Οι Ηνωμένες Πολιτείες επέβαλαν σήμερα κυρώσεις σε εκατοντάδες φυσικά πρόσωπα και οντότητες – μεταξύ άλλων στην Κίνα, στην Τουρκία και στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα – στοχεύοντας όσους επιχειρούν να παρακάμψουν τις κυρώσεις που έχουν ήδη επιβληθεί σε βάρος της Ρωσίας.
Το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ έβαλαν στη «μαύρη λίστα» περισσότερα από 250 φυσικά και νομικά πρόσωπα, στην τελευταία ενέργεια της Ουάσινγκτον που επιχειρεί να λάβει αυστηρά μέτρα κατά της Ρωσίας και να εμποδίσει την παράκαμψη των κυρώσεων τις οποίες επέβαλαν οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους για τον πόλεμο στην Ουκρανία.
«Θα συνεχίσουμε να χρησιμοποιούμε τα εργαλεία που έχουμε στην διάθεση μας για να προάγουμε την ανάληψη ευθυνών για τα εγκλήματα που έχει διαπράξει η Ρωσία στην Ουκρανία και για εκείνους που χρηματοδοτούν και υποστηρίζουν τη ρωσική πολεμική μηχανή» ανέφερε ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν.
Το υπουργείο Οικονομικών ανακοίνωσε ότι επέβαλε κυρώσεις σε ένα δίκτυο τεσσάρων νομικών προσώπων και εννέα ατόμων που έχουν την έδρα τους στην Κίνα, τη Ρωσία, το Χονγκ Κονγκ και το Πακιστάν για την αρωγή και την προμήθεια κινεζικής κατασκευής όπλων και τεχνολογικού εξοπλισμού στη Ρωσία. Σημειώνει ότι το δίκτυο επεδίωκε να παρακάμψει τις κυρώσεις των ΗΠΑ και τους κινεζικούς ελέγχους για την εξαγωγή στρατιωτικού υλικού.
Κυρώσεις επιβλήθηκαν επίσης σε εταιρείες με έδρα την Τουρκία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και την Κίνα για την αποστολή τεχνολογίας, εξοπλισμού και πρώτων υλών, συμπεριλαμβανομένων ρουλεμάν ή κυλίνδρων, εξαρτημάτων αεροσκαφών και συστημάτων ακτίνων Χ.
Οι εταιρείες με έδρα την Κίνα που τέθηκαν στο στόχαστρο περιελάμβαναν επιχειρήσεις δορυφορικής απεικόνισης οι οποίες, σύμφωνα με το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών, παρείχαν εικόνες υψηλής ανάλυσης στη ρωσική μισθοφορική οργάνωση Wagner.
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ στοχοποίησε κινεζικές εταιρείες στο πλαίσιο δράσης κατά ενός δικτύου που, όπως είπε, εμπλέκεται στην προμήθεια μικροηλεκτρονικών εξαρτημάτων για τον ρωσικό κρατικό όμιλο Rostec, ο οποίος υπόκειται επίσης σε αμερικανικές κυρώσεις.
Ανέφερε ότι τα προϊόντα μικροηλεκτρονικής χρησιμοποιούνται για την ανάπτυξη συστημάτων ηλεκτρονικού πολέμου. Εταιρείες στη Ρωσία, την Τουρκία και το Χονγκ Κονγκ τέθηκαν επίσης στο στόχαστρο στο πλαίσιο της δράσης κατά του δικτύου.
Η Ουάσινγκτον έχει εντείνει τη διπλωματική πίεση σε χώρες και ιδιωτικές εταιρείες παγκοσμίως για να διασφαλίσει την επιβολή των κυρώσεων που η ίδια, η Ευρωπαϊκή Ένωση και άλλα δυτικά κράτη έχουν επιβάλει στη Μόσχα για την εισβολή της στην Ουκρανία.
Η Ρωσία απορρίπτει τις δυτικές κυρώσεις ως παράνομες και λέει ότι δεν θα εμποδίσουν την ανάπτυξη της οικονομίας της.
