Ερωτεύτηκε έναν θανατοποινίτη και ακολούθησε μια ζωή γεμάτη ναρκωτικά. Ο Μπέντζαμιν Ρίτσι οδηγούσε ένα κλεμμένο φορτηγάκι το 2000, όταν ένας αστυνομικός τον είδε και τον καταδίωξε. Αφού κατέστρεψε το φορτηγάκι, ο Ρίτσι πυροβόλησε πέντε φορές. Μία από τις σφαίρες σκότωσε τον αστυνομικό.
Ο Ρίτσι καταδικάστηκε σε θάνατο και, μέχρι να προγραμματιστεί η εκτέλεσή του, κρατήθηκε σε φυλακή της πολιτείας της Ιντιάνα.
Όσο ζούσε στην πτέρυγα των θανατοποινιτών, ο Ρίτσι εμφανίστηκε σε ένα ντοκιμαντέρ στο YouTube, όπου τράβηξε το ενδιαφέρον της 24χρονης τότε Ιβάνα. Εκείνη αποφάσισε να του γράψει και από εκεί και πέρα άνθισε το ειδύλλιο.
Σε σύντομο χρονικό διάστημα, αποφάσισε να φύγει από το σπίτι της στη Σουηδία και να παέι στις ΗΠΑ για να συναντήσει τον Ρίτσι.
Το ζευγάρι συναντήθηκε περισσότερες από 10 φορές και ερωτεύτηκε.
Η Ιβάνα περιγράφει τον Ρίτσι ως αστείο και θετικό άνθρωπο. «Κάθε φορά που πήγαινα να τον δω είχαμε προγραμματίσει να έχουμε επισκέψεις για μία ολόκληρη εβδομάδα», είπε στο Soft White Underbelly.
«Επειδή ήμουν επισκέπτρια από το εξωτερικό, μου επιτρεπόταν να περνάω όλη την ημέρα μέχρι τις 16:00 το απόγευμα μαζί του».
Η Ιβάνα, που σήμερα είναι 31 ετών, ήταν 24 ετών όταν γνώρισε τον Ρίτσι. Είπε ότι από τη στιγμή που τον κοίταξε για πρώτη φορά στα μάτια, ένιωσε ότι ήθελε να είναι μαζί του για πάντα.
«Δεν μπορούσα να φανταστώ μια ζωή χωρίς αυτόν», είπε. «Ή θα ήμουν μαζί του ή θα πέθαινα μαζί του».
Η Ιβάνα, η οποία γεννήθηκε στη Βοσνία προτού η οικογένειά της μετακομίσει στη Σουηδία, ήταν εξοικειωμένη με το σύστημα των φυλακών πριν γνωρίσει τον Ρίτσι. Ο δικός της πατέρας έμεινε έγκλειστος για ένα διάστημα στη φυλακή, όταν ήταν μικρή.
Η Ιβάνα είπε ότι, όσο το ζευγάρι μιλούσε, υπήρχε ένα σχέδιο για την απόδρασή του. Κατέστρωσαν το σχέδιο, χρησιμοποιώντας ένα κρυμμένο κινητό τηλέφωνο, το οποίο, όπως είπε, ήταν «καταπληκτικό», καθώς σήμαινε ότι μπορούσαν να μιλούν συνέχεια.
Η Ιβάνα ήξερε ότι το ζευγάρι δεν θα μπορούσε ποτέ να κάνει οικογένεια, αλλά παραδέχτηκε ότι στο μυαλό της θα περνούσε μία εβδομάδα μαζί ελεύθερο πριν βρεθεί, και πιθανώς σκοτωθεί, από την Αστυνομία.
«Στο τέλος μου είπε ότι δεν ήθελε να ρισκάρει τη ζωή μου για να μπορέσει να βγει έξω», είπε. «Τότε ήταν που τρελάθηκα γιατί όλο το σχέδιο της ζωής μου ήταν να είμαι μαζί του. Όταν μου το είπε αυτό, άρχισα να παίρνω οπιούχα. Πήρα μια γεύση από τα οπιούχα όταν έκανα εγχείριση και συνέχισα. Γνώρισα έναν έμπορο ναρκωτικών που διακινούσε ηρωίνη και αυτό ήταν πολύ φθηνότερο από τα χάπια που έπαιρνα».
Άρχισε να βγαίνει με έναν άνδρα για να αποκτήσει πρόσβαση στα ναρκωτικά του, με το ζευγάρι να είναι μαζί για δύο χρόνια μέχρι που εκείνος «καθάρισε» και σταμάτησε να πουλάει ναρκωτικά.
Μη θέλοντας να το κόψει η ίδια, αναζήτησε τις δικές της επαφές για ναρκωτικά και προσπάθησε να πουλήσει, για να διατηρήσει τη δική της συνήθεια. Αλλά όταν οι άνθρωποι δεν την πλήρωναν, ξέμεινε από χρήματα και ναρκωτικά.
Όταν τελικά έμεινε έγκυος στην κόρη της, Ίρις, η ζωή της άλλαξε καταλυτικά. Πλέον είναι καθαρή και νηφάλια. Δεν θέλει να ψάξει και να ρωτήσει για τον Ρίτσι, γιατί αυτό τη γυρίζει πίσω στην εποχή που ήταν μαζί και σε όλα τα συναισθήματα που είχε.
Η Ιβάνα είπε επίσης ότι κατά βάθος ήξερε ότι η σχέση τους δεν θα μπορούσε ποτέ να λειτουργήσει, αλλά τον αγαπούσε. Ήθελε να πεθάνει δίπλα του.
«Γι’ αυτό δεν μπορώ να τον αναζητήσω – υποσχέθηκα ότι θα ήμουν εκεί στην εκτέλεσή του», είπε, προσθέτοντας ότι το μεγαλύτερο πρόβλημά της στη ζωή ήταν ότι ακολούθησε την καρδιά της και όχι το μυαλό της. Αλλά τώρα δήλωσε ότι είναι επικεντρωμένη στο να μεγαλώσει την Ίρις και να της δώσει όλα όσα της αξίζουν. Μέχρι σήμερα, όπως είπε, δεν έχει γνωρίσει ποτέ έναν άντρα σαν τον Ρίτσι.
Ο Ρίτσι παραμένει στην πτέρυγα των θανατοποινιτών.