Όταν η Τσο Σουν Οκ ήταν 17 ετών το 1977, τρεις άνδρες την απήγαγαν και την πούλησαν σε έναν μαστροπό στο Ντονγκντουτσεον, μια πόλη βόρεια της Σεούλ, στη Νότια Κορέα. Ετοιμαζόταν να τελειώσει το σχολείο και να κυνηγήσει το όνειρό της να γίνει μπαλαρίνα. Όμως τα επόμενα πέντε χρόνια βίωνε καθημερινά τη σεξουαλική κακοποίηση και εκμετάλλευσή της, υπό τη συνεχή παρακολούθηση του μαστροπού της. Το κολαστήριό της ήταν ένα κοντινό κλαμπ και οι πελάτες ήταν Αμερικανοί στρατιώτες.
Ο ευφημισμός «γυναίκες παρηγοριάς», όπως αναφέρουν σε έρευνά τους οι New York Times, περιγράφει συνήθως τις Κορεάτισσες και άλλες Ασιάτισσες που εξαναγκάστηκαν σε σεξουαλική σκλαβιά από τους Ιάπωνες κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ωστόσο η σεξουαλική εκμετάλλευση γυναικών στη Νότια Κορέα συνεχίστηκε πολύ μετά το τέλος της αποικιακής κυριαρχίας της Ιαπωνίας, το 1945, και μάλιστα διευκολύνθηκε από την ίδια την κυβέρνηση της χώρας.
Υπήρχαν «ειδικές μονάδες» από «γυναίκες παρηγοριάς» και «σταθμοί παρηγοριάς» για τους στρατιώτες των Ηνωμένων Εθνών υπό την ηγεσία των ΗΠΑ στον Πόλεμο της Κορέας. Όμως και στα μεταπολεμικά χρόνια, πολλά κορίτσια και γυναίκες βρέθηκαν στα Gijichon, όπως λέγονται οι καταυλισμοί που χτίστηκαν γύρω από τις στρατιωτικές βάσεις των ΗΠΑ στην Κορέα.
Το περασμένο Σεπτέμβριο, 100 γυναίκες πέτυχαν μια νίκη ορόσημο στο Ανώτατο Δικαστήριο της Νότιας Κορέας, το οποίο διέταξε αποζημίωση για τη σεξουαλική κακοποίηση και τα ψυχικά τραύματα που υπέστησαν. Μάλιστα οι αρχές της Νότιας Κορέας καταδικάστηκαν για «ενθάρρυνση» αυτών των πρακτικών με στόχο την ενίσχυση της στρατιωτικής συμμαχίας με τις ΗΠΑ, αλλά και το οικονομικό όφελος. Οι νοτιοκορεατικές αρχές καταδικάστηκαν επίσης για τον «συστηματικό και βίαιο τρόπο που κρατούσαν και εξανάγκαζαν τις γυναίκες να λαμβάνουν θεραπεία για σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα».
Οι καταυλισμοί με τις «σκλάβες του σεξ»
Το 1961, οι αρχές της επαρχίας Γκιεοντζι, μια πολυπληθής περιοχή γύρω από τη Σεούλ, όπως προκύπτει από επίσημα έγγραφα που κατατέθηκαν στο Δικαστήριο, θεώρησε «επείγον να προετοιμαστούν μαζικές εγκαταστάσεις για τις “γυναίκες παρηγοριάς” προς ικανοποίηση των στρατευμάτων του ΟΗΕ και της τόνωσης του ηθικό τους». Η τοπική κυβέρνηση έδωσε την άδεια σε ιδιώτες να «στρατολογούν» τέτοιες γυναίκες και για ενίσχυση των εσόδων τους και των συναλλαγματικών αποθεμάτων. Υπολογίζεται πως σε εκείνες της εγκαταστάσεις οδηγήθηκαν 10.000 κορίτσια και γυναίκες για 50.000 στρατιώτες των ΗΠΑ.