Μελλοντική Ενέργεια
Οι ΗΠΑ έθεσαν στο στόχαστρο τρεις εταιρείες που αναπτύσσουν τον τερματικό σταθμό υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) στην Ουστ-Λουγκά, μια εγκατάσταση σε ένα λιμάνι της Βαλτικής στη βορειοδυτική Ρωσία, την οποία θα διαχειρίζονται η Gazprom και η RusGazDobycha.
Το συγκρότημα που δεν έχει ακόμη κατασκευαστεί αποτελεί μέρος της στρατηγικής της Gazprom να στρέψει την προσοχή της στην επεξεργασία και είναι έτοιμο να γίνει το μεγαλύτερο εργοστάσιο επεξεργασίας φυσικού αερίου της Ρωσίας και ένα από τα μεγαλύτερα στον κόσμο όσον αφορά τον όγκο παραγωγής.
Οι κυρώσεις επιβλήθηκαν στις εταιρείες με έδρα τη Ρωσία, Limited Liability Company Northern Technologies, Joint Stock Company Kazan Compressor Machinery Plant και Limited Liability Company Gazprom Linde Engineering. Η Ουάσινγκτον επιδιώκει να παρέμβει στη μελλοντική ενεργειακή παραγωγή της Ρωσίας και στην ικανότητα εξαγωγής καυσίμων.
Η κίνηση αυτή έγινε λίγο περισσότερο από ένα μήνα αφότου η Ουάσινγκτον επέβαλε κυρώσεις σε μια οντότητα που αναπτύσσει ένα άλλο έργο υγροποιημένου φυσικού αερίου, το Arctic-2 LNG στη Σιβηρία.
Δεν γίνεται άμεσα σαφές το πώς θα επηρεαστούν οι μελλοντικές εξαγωγές LNG της Ρωσίας. Οι ΗΠΑ είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας LNG στον κόσμο.
Η γερμανική εταιρεία Linde σταμάτησε να δραστηριοποιείται στην Ουστ –Λουγκά το 2022 λόγω των δυτικών κυρώσεων. Εφέτος η Ρωσία άρχισε τις συνομιλίες με την Κίνα για να προσελκύσει κινεζικές εταιρείες στην κατασκευή της μονάδας.
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ στοχοποίησε επίσης τον Ρώσο επιχειρηματία Βλαντισλάβ Σουϊμπλόφ και την Highland Gold Mining Ltd, μια εταιρεία με έδρα στο Ηνωμένο Βασίλειο που ανήκει και ελέγχεται από τον ίδιο, η οποία όπως ανέφερε, είναι ο έβδομος μεγαλύτερος παραγωγός χρυσού στη Ρωσία, όπως και άλλες εταιρείες που συνδέονται με τον Σουϊμπλόφ μετά τις κυρώσεις που επέβαλε η Βρετανία τον Νοέμβριο.
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ κατονόμασε επίσης τρεις ναυτιλιακές εταιρείες και τρία εμπορικά πλοία με ρωσική σημαία, τα οποία, όπως είπε, χρησιμοποιήθηκαν για τη μεταφορά πυρομαχικών μεταξύ της Βόρειας Κορέας και της Ρωσίας.
Η Ουάσινγκτον έβαλε επίσης στο στόχαστρο τέσσερα ρωσικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και δεκάδες οντότητες με έδρα τη Ρωσία που εμπλέκονται στην εισαγωγή, παραγωγή, τροποποίηση και πώληση αμυντικής και βιομηχανικής τεχνολογίας, συμπεριλαμβανομένων των μη επανδρωμένων αεροσκαφών.
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ συμπεριέλαβε επίσης τον πρώην διευθύνοντα σύμβουλο τηλεπικοινωνιών Ιβάν Ταβρίν και ένα δίκτυο εταιρειών που διευθύνει. Ανέφερε ότι ο Ταβρίν «έχει γίνει ένας από τους μεγαλύτερους πολεμικούς διαπραγματευτές της Ρωσίας από την αρχή του παράνομου πολέμου της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας».