Το Νόμπελ Ειρήνης του 2006 απονεμήθηκε από κοινού στον Μοχάμεντ Γιουνούς και την τράπεζά του Grameen Bank «για τις προσπάθειές τους να δημιουργήσουν οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη από τα κάτω».
Ένα δάνειο 42 δολαρίων δηλαδή σε φτωχούς και εξαθλιωμένους που αποδείχτηκε στην πράξη ότι έκανε τη μεγάλη διαφορά στη ζωή τους. Αυτό το κίνημα της «μικροπίστωσης», όπως χαρακτήρισε ο οικονομολόγος και τραπεζίτης τελικά Γιουνούς την πολιτική των μικροδανείων του, σώζει εκατομμύρια ανθρώπους εδώ και τέσσερις δεκαετίες από την καταραμένη ανέχεια, αν και ο διαπρεπής καθηγητής έχει ένα ακόμα μεγαλύτερο όραμα: να φτιάξει έναν κόσμο δίχως φτώχεια.
«Οι φτωχοί άνθρωποι είναι σαν τα φυτά μπονσάι. Αν πάρεις τον σπόρο από το ψηλότερο δέντρο του δάσους και το φυτέψεις σε μια γλάστρα, το δέντρο θα ψηλώσει ένα μέτρο μόνο. Και μετά αναρωτιέσαι γιατί αυτό το δέντρο δεν ψηλώνει όπως αυτό που είδες στο δάσος; Γιατί απλά δεν έχει την κατάλληλη βάση για να αναπτυχθεί. Η κοινωνία δεν δίνει ποτέ στους φτωχούς ανθρώπους τον χώρο, τη βάση για να γίνουν ψηλοί», είπε ο Γιουνούς και αποφάσισε να κάνει κάτι για όλους αυτούς τους παρίες των κοινωνιών που σπανίως ξεπερνούν το ένα μέτρο.
Έκτοτε έχει μεταμορφώσει τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων της εργατικής τάξης με κάτι απλό στην πράξη, κολοσσιαίο σε όρους σύλληψης. Όλα ξεκίνησαν στη δεκαετία του 1970, όταν εργαζόταν ως καθηγητής οικονομικών σε πανεπιστήμιο της πατρίδας του, του Μπαγκλαντές, και συνειδητοποίησε πόσο δυσανάλογα μεγάλη διαφορά μπορεί να διαδραματίσει στη ζωή του φτωχού ένα μικρό δάνειο.
Άρχισε να βγάζει από την τσέπη του 42 δολάρια και να τα δανείζει σε τεχνίτες και μικροκαλλιεργητές, γεννώντας στην πράξη τη μικροτραπεζική, τη μικροπίστωση όπως την είπε. Η Grameen Bank (Τράπεζα του Χωριού) αυτό ιδρύθηκε να κάνει, να χορηγεί μικροποσά αποκλειστικά στους ανθρώπους που αποφεύγουν παραδοσιακά τα καθιερωμένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Ή, με δικούς του όρους, να δίνει λίγο περισσότερο χώμα για να αναπτυχθούν επαρκέστερα οι σπόροι.
Δεν έμεινε όμως μόνο στον χαμηλότοκο και προνομιακό δανεισμό, καθώς οι οικονομολόγοι της τράπεζάς του ήταν πάντα εκεί να παρέχουν πακέτο με το δάνειο και επιχειρηματικές συμβουλές ανάπτυξης και βιωσιμότητας. Εγγυήσεις και υποθήκες δεν υπήρχαν σε αυτή την εξίσωση, ούτε και δικηγόροι να ζητάνε πίσω τα λεφτά του. Θέλετε και το πιο αξιοσημείωτο ίσως της ιστορίας μας; Ότι οι επισφάλειες ήταν πρακτικά ανύπαρκτες, καθώς το ποσοστό εξόφλησης των δανείων ξεπερνούσε το 98%!
«Δεν έχουμε δικηγόρους», αποκάλυπτε άλλοτε ο Γιουνούς αφήνοντας αποσβολωμένο το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα, «η εμπιστοσύνη γεννά εμπιστοσύνη. Αν τους εμπιστευτείς, θα σε εμπιστευτούν. Οι δικηγόροι μπαίνουν εκεί όπου δυσπιστεί ο ένας στον άλλο».