Όταν μάλιστα ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ρίτσαρντ Νίξον, στρυμωγμένος από το μεγάλο αντιπολεμικό κίνημα, ανακοίνωσε το 1969 σχέδια για περιορισμό του αριθμού των στρατευμάτων των ΗΠΑ στη Νότια Κορέα, τα πράγματα απέκτησαν μια πιο «επείγουσα διάσταση» για την κυβέρνηση της χώρας. Το επόμενο έτος η κυβέρνηση της Νότιας Κορέας ανέφερε στο κοινοβούλιο ότι τα ετήσια κέρδη από τις «επιχειρήσεις» που σχετίζονταν με την στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ ανέρχονται σε 160 εκατομμύρια δολάρια. Μεταξύ αυτών των «επιχειρήσεων» που ανέφεραν ήταν και οι «σκλάβες του σεξ». Οι συνολικές εξαγωγές της χώρας εκείνη την εποχή ήταν 835 εκατομμύρια δολάρια, υπογραμμίζουν οι New York Times.
Μια σεξουαλική πράξη κόστιζε συνήθως 5 με 10 δολάρια και συχνά οι γυναίκες βρίσκονταν υπό την επήρεια ουσιών. Από την κοινωνία αναγνωρίζονταν ως «μιάσματα» και αποκαλούνταν γιανγκάλμπο ή «πόρνες για τη Δύση». Ήταν ένα μέρος του τιμήματος για να διατηρηθεί η στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ στη Νότια Κορέα και μετά τον πόλεμο. «Οι αξιωματούχοι μας αποκαλούσαν με χλεύαζαν ως “πατριώτες” και “μηχανές δολαρίων”», ανέφερε ένα εκ των θυμάτων των πρακτικών των αρχών της Νότιας Κορέας, όπου κατά τα άλλα η πορνεία ήταν παράνομη.
Αυτός ήταν εξάλλου και ένας από τους λόγους που φτιάχτηκαν οι κλειστοί καταυλισμοί, ώστε να γίνονται όλα υπό έλεγχο και μακριά από τους υπόλοιπους πολίτες. Όλα γίνονταν με την έγκριση των αρχών. Οι γυναίκες των καταυλισμών έπρεπε να φέρουν συγκεκριμένες ταυτότητες και αριθμημένα σήμερα, ενώ έπρεπε να έχουν και έγγραφα που να αποδεικνύουν πως έχουν περάσει από ιατρικές εξετάσεις. Ο στρατός των ΗΠΑ πραγματοποιούσε τακτικά επιθεωρήσεις, διατηρώντας μάλιστα και το σχετικό αρχείο με φωτογραφίες των γυναικών. Οι γυναίκες που εντοπίζονταν με κάποιο νόσημα κρατούνταν σε άθλιες συνθήκες, σε σφραγισμένους χώρους, και τους χορηγούνταν ισχυρές δόσεις πενικιλίνης. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες κάποιες από αυτές κατέρρευσαν ή πέθαναν από σοκ πενικιλίνης.
«Οι αμερικάνοι πρέπει να μάθουν τι μας έκαναν οι στρατιώτες τους»
Σε συνεντεύξεις τους στην αμερικανική εφημερίδα, έξι γυναίκες από την πόλη της Νότιας Κορέας περιέγραψαν πώς η κυβέρνησή τους τις χρησιμοποίησε για πολιτικό και οικονομικό όφελος πριν τελικά τις εγκαταλείψει. Ενθαρρυμένα από τις δικαστικές αποφάσεις — που βασίστηκαν σε επίσημα έγγραφα που αποσφραγίστηκαν πρόσφατα — τα θύματα στοχεύουν τώρα να μεταφέρουν την υπόθεσή τους στις Ηνωμένες Πολιτείες.
«Οι Αμερικανοί πρέπει να μάθουν τι μας έκαναν κάποιοι από τους στρατιώτες τους», είπε η Παρκ Γκουν-αε, η οποία πουλήθηκε σε μαστροπό το 1975, όταν ήταν 16 ετών, και είπε ότι υπέμεινε σκληρούς ξυλοδαρμούς και άλλες κακοποιήσεις από στρατιώτες. «Η χώρα μας είχε στενούς δεσμούς με τις ΗΠΑ και ξέραμε ότι οι στρατιώτες της ήταν εδώ για να μας βοηθήσουν. Αλλά αυτό δεν σήμαινε ότι μπορούσαν να κάνουν ό,τι ήθελαν για εμάς, σωστά;», ανέφερε.
