Για πρώτη φορά μετά από έναν χρόνο και με τον ανταγωνισμό μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ να βρίσκεται στο «κόκκινο», ο κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ θα συναντηθεί την Τετάρτη με τον αμερικανό ομόλογό του Τζο Μπάιντεν, στο πλαίσιο της συνόδου κορυφής Οικονομικής Συνεργασίας Ασίας – Ειρηνικού (APEC), στο Σαν Φρανσίσκο.
Αναλυτές κάνουν λόγο για μια διπλωματία «υψηλού ρίσκου» με σκοπό να μειωθούν οι εντάσεις. Ενδεχομένως να υπάρξει κάποια πρόοδος ή και συμφωνίες σε επιμέρους τομείς αμοιβαίου ενδιαφέροντος, όπως για παράδειγμα στους περιορισμούς της χρήσης τεχνητής νοημοσύνης στα πυρηνικά όπλα ή στη μάχη κατά της παραγωγής και διακίνησης φαιντανύλης, που έχει κατακλύσει τις ΗΠΑ, σκοτώνοντας δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους ετησίως. Δεν αποκλείονται επίσης και κάποια βήματα στη συνεργασία για το κλίμα.
Ωστόσο στα κρίσιμα ζητήματα δεν αναμένεται κάποια σημαντική εξέλιξη. Εξάλλου πρόκειται για δομικά στοιχεία της στρατηγικής των δύο παγκόσμιων δυνάμεων με τους αμερικανούς αξιωματούχους να παραδέχονται πως η αντιμετώπιση της Κίνας έχει εξελιχθεί στη μεγαλύτερη πρόκληση για τις ΗΠΑ, καθώς, όπως τονίζουν, το Πεκίνο εργάζεται μεθοδικά για να υπονομεύσει την αμερικανική ισχύ σε όλο τον κόσμο.
Από την πλευρά της η Κίνα, εμβαθύνοντας τη σχέση της με τη Ρωσία, και ενισχύοντας την επιρροή της παγκοσμίως, έχει διακηρύξει επί της ουσίας πως βασικός στόχος είναι να «σπάσει» η κυριαρχία των ΗΠΑ.
Για το λόγο αυτό, διπλωματικές πηγές και εμπειρογνώμονες εκτιμούν πως ενδεχομένως η σημαντικότερη επιδίωξη της συνάντησης Τζο Μπάιντεν και Σι Τζινπινγκ είναι να αποτραπεί κατά το δυνατόν η περαιτέρω επιδείνωση των σχέσεων των δύο χωρών, που ήδη βρίσκονται σε οριακά επίπεδα.
Ο Μπάιντεν «γκρέμισε» όσα έχτισε ο Μπλίνκεν
Πάντως η τελευταία προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση εξελίχθηκε σε φιάσκο. Η Ουάσιγκτον έστειλε στο Πεκίνο τον υπουργό Εξωτερικών, Άντονι Μπλίνκεν. Τα αποτελέσματα των επαφών του σε ανώτατο επίπεδο δεν ενθουσίασαν, ωστόσο όλοι συμφώνησαν πως ήταν «μια κίνηση προς τη σωστή κατεύθυνση». Όμως στη συνέχεια ο Τζο Μπάιντεν, σε μια τοποθέτηση, χαρακτήρισε «δικτάτορα» τον Σι Τζινπίνγκ γκρεμίζοντας όσα είχε χτίσει ο Μπλίνκεν.
Το προηγούμενο τετ α τετ των δύο ηγετών είχε πραγματοποιηθεί στο περιθώριο της G-20 τον περασμένο Νοέμβριο στο Μπαλί. Η συζήτηση ήταν σύντομη και δεν παρήγαγε κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσμα πέραν μιας γενικής δέσμευσης για στενότερη συνεργασία.
Ψυχροπολεμικός ανταγωνισμός σε όλα τα πεδία
Ο ανταγωνισμός ΗΠΑ και Κίνας, των ισχυρότερων οικονομιών του κόσμου, εξαπλώνεται πλέον σχεδόν σε κάθε πεδίο, από το εμπόριο, την τεχνολογία και την ενέργεια μέχρι τη γεωπολιτική και την ασφάλεια στην περιοχή του ινδοειρηνικού. Θα μπορούσε η συνάντηση του Τζο Μπάιντεν και του Σι Τζινπίνγκ να είναι ένα σημάδι πως οι δύο χώρες θέλουν να αλλάξουν τα πράγματα; Μια μικρή μερίδα αξιωματούχων και αναλυτών εκφράζουν μια σχετική αισιοδοξία, όμως και οι δύο χώρες έχουν θέσει χαμηλά τον πήχη των προσδοκιών και τα μηνύματα που εκπέμπονται καταδεικνύουν μια ψυχροπολεμική σχέση.
«Νομίζω πως πραγματικά, στο σημείο που βρισκόμαστε, η συνάντηση κορυφής ΗΠΑ και Κίνας δεν αφορά πλέον την οικοδόμηση μιας σχέσης, αλλά περισσότερο τη διαχείρισή μιας σχέσης που βρίσκεται σε παρακμή», σχολίασε σε εκδήλωση του Foreign Policy ο Ρικ Γουότερς, διευθύνων σύμβουλος της China Practice στο Eurasia Group και πρώην επικεφαλής του China House του Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Σε πρόσφατη έρευνα του Foreign Affairs, οι οικονομολόγοι εμφανίζονται διχασμένοι σχετικά με την πορεία της κινεζικής οικονομίας και για το εάν τελικά αυτή θα καταφέρει να ξεπεράσει σε μέγεθος την οικονομία των ΗΠΑ, βάσει του ονομαστικού ΑΕΠ.
