Η δυσπιστία των Γάλλων, Γερμανών και Ιταλών πολιτών απέναντι στην πολιτική αυξάνεται, σύμφωνα με μία δημοσκόπηση του ινστιτούτου OpinionWay που δημοσιεύτηκε σήμερα στο Παρίσι.
Επομένως, το 68% των Γάλλων κρίνει ότι η «δημοκρατία δεν λειτουργεί πλέον καλά», ένα ποσοστό μεγαλύτερο κατά 4 ποσοστιαίες μονάδες σε διάστημα ενός έτους, σύμφωνα με αυτό το ετήσιο βαρόμετρο που διεξάγεται από το Κέντρο Μελετών της Πολιτικής Ζωής της Γαλλίας (Cevipof, που συνδέεται με το Sciences Po).
Η αύξηση αυτή είναι επίσης σημαντική στην Ιταλία (+5% στο 63%) και κυρίως στη Γερμανία (+8% στο 47%).
Μονάχα το 18% (+1) των Γάλλων εκτιμά ότι η γνώμη τους «λαμβάνεται υπόψη» από τους πολιτικούς αξιωματούχους. Το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 33% στη Γερμανία, όμως με μια πτώση 12 ποσοστιαίων μονάδων σε διάστημα ενός έτους.
Όταν σκέφτονται την πολιτική, το 37% των Γάλλων νιώθει καταρχάς «δυσπιστία», ένας σταθερός αριθμός, έναντι 30% στην Ιταλία (+1) και 30% επίσης στη Γερμανία (+4).
Μονάχα το 30% (+1) των Γάλλων κρίνει ότι οι εκλεγμένοι αξιωματούχοι του είναι «μάλλον έντιμοι» έναντι 45% των Γερμανών (-8) και 26% των Ιταλών (-3).
Το 60% (+1) των Γάλλων δηλώνει δυσαρεστημένο από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας Εμανουέλ Μακρόν, την ώρα που οι Γερμανοί εκφράζουν τη δυσαρέσκειά τους σε ποσοστό 68% για τον καγκελάριό τους Όλαφ Σολτς, ένα ποσοστό αυξημένο κατά 23%. Στην Ιταλία, η αντιδημοτικότητα της επικεφαλής της κυβέρνησης Τζόρτζια Μελόνι αυξάνεται επίσης κατά 9%, φθάνοντας στο 44%.
Εντούτοις, καταγράφονται αντιφάσεις μεταξύ των ερωτηθέντων. Το 83% (+1) των Γάλλων δηλώνει υπέρ ενός δημοκρατικού πολιτικού συστήματος, ενώ το 34% (+5) θα ήθελε να έχει στην ηγεσία της χώρας «έναν ισχυρό άνδρα που δεν θα ανησυχεί για το Κοινοβούλιο ούτε για τις εκλογές» και το 23% (+4) θα επιθυμούσε «ο στρατός να κυβερνά τη χώρα».
Βάσει της δημοσκόπησης, το 27% των Γάλλων τάσσεται υπέρ της Δεξιάς, το 22% υπέρ της Αριστεράς, το 15% στο Κέντρο, το 9% στην ακροδεξιά και το 4% στην ακροαριστερά. Το εναπομείναν 23% δεν εντάσσεται στο πολιτικό φάσμα.
Η δημοσκόπηση, όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, διεξήχθη τον Ιανουάριο, σύμφωνα με τη μέθοδο των ποσοστώσεων, σε ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα 3.514 ανθρώπων στη Γαλλία, 1.632 στη Γερμανία και 1.706 στην Ιταλία.