Εξοργισμένη με την κυβέρνηση του Ισραήλ είναι μια 79χρονη πρώην όμηρος της Χαμάς, γιατί πληροφορήθηκε τον θάνατο του συζύγου της, που βρισκόταν στα χέρια της παλαιστινιακής οργάνωσης.
«Ο άνδρας μου θα ζούσε, αν η κυβέρνηση είχε σταματήσει τον πόλεμο», είπε η Τάμι Μετζγκέρ, προσθέτοντας πως «είμαι θυμωμένη, είναι άκαρδοι».
Σύμφωνα με το Γαλλικό Πρακτορείο, ο ισραηλινός στρατός ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα τον θάνατο τεσσάρων Ισραηλινών ομήρων, που κρατούσε η Χαμάς από την 7η Οκτωβρίου στη Γάζα, μεταξύ αυτών του Γιόραμ Μετζγκέρ, ηλικίας 80 ετών.
Όταν η Τάμι Μετζγκέρ υποδέχθηκε χθες το Γαλλικό Πρακτορείο στο σπίτι της, στο Κιριάτ Γκατ, στο νότιο Ισραήλ, η οργή που ένιωθε η 79χρονη γυναίκα ερχόταν σε αντίθεση με την ευφορία, που συνόδευε η ανακοίνωση, μία ημέρα πριν, της απελευθέρωσης τεσσάρων ομήρων από τα χέρια της Χαμάς, κατά τη διάρκεια μιας επιχείρησης στο κέντρο της Λωρίδας της Γάζας.
Αν και η ίδια συμμερίζεται επίσης τη χαρά όλης της χώρας, δεν κρύβει την πικρία της προς το πρόσωπο του πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου, «ο οποίος έτρεξε γρήγορα να μιλήσει στους πρώην ομήρους».
«Όταν εμείς βγήκαμε, ούτε μία λέξη, κανείς δεν μας μίλησε», είπε επίσης αναφερόμενη σε εκείνη τη στιγμή που η ίδια, τότε όμηρος στη Γάζα, απελευθερώθηκε χάρη σε μία εκεχειρία μίας εβδομάδας μεταξύ του Ισραήλ και της Χαμάς, στα τέλη Νοεμβρίου.
Το βράδυ του Σαββάτου, ο Νετανιάχου πήγε να συναντήσει στο νοσοκομείο τους ομήρους που απελευθερώθηκαν και προέβη σε σειρά δηλώσεων για να χαιρετίσει την επιστροφή τους και να συγχαρεί τις δυνάμεις ασφαλείας για αυτήν την επιχείρηση.
Η στιγμή της απαγωγής
Την 7η Οκτωβρίου, η Τάμι Μετζγκέρ απήχθη μαζί με τον σύζυγό της από το κιμπούτς Νιρ Οζ, κατά τη διάρκεια της άνευ προηγουμένου επίθεσης της Χαμάς στο νότιο Ισραήλ, η οποία οδήγησε στον θάνατο 1.194 ανθρώπων, στην πλειονότητά τους αμάχους, σύμφωνα με έναν απολογισμό του Γαλλικού Πρακτορείου, που βασίζεται σε ισραηλινά στοιχεία.
Ερωτηθείσα σχετικά με την ομηρία της, η Μετζγκέρ αφηγείται την απαγωγή της από άοπλους Παλαιστινίους: Ένας Παλαιστίνιος «άνοιξε την πόρτα του μπάνιου και με έβγαλε έξω. Μου ζήτησε χρήματα, όμως δεν είχα χρήματα (…), με άρπαξε από το μπράτσο και με τράβηξε».
Στην αρχή δύο άνδρες την έβαλαν σε μια μηχανή, κατόπιν την πέταξαν στο πίσω μέρος ενός ημι-φορτηγού, ενώ εκείνη αιμορραγούσε στο πρόσωπο. Την πήγαν σε ένα υπόγειο τούνελ και την ανάγκασαν να περπατήσει για χιλιόμετρα, θυμάται η ίδια.
Για περισσότερες από 50 ημέρες, εκείνη έζησε κάτω από τη γη μαζί με μια ομάδα άλλων δέκα ομήρων μεταξύ αυτών ο σύζυγός της. Γνωρίζοντας αραβικά, ο Γιόραμ Μετζγκέρ είχε αναλάβει ρόλο διερμηνέα.
Το ένα τρίτο μιας πίτας και ένα κομμάτι τυρί το πρωί, ρύζι το βράδυ, όχι ζεστό νερό για να πλυθεί, ανησυχίες για την υγεία της και την υγεία των άλλων ομήρων, η Μετζγκέρ αφηγείται με κάθε λεπτομέρεια τις ημέρες που πέρασε στα χέρια των μελών της παλαιστινιακής ισλαμιστικής οργάνωσης.
Η απελευθέρωση
Όταν απελευθερώθηκε την 28η Νοεμβρίου, δεν είχε τον χρόνο να αποχαιρετίσει τον σύζυγό της.
«Δεν μου επέτρεψαν (…) να τον αγγίξω, ούτε να του μιλήσω», θυμάται η ίδια. «Εκείνος μου φώναζε “φύγε, τα παιδιά σε περιμένουν”, δεν είχα άλλη επιλογή από το να φύγω και δεν τον ξαναείδα ποτέ».
Την 3η Ιουνίου, όταν ο στρατός της ανακοίνωσε τον θάνατο του συζύγου της, όπως και άλλων τριών ομήρων, η 79χρονη δεν εξεπλάγη. Τον Δεκέμβριο, η Χαμάς είχε δώσει στη δημοσιότητα ένα βίντεο με τον σύζυγό της και άλλους δύο ομήρους από το κιμπούτς Νιρ Οζ, ζωντανούς, οι οποίοι ζητούσαν την απελευθέρωσή τους.
«Όταν είδα αυτό το βίντεο, κατάλαβα ότι δεν υπήρχε ελπίδα», είπε η Μετζγκέρ, αναφερόμενη στην κατάστασή τους, καθώς ήταν εμφανώς εξαντλημένοι. Έχοντας στο πλευρό της τους τρεις γιους της και τα έξι της εγγόνια, η ηλικιωμένη γυναίκα θυμάται με νοσταλγία την ειρηνική ζωή της πριν από την 7η Οκτωβρίου, όμως καταλήγει να λέει, με θλίψη: «Έτσι είναι η κατάσταση».