Λίγες ώρες μετά το καταστροφικό ντιμπέιτ του Τζο Μπάιντεν κόντρα στον Ντόναλντ Τραμπ, σύσσωμος ο αμερικανικός Τύπος ζήτησε από τον υποψήφιο των Δημοκρατικών να παραιτηθεί από την κούρσα των αμερικανικών εκλογών.

Η αρθρογράφος του Guardian, Rebecca Solnit σχολίασε σε άρθρο τη στάση των ΜΜΕ, τονίζοντας ότι πρόκειται για «απεγνωσμένες κινήσεις» που συναγωνίζεται η μία την άλλη «σε μη ρεαλιστικές κινήσεις».

«Γιατί τα ΜΜΕ θέλουν τόσο απεγνωσμένα να βγάλουν τον Μπάιντεν από την κούρσα; Συνήθως δεν κάνω διαγνώσεις για ανθρώπους που δεν έχω γνωρίσει ποτέ, αλλά φαίνεται ότι η τάξη των ειδημόνων των αμερικανικών μέσων ενημέρωσης πάσχει από σοβαρή απώλεια μνήμης. Διότι κάνουν ακριβώς ό,τι έκαναν και στην προεδρική κούρσα του 2016 – παρέχοντας άγρια ασύμμετρη και εμπρηστική κάλυψη του ενός υποψηφίου που κατεβαίνει εναντίον του Ντόναλντ Τραμπ», έγραψε στο άρθρο.

Έπειτα, πρόσθεσε ότι «παράγουν ένα σωρό ιστορίες που υποδηλώνουν ότι ο Μπάιντεν είναι ακατάλληλος, ότι θα χάσει και ότι πρέπει να φύγει, σε ένα σημείο της προεκλογικής εκστρατείας κατά το οποίο η αντικατάστασή του θα ήταν πιθανότατα κάπου μεταξύ εξαιρετικά δύσκολη και εντελώς καταστροφική. Το κάνουν αυτό αγνοώντας κάτι που κάθε μελετητής και κριτικός της δημοσιογραφίας γνωρίζει καλά και κάθε δημοσιογράφος θα έπρεπε να γνωρίζει. Όπως το έθεσε η Nikole Hannah-Jones: “Ως μέσα μαζικής ενημέρωσης διακηρύσσουμε συνεχώς ότι απλώς μεταδίδουμε τις ειδήσεις, ενώ στην πραγματικότητα τις καθοδηγούμε. Αυτό που καλύπτουμε, το πώς το καλύπτουμε, καθορίζει συχνά το τι θεωρούν οι Αμερικανοί σημαντικό και πώς αντιλαμβάνονται αυτά τα ζητήματα, αλλά εμείς συνεχίζουμε να προσποιούμαστε ότι δεν είναι έτσι”. Δεν αναφέρουν ότι είναι αποτυχημένος- τον καθιστούν αποτυχημένο».

Η Rebecca Solnit έγραψε ότι σύμφωνα την καταμέτρηση ενός δημοσιογράφου, οι New York Times έχουν δημοσιεύσει 192 ιστορίες για το θέμα μετά το ντιμπέιτ, συμπεριλαμβανομένων 50 κύριων άρθρων και 142 ειδήσεων. Η Washington Post, η οποία επίσης προχώρησε σε κάλυψη κορεσμού, δημοσίευσε μια ομιλία παραίτησης που έγραψαν γι’ αυτόν.

Μάλιστα, ο αρχισυντάκτης του New Yorker δήλωσε ότι το να μην αποχωρήσει ο Μπάιντεν «θα ήταν μια πράξη όχι μόνο αυταπάτης αλλά και εθνικού κινδύνου” και έβαλε έναν συντάκτη του προσωπικού να προτείνει στους Δημοκρατικούς να χρησιμοποιήσουν την 25η τροπολογία που δεν είχε χρησιμοποιηθεί ποτέ». «Δεδομένου ότι αυτό θα πρέπει να γίνει με επικεφαλής την αντιπρόεδρο Καμάλα Χάρις, θα είναι ένα είδος πραξικοπήματος εκ των έσω», πρόσθεσε η Solnit.

Καταλήγοντας στο άρθρο της, σημείωσε πως «λίγοι φαίνεται να θυμούνται ότι η ηλικία του Μπάιντεν και οι λεκτικές γκάφες του ήταν θέμα στην προεκλογική εκστρατεία του 2020. Ο Μπάιντεν τραυλίζει εφ’ όρου ζωής…Αν η κυβέρνηση Μπάιντεν φαίνεται να έχει λειτουργήσει εξαιρετικά καλά επί τριάμισι χρόνια, με λίγα σκάνδαλα και μια ακμάζουσα οικονομία, η αφήγηση που δημιούργησε η ειδησεογραφία υποδηλώνει ότι θα πρέπει να αγνοήσουμε αυτό το ρεκόρ και να αποφασίσουμε με βάση την 90λεπτη συζήτηση και τις αναφορές ότι ο Μπάιντεν είναι ανίκανος λόγω ηλικίας».