Ο ΟΗΕ κρούει τον κώδωνα του κινδύνου και αναφέρει ότι τουλάχιστον 49,5 εκατομμύρια άνθρωποι αναμένεται να βρεθούν αντιμέτωποι με το φάσμα της πείνας το επόμενο έτος στη Δυτική και την Κεντρική Αφρική.
Ο αριθμός αυτός είναι κατά 4% υψηλότερος σε σύγκριση με τη φετινή χρονιά. Στις παραθαλάσσιες χώρες ο αριθμός των ανθρώπων που θα αντιμετωπίσουν οξύ λιμό θα φτάσει τα 6,2 εκατομμύρια το 2024, αυξημένος κατά 16%, σύμφωνα με μια νέα ανάλυση για την περιφερειακή επισιτιστική ασφάλεια που δόθηκε στη δημοσιότητα από το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα (WFP) και άλλες ανθρωπιστικές οργανώσεις.
«Η οξεία πείνα παραμένει σε επίπεδα ρεκόρ στην περιοχή, όμως η χρηματοδότηση που απαιτείται για την αντιμετώπισή της δεν ακολουθεί τους ίδιους ρυθμούς», είπε η Μάργκοτ Φαντερφέλντεν, η οποία εκτελεί χρέη περιφερειακής διευθύντριας του WFP για τη Δυτική Αφρική. «Η ανεπαρκής χρηματοδότηση σημαίνει ότι αυτοί που πεινούν μετρίως θα αναγκαστούν να παραλείπουν γεύματα και να καταναλώνουν λιγότερο θρεπτική τροφή, κινδυνεύοντας έτσι να λιμοκτονήσουν, διαιωνίζοντας τον κύκλο της πείνας και του υποσιτισμού», πρόσθεσε.
Περισσότερα από δύο στα τρία νοικοκυριά στις χώρες της Δυτικής και Κεντρικής Αφρικής δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να ακολουθήσουν ένα υγιεινό διατροφικό πρόγραμμα, σύμφωνα με την ανάλυση. Το κόστος μιας καθημερινής, θρεπτικής διατροφής στις χώρες του κεντρικού Σαχέλ – Μπουρκίνα Φάσο, Μαλί και Νίγηρας – είναι κατά 110% υψηλότερο από το κατώτερο ημερομίσθιο στην περιοχή.
Οι χώρες του Σαχέλ ταυτόχρονα βρίσκονται αντιμέτωπες με επιθέσεις ισλαμιστών ανταρτών εξαιτίας των οποίων έχουν εκτοπιστεί περίπου 4 εκατομμύρια άνθρωποι. Στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό οι εκτοπισμένοι από τις συνεχιζόμενες εσωτερικές συγκρούσεις φτάνουν τα 7 εκατομμύρια.
Η κρίση στο Σαχέλ ανάγκασε πολλούς ανθρώπους να αναζητήσουν καταφύγιο σε γειτονικές χώρες, όπως στην Ακτή Ελεφαντοστού, το Τόγκο και την Γκάνα, η οποία αντιμετωπίζει τη χειρότερη οικονομική κρίση των τελευταίων δεκαετιών.