθμίσεις. Κάποιοι Σύροι ήθελαν ακόμη να τον πιστέψουν το 2011, ελπίζοντας ότι οι διαδηλώσεις θα ήταν η ώθηση που χρειαζόταν για την αλλαγή που είχε υποσχεθεί, μέχρι που διέταξε τους άνδρες του να πυροβολήσουν ειρηνικούς διαδηλωτές στους δρόμους.
Ένας βρετανός πρέσβης στη Συρία είπε κάποτε ότι ο τρόπος για να καταλάβει κανείς το καθεστώς Άσαντ ήταν να παρακολουθήσει ταινίες της μαφίας όπως ο “Νονός”. Οι υπάκουοι μπορούσαν να ανταμειφθούν.
Όποιος πήγαινε κόντρα στον επικεφαλής της οικογένειας ή στους στενότερους υπασπιστές του, θα εξοντωνόταν. Στην περίπτωση της Συρίας αυτό θα μπορούσε να σημαίνει αγχόνη, εκτελεστικό απόσπασμα ή επ’ αόριστον εγκλεισμό σε κάποιο υπόγειο κελί».
«Τους βλέπουμε τώρα, αδυνατισμένους και χλωμούς, να ανοιγοκλείνουν τα μάτια στο φως, σε βίντεο από τα κινητά των ανταρτών μαχητών οι οποίοι απελευθέρωσαν χιλιάδες από αυτούς που βρίσκονταν για χρόνια πίσω από τα κάγκελα», σημειώνει το BBC, συνεχίζοντας:
«Η αδυναμία του καθεστώτος, σε σημείο που κατέρρευσε σαν μια βρεγμένη χάρτινη σακούλα, συγκαλύφτηκε από το τρομακτικό και καταπιεστικό γκουλάγκ που εξακολουθούσε να διατηρεί.
Η διεθνής συναίνεση ήταν ότι ο Μπασάρ αλ Άσαντ ήταν αδύναμος, εξαρτώμενος από τη Ρωσία και το Ιράν και πρόεδρος μιας χώρας που είχε διασπάσει για να διατηρήσει την κυριαρχία της οικογένειάς του – αλλά ακόμα αρκετά ισχυρός ώστε να θεωρείται ένα γεγονός της ζωής στη Μέση Ανατολή, που θα μπορούσε να είναι ακόμα και χρήσιμος.
Τις τελευταίες ημέρες προτού οι αντάρτες ξεκινήσουν από την Ιντλίμπ, αναφέρθηκε ευρέως ότι οι ΗΠΑ, το Ισραήλ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα προσπαθούσαν να αποσυνδέσουν τη Συρία του Άσαντ από το Ιράν.
Το Ισραήλ είχε εξαπολύσει όλο και πιο σφοδρές αεροπορικές επιδρομές εναντίον στόχων εντός της Συρίας, για τους οποίους έλεγε ότι αποτελούσαν μέρος της αλυσίδας εφοδιασμού που χρησιμοποιούσε το Ιράν για να προμηθεύει με όπλα τη Χεζμπολάχ στον Λίβανο.
Η επίθεση του Ισραήλ στον Λίβανο είχε επιφέρει σοβαρά πλήγματα στη Χεζμπολάχ, αλλά η ιδέα ήταν να σταματήσει την αναγέννησή της. Την ίδια στιγμή τα ΗΑΕ και οι ΗΠΑ προσπαθούσαν να βρουν κίνητρα για να σπάσει η συμμαχία με την Τεχεράνη, χαλαρώνοντας τις κυρώσεις και επιτρέποντας στον Άσαντ να συνεχίσει τη διεθνή αποκατάσταση.
Τόσο ο Μπενιαμίν Νετανιάχου όσο και ο Τζο Μπάιντεν διεκδίκησαν τα εύσημα για την πτώση του καθεστώτος Άσαντ.
Η ζημιά που προκάλεσε το Ισραήλ στη Χεζμπολάχ και το Ιράν με τα όπλα και τη συνεχή υποστήριξη των ΗΠΑ, καθώς και η προμήθεια όπλων από τον Μπάιντεν στην Ουκρανία, κατέστησαν αδύνατο, ακόμη και ανεπιθύμητο, για τους στενότερους συμμάχους του Άσαντ να τον σώσουν.