Και μπορεί η μικροπίστωση να αφορά εξ ορισμού σε μικρά ποσά, η κλίμακα του δανεισμού της Grameen Bank μόνο μικρή δεν είναι όμως. Σήμερα η τράπεζα δανείζει περισσότερα από 2,5 δισ. δολάρια τον χρόνο σε 9 εκατ. δανειολήπτες (οι γυναίκες είχαν πάντα την τιμητική τους εδώ), εγκρίνοντας 1.000-2.000 επιχειρηματικές προτάσεις τον μήνα. Και δεν αφορά φυσικά μόνο στον αναπτυσσόμενο κόσμο, καθώς η μικροπιστωτική έγινε τελικά κίνημα και εξαπλώθηκε παντού στον κόσμο. Τράπεζες που λειτουργούν στα πρότυπα της Grameen υπάρχουν σήμερα σε περισσότερες από 100 χώρες της οικουμένης.
Αλλά και η Grameen Bank επενδύει σήμερα περισσότερο από 1 δισ. δολάρια στις ΗΠΑ και την Αγγλία, μιας και η φτώχεια δεν γνωρίζει ανθρώπινα σύνορα. Κι όμως, ο «τραπεζίτης των φτωχών» βρίσκεται στο επίκεντρο σφοδρής επίθεσης από την ίδια του τη χώρα, μια χώρα το πρόσωπο της οποίας μεταμόρφωσε ολότελα.
Τώρα το πολιτικό κατεστημένο του Μπαγκλαντές τον κατηγορεί για διασπάθιση χρήματος και κακοδιαχείριση, καθώς το υπερεπιτυχημένο μοντέλο αντιμετώπισης της εξαθλίωσης που σκάρωσε ενοχλεί πολλούς. Και ενοχλεί πολύ. Με ευθεία παρέμβαση της κυβέρνησης της χώρας του παύτηκε εξάλλου από επικεφαλής του χρηματοπιστωτικού του ιδρύματος το 2011, γιατί ο 71χρονος τότε Γιουνούς ήταν λέει πολύ μεγάλος για να διοικεί τράπεζα!
Ενοχλεί βλέπετε γιατί δεν κρατά το στόμα του κλειστό και κάνει συνεχώς περισσότερους εχθρούς απ’ όσους μπορεί να διαχειριστεί: «Οι οικονομολόγοι έχουν παρεξηγήσει το ανθρώπινο είδος», λέει χαρακτηριστικά για το σύγχρονο καπιταλιστικό σύστημα που μπροστά στο κυνήγι του κέρδους αφήνει τον άνθρωπο στο περιθώριο.
«Το βασικό πρόβλημα με τον καπιταλισμό είναι ότι μας έκανε όλους να έχουμε επίκεντρο τα χρήματα, μας έκανε εγωκεντρικούς, κυνηγάμε τα χρήματα … Τα χρήματα έχουν γίνει το μέσο και ο σκοπός, πρόκειται για μια ανούσια σύλληψη. Εγώ αυτό που λέω είναι γιατί δεν πάμε πίσω να επαναπροσδιορίσουμε τους εαυτούς μας, τι είναι τελικά το ανθρώπινο είδος; Νομίζω ότι αυτό που οι οικονομολόγοι έχουν κάνει λάθος είναι ότι έχουν παρεξηγήσει το ανθρώπινο είδος. Οι άνθρωποι είναι πολυδιάστατοι, όχι μονοδιάστατα ρομπότ που βγάζουν χρήματα».
Για να δούμε όμως ποιος είναι ο άνθρωπος που έχει απέναντι του την άρχουσα τάξη και την ίδια τη ραχοκοκαλιά της παγκόσμιας οικονομίας…
Πριν ιδρύσει την Grameen Bank στο Μπαγκλαντές το 1983 στη βάση της πεποίθησής του πως ο δανεισμός είναι αναφαίρετο ανθρώπινο δικαίωμα, ο Μοχάμεντ Γιουνούς δεν ήταν παρά το τρίτο από τα εννιά παιδιά ενός κοσμηματοπώλη και της συζύγου του.
Γεννημένος τον Ιούνιο του 1940 σε μια γωνιά της βρετανοκρατούμενης Ινδίας (σημερινό Μπαγκλαντές), πέρασε τα πρώτα παιδικά του χρόνια στο χωριό, πριν μετακομίσει η οικογένεια στο μεγάλο λιμάνι του Τσιταγκόνγκ. Εκεί θα τελειώσει το σχολείο ως 16ος από τους 39.000 μαθητές του Ανατολικού Πακιστάν (όπως λεγόταν το σημερινό Μπαγκλαντές ως το 1971) και θα γίνει έτσι δεκτός στο τοπικό κολέγιο.