«Ομερτά» και κόλαση
Η υπόθεση της σεξουαλικής εκμετάλλευσης στη Νότια Κορέα αποτελεί εδώ και καιρό ένα βρώμικο «κοινό μυστικό» στο πλαίσιο της συμμαχίας της Σεούλ με την Ουάσιγκτον. Όταν ένας κοινωνιολόγος, ο Κιμ Γουι Οκ, άρχισε να αναφέρει για τις «γυναίκες παρηγοριάς» εν καιρώ πολέμου για τον στρατό στις αρχές της δεκαετίας του 2000, επικαλούμενος έγγραφα από τον στρατό της Νότιας Κορέας, η κυβέρνηση σφράγισε τα έγγραφα. «Φοβόντουσαν ότι με την αποκάλυψη της υπόθεσης θα δινόταν ένα άλλοθι στην Ιαπωνία για τα δικά της εγκλήματα με τις “γυναίκες παρηγοριάς”», σημείωσε ο Κίμ αναφερόμενος στις διαμάχες μεταξύ Σεούλ και Τόκιο για τη σεξουαλική σκλαβιά.
Ενδεικτικό της «ομερτά» που έχει επιβληθεί για την υπόθεση, είναι πως κανένα από τα απόρρητα κυβερνητικά έγγραφα που έχουν αποχαρακτηριστεί τα τελευταία χρόνια δεν αναφερόταν στην εμπλοκή των επίσημων αρχών στην υπόθεση έκδοσης των γυναικών για τα στρατεύματα των ΗΠΑ. Αντίθετα πλούσιο είναι το υλικό για τις «σκλάβες του σεξ» υπό ιαπωνική κατοχή. Τα θύματα της Ιαπωνίας τιμούνται ως σύμβολα των δεινών της Κορέας, ωστόσο οι γυναίκες που χρησιμοποιήθηκαν για τον αμερικανικό στρατό έπρεπε να ζουν στη σκιά, με σιωπή και ντροπή.
Οι Νοτιοκορεάτες άρχισαν να δίνουν περισσότερη προσοχή στο θέμα της σεξουαλικής εκμετάλλευσης στους καταυλισμούς, αφού μια γυναίκα με το όνομα Γιουν Τζουμ Ι δέχτηκε βάναυση σεξουαλική επίθεση και δολοφονήθηκε άγρια από έναν αμερικανό στρατιώτη το 1992. Μεταξύ 1960 και 2004, στρατιώτες των ΗΠΑ κρίθηκαν ένοχοι για τη δολοφονία 11 εργαζομένων του σεξ στη Νότια Κορέα, σύμφωνα με μια λίστα που συνέταξε η ομάδα υπεράσπισης Saewoomtuh.
Σήμερα, με την ταχεία οικονομική ανάπτυξη της Νότιας Κορέας, οι καταυλισμοί έχουν αρχίσει να χάνονται, ωστόσο τα τραύματα των γυναικών είναι ανεξίτηλα. «Νιώθω σαν να περπατάω συνεχώς πάνω σε ένα στρώμα λεπτού πάγου» από το φόβο να μη μάθει κανείς για το παρελθόν μου, αναφέρει μια εκ των γυναικών σε ψυχιατρική έκθεση, ενώ τα σημάδια στα χέρια και τους μηρούς από αυτοτραυματισμούς μαρτυρούν την κόλαση που έχει βιώσει. Κάποιες από τις γυναίκες υποβλήθηκαν σε πολλαπλές αμβλώσεις, καθώς τα διφυλετικά παιδιά στη Νότια Κορέα αντιμετωπίζονται με μεγάλη προκατάληψη. Άλλες αυτοκτόνησαν όταν οι στρατιώτες τις εγκατέλειψαν αφήνοντάς τες μόνες με τα παιδιά τους.
Ο στρατός των ΗΠΑ αρνήθηκε να σχολιάσει την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ή τους ισχυρισμούς των γυναικών. «Δεν επιδοκιμάζουμε κανένα είδος συμπεριφοράς που παραβιάζει τους νόμους, τους κανόνες ή τις οδηγίες της Νότιας Κορέας και έχουμε εφαρμόσει μέτρα καλής τάξης και πειθαρχίας», δήλωσε ο εκπρόσωπός της, συνταγματάρχης Ισαάκ Τέιλορ, μέσω email.