Ένας τύπος πεθαίνει και πάει στον παράδεισο. Φτάνοντας εκεί, βλέπει μπροστά του τον Άγιο Πέτρο, ο οποίος τον σταματάει και του λέει:
– Ώπα! Για μισό, πού πας εσύ έτσι φουριόζος;
-Μέσα, του απαντάει δείχνοντάς του την πόρτα.
-Μέσα ε; Για κάτσε να τσεκάρω τα βιβλία μου…
Περνούν δυο λεπτά και τελικά τον βρίσκει.
-Α, μάλιστα! Εδώ λέει πως δεν έχεις κάνει τίποτα πολύ κακό στη ζωή σου, αλλά και τίποτα πολύ καλό. Για να σε αφήσω να μπεις θα πρέπει οπωσδήποτε να μου πεις μια καλή σου πράξη.
-Εντάξει λοιπόν Άγιε, θα σου πω μια ιστορία: Οδηγούσα σε έναν σκοτεινό δρόμο το βράδυ και τι βλέπω στο πεζοδρόμιο; Δεκαπέντε αλήτες έχουν περικυκλώσει μια κοπελίτσα και ετοιμάζονται να τη βιάσουν. Κατεβαίνω κι εγώ, πιάνω ότι βαρύ βρήκα μπροστά μου και τραβάω μια γερή στον αρχηγό τους, του ανοίγω το κεφάλι και φωνάζω στους υπόλοιπους:
«Ρε μπάσταρδοι! Ή θα την αφήσετε ήσυχη ή θα σας πη…!»
Ο Άγιος Πέτρος έχει μείνει με το στόμα ανοιχτό.
-Καλά ρε θηρίο τους κατάφερες όλους αυτούς μόνος σου; Πότε έγινε αυτό και το χάσαμε;
-Ε, θα ‘ναι κανα πεντάλεπτο…