Το 1957 θα εγγραφεί στο Πανεπιστήμιο της Ντάκα, από το οποίο θα πάρει πτυχίο στα οικονομικά το 1960 και μεταπτυχιακό δίπλωμα το 1961. Κατόπιν έλαβε υποτροφία από το ίδρυμα Fulbright για να εκπονήσει το διδακτορικό του στο φημισμένο Vanderbilt University των ΗΠΑ και με τον τίτλο του διδάκτορα θα αρχίσει να διδάσκει το 1970 οικονομικά στο Middle Tennessee State University της Αμερικής.
Δεν θα έμενε όμως για πολύ στο εξωτερικό, καθώς ήθελε πάντα να επιστρέψει στην πατρίδα του και να διδάξει οικονομικά στο πανεπιστήμιο της Τσιταγκόνγκ, κάτι που έγινε ήδη από το 1972.
Τότε άρχισε να μελετά τις οικονομικές πτυχές της φτώχειας και το 1974 εντατικοποίησε την έρευνά του, καθώς ένας νέος λιμός σάρωνε το Μπαγκλαντές. Ο Γιουνούς καλούσε τους φοιτητές του να βγουν στα χωράφια και να βοηθήσουν τους αγρότες, είδε όμως πως η αγροτική εκπαίδευση και τα πολλά χέρια δεν μπορούσαν από μόνα τους να συντηρήσουν το μεγαλύτερο μέρος του εξαθλιωμένου πληθυσμού. Αυτό που χρειάζονταν, κατέληξε, ήταν χρηματοδότηση. Μια χρηματοδότηση που καμιά τράπεζα δεν θα έδινε σε κάποιον με μηδενική πιστοληπτική ικανότητα, τίποτα να υποθηκεύσει και κανέναν να εγγυηθεί γι’ αυτόν.
Αυτό που ήθελαν οι φτωχοί που ασχολούνταν με την παραδοσιακή καλαθοπλεκτική, κατέληξε, ήταν πρόσβαση στο χρήμα, ώστε να στήσουν μικρές επιχειρήσεις. Ο μόνος δρόμος για τον μικροεπιχειρηματία ήταν να στραφεί στον τοκογλύφο, μια δραστηριότητα που στραγγάλιζε την επιχειρηματικότητα πριν ακόμα αυτή γεννηθεί, μιας και οι τόκοι ήταν το λιγότερο υπέρογκοι.
Το 1976 ήταν πανέτοιμος να καθιερώσει θεωρητικά και πρακτικά το σύστημα των «μικρών δανείων», όπως το έλεγε τότε, μια δανειοδοτική δραστηριότητα ειδικά σχεδιασμένη για τους φτωχούς του Μπαγκλαντές. Συνυπολογίζοντας τα κόστη και τα έξοδα για το στήσιμο μιας επιχείρησης, υπολόγισε πως ακόμα και 25 δολάρια επαρκούσαν για να σταθούν στα πόδια τους οι τεχνίτες. Αυτός τους έδινε 42 δολάρια από την τσέπη του, ώστε να τους ξελασπώσει από οποιαδήποτε αναποδιά μπορούσε να προκύψει στην πορεία. Ήταν μια δραστηριότητα για Νόμπελ Ειρήνης!
Αυτό που έκανε ουσιαστικά ήταν να δημιουργεί ομάδες δανειοληπτών που αλληλοϋποστηρίζονταν οικονομικά και μπορούσαν έτσι να αποπληρώνουν τα δάνειά τους. Έπειτα από πολλές πιέσεις, ο καθηγητής Γιουνούς με το διεθνές κύρος (ήταν μέλος σε διάφορες επιτροπές του ΟΗΕ) έπεισε την κυβέρνηση του Μπαγκλαντές να εκχωρήσει το 1983 το καθεστώς της ανεξάρτητης τράπεζας στο όραμά του, την Grameen Bank, αφήνοντας ένα μικρό ποσοστό ιδιοκτησίας στο κράτος (σήμερα είναι στο 25%)…
Αφού τιμήθηκε και με το Νόμπελ Ειρήνης το 2006, τον Φεβρουάριο του 2007 αποφάσισε να κατέβει στον πολιτικό στίβο της χώρας του, καθώς το μεταρρυθμιστικό του όραμα έψαχνε τώρα να εξαλείψει όχι μόνο τη φτώχεια, αλλά και την ανεργία. Ένιωθε πως χρειαζόταν να απευθυνθεί σε ακόμα μεγαλύτερα ακροατήρια με τον τρόπο που μόνο η πολιτική επιτρέπει. Το κόμμα του Nagorik Shakti (Δύναμη του Πολίτη) δεν θα μακροημέρευε όμως, καθώς ο πόλεμος από το κατεστημένο του Μπαγκλαντές ήταν καθολικός. Λίγους μήνες αργότερα, τον Μάιο του 2007 συγκεκριμένα, εγκατέλειψε την πολιτική παραθέτοντας ως λόγο την έλλειψη υποστήριξης.