Αλλά το γεγονός ότι έβλεπαν τον Άσαντ ως μέρος της στρατηγικής τους να περιορίσουν και να βλάψουν το Ιράν, μέχρι και λίγες ημέρες πριν από την πτώση του, δείχνει ξεκάθαρα ότι δεν πίστευαν ούτε για μια στιγμή ότι απείχε λίγες ημέρες από μια μεταμεσονύχτια φυγή προς τη Ρωσία.
Συνέβαλαν στο τέλος του, περισσότερο κατά λάθος παρά σχεδιασμένα».
Το καλύτερο σενάριο
Το καλύτερο σενάριο είναι ότι οι Σύροι, με τη βοήθεια των μεγάλων παικτών της περιοχής, θα βρουν έναν τρόπο να δημιουργήσουν ένα μεταπολεμικό κλίμα εθνικής συμφιλίωσης και όχι ένα κύμα λεηλασίας και εκδίκησης που θα παρασύρει τη χώρα σε έναν νέο πόλεμο. Ο Αμπού Μοχάμεντ Αλ Τζουλάνι, ο ηγέτης του νικηφόρου Χαγιάτ Ταχρίρ αλ-Σαμ (HTS), πρώην κλάδου της αλ-Κάιντα στη Συρία, κάλεσε τους άνδρες του και όλες τις ομάδες της Συρίας να σέβονται ο ένας τον άλλον.
Είναι αυτή τη στιγμή ό,τι πιο κοντινό σε ηγέτη έχει η Συρία de facto.
Η Συρία, όμως, έχει δεκάδες ένοπλες ομάδες που δεν συμφωνούν απαραίτητα μαζί του και θα θελήσουν να αρπάξουν την εξουσία στις δικές τους περιοχές. Στη νότια Συρία, οι πολιτοφυλακές δεν αναγνώρισαν την εξουσία των Άσαντ. Δεν θα ακολουθήσουν εντολές που δεν τους αρέσουν από το νέο σκηνικό στη Δαμασκό.
Στην ανατολική έρημο, οι ΗΠΑ είδαν μια αρκετά μεγάλη απειλή από τα απομεινάρια της ομάδας Ισλαμικό Κράτος για να εξαπολύσουν κύματα αεροπορικών επιδρομών. Οι Ισραηλινοί, θορυβημένοι από την προοπτική ενός ισλαμικού κράτους στα σύνορά τους, σφυροκοπούν τις στρατιωτικές υποδομές των ενόπλων δυνάμεων της Συρίας.
Ίσως θα ήταν καλύτερο να βρεθεί ένας τρόπος να γίνει ο αναμορφωμένος Συριακός Αραβικός Στρατός μέρος της λύσης σε μια χώρα χωρίς πολύ νόμο και τάξη. Η απερίσκεπτη απόφαση των ΗΠΑ το 2003 να διαλύσουν τις ιρακινές ένοπλες δυνάμεις είχε καταστροφικές συνέπειες.
Το χειρότερο σενάριο
Το χειρότερο σενάριο για τους Σύρους είναι ότι η χώρα τους θα ακολουθήσει το παράδειγμα δύο αραβικών δικτατοριών που περιήλθαν σε βίαιο χάος μετά την πτώση των καθεστώτων τους.
Ο συνταγματάρχης Καντάφι της Λιβύης και ο Σαντάμ Χουσεΐν του Ιράκ απομακρύνθηκαν χωρίς να υπάρχει έτοιμος αντικαταστάτης που να περιμένει στα παρασκήνια. Η κακώς μελετημένη ξένη παρέμβαση συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στη δημιουργία των δύο καταστροφών.
Το κενό που άφησαν πίσω οι δικτάτορες συμπληρώθηκε από κύματα λεηλασιών, εκδίκησης, αρπαγής της εξουσίας και εμφυλίου πολέμου.
Οι Σύροι δεν είχαν την ευθύνη για τη μοίρα τους εδώ και γενιές. Τους το στέρησαν αυτό οι δύο πρόεδροι Άσαντ και οι οπαδοί τους. Η χώρα έμεινε τόσο αποδυναμωμένη μετά τον πόλεμο, που οι μεγαλύτερες ξένες δυνάμεις το χρησιμοποίησαν για να αυξήσουν και να διατηρήσουν τη δική τους εξουσία.
«Οι Σύροι εξακολουθούν να μην έχουν εξουσία πάνω στη ζωή τους. Θα μπορούσαν να έχουν την ευκαιρία να δημιουργήσουν μια νέα και καλύτερη χώρα, αν την είχαν», καταλήγει το BBC.