Ωστόσο, το μειονέκτημα της Κίνας είναι πως «διψάει» για επενδύσεις και για αυτό ο Σι Τζινπινγκ αναμένεται να απευθυνθεί απευθείας στην αμερικανική επιχειρηματική κοινότητα, σε δείπνο που θα παραθέσει το Επιχειρηματικό Συμβούλιο και η Εθνική Επιτροπή Σχέσεων των δύο χωρών. Το αίτημα για άρση κάποιων εκ των δασμών που έχουν επιβληθεί από τις ΗΠΑ, σύμφωνα με τους ειδικούς, φαντάζει ανυπόστατο.
Αναμφίβολα η Ταϊβάν θα βρίσκεται στην κορυφή της ατζέντας για την Κίνα. Οι ΗΠΑ πιθανότατα θα επαναλάβουν πως δεν έχουν βλέψεις για το νησί, ωστόσο οι πρόσθετες διαβεβαιώσεις για αντίθεση στην ανεξαρτησία του είναι σχεδόν απίθανες. Το πλεονέκτημα που έχει το Πεκίνο σε αυτή τη φάση είναι πως με τους πολέμους στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή να συνεχίζονται, η Ουάσιγκτον δύσκολα μπορεί να αντέξει μια τρίτη γεωπολιτική κρίση. Ο Σι Τζινπινγκ έχει καταφερθεί πολλές φορές κατά των ΗΠΑ για τις επιδιώξεις τους στην Ταϊβάν, την οποία το Πεκίνο αναγνωρίζει ως αποσκιρτήσασα κινεζική επαρχία που θα πρέπει να επανενωθεί με την ηπειρωτική χώρα.
«Θα πρέπει να αντιταχθούμε ενεργά στις εξωτερικές δυνάμεις και τις αποσχιστικές δραστηριότητες της ανεξαρτησίας της Ταϊβάν. Θα πρέπει να προωθήσουμε αταλάντευτα την υπόθεση της εθνικής αναζωογόνησης και επανένωσης», έχει τονίσει ο Κινέζος Πρόεδρος, στέλνοντας ένα ξεκάθαρο μήνυμα προς την Ουάσιγκτον: «Με τον εκσυγχρονισμό της εθνικής άμυνας και των ένοπλων δυνάμεων, κάνουμε (τον στρατό μας) σινικό ατσάλινο τείχος που προστατεύει αποτελεσματικά την εθνική κυριαρχία, την ασφάλεια και τα συμφέροντα της ανάπτυξης».
Από την πλευρά του, ο Τζο Μπάιντεν, μέσω της συνόδου κορυφής, θα επιδιώξει να στείλει επίσης ένα ξεκάθαρο μήνυμα πως παρά την εμπλοκή τους στους πολέμους στη Μέση Ανατολή και την Ουκρανία, αλλά και τις εσωτερικές κρίσεις που ταλανίζουν την πολιτική και οικονομική ζωή της χώρας, οι ΗΠΑ είναι απολύτως προσηλωμένες στα συμφέροντά τους στην περιοχή της Ασίας και του Ειρηνικού. «Ο Πρόεδρος Μπάιντεν θα κάνει πολλά περισσότερα από μια απλή συνάντηση με τον Πρόεδρο Σι», τόνισε ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Λευκού Οίκου Τζέικ Σάλιβαν. Όπως σημείωσε, θα παρουσιάσει το οικονομικό του όραμα και θα καταδειξει ότι οι ΗΠΑ είναι «βασικός μοχλός» για την οικονομική ανάπτυξη στην περιοχή.
«Διπλωματία ζόμπι»
Και ενώ οι επαφές ΗΠΑ και Κίνας θυμίζουν όλο και περισσότερο μια «διπλωματία ζόμπι», η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν δέχεται σφοδρά πυρά από τους Ρεπουμπλικάνους που τον κατηγορούν πως οι κινήσεις του θα μπορούσε να οδηγήσουν σε «πραγματικά ανταλλάγματα» προς το Πεκίνο με «αμελητέο όφελος» της Ουάσινγκτον.
Αν και η πρόσφατη εμπειρία έχει δείξει πως η συχνή επικοινωνία σε καμία περίπτωση δεν αποκλείει την ενίσχυση του ανταγωνισμού, ακόμη και εάν τα αποτελέσματα της συνάντησης θα είναι περιορισμένα, αναλυτές υπογραμμίζουν ότι είναι κρίσιμο οι πρόεδροι των δύο χωρών να συναντώνται σε μια τόσο κρίσιμη στιγμή. «Ανεξάρτητα από το πόσο ανταγωνιστική είναι αυτή η σχέση, νομίζω ότι και οι δύο χώρες θέλουν να αποφύγουν μια σύγκρουση», σημειώνει ο Γιουν Σουν, διευθυντής του προγράμματος για την Κίνα στο Stimson Center.