Η κυβέρνηση του Μπαγκλαντές ήταν όμως από το 2010 στο κατόπι του, καθώς δεν μπορούσαν να χωνέψουν πως ο μεγαλύτερος χρηματοδότης της Grameen Bank ήταν η Νορβηγία. Παρά το γεγονός ότι η υπόθεση απορρίφθηκε από τα νορβηγικά δικαστήρια, καθώς τίποτα το μεμπτό δεν βρέθηκε εδώ, η κυβέρνηση του Μπαγκλαντές αναδιπλώθηκε και την επόμενη χρονιά η Κεντρική Τράπεζα της χώρας τού απαγόρευσε να ασκεί τα καθήκοντα του γενικού διευθυντή στην τράπεζά του, παραθέτοντας ως λόγο την υποχρεωτική συνταξιοδότηση στα 60.
Ο Γιουνούς είχε κλείσει βέβαια τα 60 του το 2000, κι έτσι προκάλεσε νομικά την απόφαση, έχασε όμως στο Ανώτατο Δικαστήριο του Μπαγκλαντές. Για την υποχρεωτική έκπτωσή του από το τιμόνι του οράματός του είχε πει χαρακτηριστικά: «Η μοναδική μου έννοια είναι τα 8,3 εκατομμύρια των πελατών της τράπεζας. Υπάρχει ο κίνδυνος να πάψουν να ελέγχουν το μέλλον τους ή να υποχρεωθούν να εκχωρήσουν τον έλεγχο σε τρίτους. Η Grameen πέτυχε χάρη στο γεγονός ότι την ελέγχουν οι ίδιοι οι δανειζόμενοι. Αν χάσουν τον έλεγχο, ποιος θα φροντίζει τα συμφέροντά τους;».
Για τη δράση του έχει τιμηθεί εκτεταμένα από φορείς, θεσμούς και οργανώσεις στις τέσσερις γωνιές του κόσμου (από τη Σρι Λάνκα, την Ιορδανία και την Ιαπωνία μέχρι τις ΗΠΑ, την Ολλανδία, τη Σεούλ και πολυάριθμες επιτροπές του ΟΗΕ, σε πολλές από τις οποίες ήταν για σειρά ετών μέλος). Έχει γράψει επίσης και πλήθος βιβλίων που έγιναν μπεστ σέλερ.
Η Ιστορία έχει αποτιμήσει το έργο του Γιουνούς, που έδωσε τη δυνατότητα σε εκατομμύρια ανθρώπους που δεν πληρούν τις τυπικές προϋποθέσεις για δανεισμό να αποσπάσουν μικροποσά για να βελτιώσουν τη δουλειά και τη ζωή τους τελικά.
Τι κατάφερε; Να βάλει μια χώρα που δεν είχε καμία αντιπροσώπευση σε καμιά ειδησεογραφία στο στόχαστρο θεσμών και φορέων. Το 2011, αναφέρουμε χαρακτηριστικά, η Goldman Sachs περιέλαβε το Μπαγκλαντές στις «11 αναδυόμενες οικονομίες που πρέπει να προσέξουμε». Την ίδια ώρα, τόσο ο ΟΗΕ όσο και ανεξάρτητοι οικονομικοί οργανισμοί έχουν επαινέσει την πρόοδο που σημειώνει τα τελευταία χρόνια η χώρα, κάτι που όσο να πεις έχει πολύ Γιουνούς εντός της.
Αν και για την πρωθυπουργό του Μπαγκλαντές, Σεΐχ Χασίνα, ο νομπελίστας Γιουνούς συνεχίζει να «πίνει το αίμα των φτωχών»…