Ποιος μπορεί να ξεχάσει εκείνα τα πρωινά Σαββάτου, που δεν άκουγες τον εκνευριστικό ήχο του ξυπνητηριού ή τις φωνές «ξύπνα θα αργήσεις στο σχολείο», όταν πετούσαμε τα σκεπάσματα και εκσφενδονιζόμασταν από το κρεβάτι μόλις ακούγαμε το τραγουδάκι από τους τίτλους αρχής των Tranformers ή αυτό το μακρόσυρτο «Θάντερ θάντερ θάντερκατς!». Τότε που η τηλεόραση είχε «Κάντι-Κάντι», «Καμπαμαρού», «Sailor Moon» και άλλα παιδικά που ίσως για κάποιους να είναι απλά άγνωστες λέξεις. Και μετά μεγαλώσαμε και παρακολουθήσαμε τους τηλεοπτικούς εφηβικούς έρωτες στα «Χτυποκάρδια στο Μπέβερλι Χιλς» αλλά και πιο πιπεράτες σκηνές στο «Τμήμα Ηθών». Το ταξίδι των παιδικών σειρών και των τηλεοπτικών προγραμμάτων από τα τέλη της δεκαετίας του ’70 μέχρι και τη δεκαετία του ’90 μόλις ξεκίνησε και οι συντάκτες του newsbeast.gr μοιράζονται μνήμες και στιγμές που ζουν στο παρελθόν αλλά ανασύρονται σχεδόν αβίαστα από τα τρίσβαθα της μνήμης.

«Θάντερκατς»
Νίκος Δεμισιώτης: «Λοιπόν, ας είμαστε τίμιοι, εγώ σαν πιτσιρικάς δεν έβλεπα τηλεόραση. Το μυαλό μου ήταν στην μπάλα. Μέχρι και ποδήλατο μου είχαν πάρει οι γονείς μου αλλά εγώ ήθελα να βάζω γκολ. Όταν έβρεχε ή ήμουν άρρωστος, ωστόσο, είχα μια ιδιαίτερη αδυναμία στους “Θάντερκατς” που άρχισαν να προβάλλονται στην Ελλάδα από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 και έπειτα! Αυτή την ομάδα των ανθρωποειδών με τα αιλουροειδή χαρακτηριστικά από τον πλανήτη της Θαντέρα που μάχονταν τον κακό Μαμ-Ρα, την μούμια-μάγο που με τη βοήθεια κάτι μεταλλαγμένων και άλλων μοχθηρών δυνάμεων προσπαθούσε να εξολοθρεύσει την Τσιτάρα, τον Πάνθρο, τον Γουάιλικατ, τον γλυκούλη Σναρφ και τον αρχηγό Λάιονο! Αλλά είπαμε το κόλλημα με την μπάλα ήταν αγιάτρευτο. Τόσο που έβαζα γκολ και πήγαινα στην άκρη του γηπέδου κρατώντας ένα φανταστικό σπαθί και φώναζα “θάντερ- θάντερ- θάντερ- θάντερκατς, ρε!”».

«Καμπαμαρού»
Γιώργος Νομικός: «Ο ένας και μοναδικός Καμπαμαρού. Περισσότερες συστάσεις δεν είναι απαραίτητες για όλους εμάς που φθάνουμε στην… τρυφερή ηλικία των 40. Είναι ίσως το μοναδικό anime που κατάφερε να γίνει τόσο αγαπητό και διαδεδομένο στην Ελλάδα των περασμένων δεκαετιών. Ευχάριστο είναι πάντα το γεγονός πως ακόμη και σήμερα αρκετοί θα χαμογελάσουν ακούγοντας το αξέχαστο “μακαρονάααδα”. Ίσως και λόγω Καμπαμαρού έχω μία ιδιαίτερη αδυναμία στις μακαρονάδες! Ο Καμπαμαρού είναι ένας νίντζα, ο οποίος, όταν πεθαίνει ο παππούς του Σάιζο, πηγαίνει στο Τόκιο να ζήσει με την γιαγιά του (δεν είναι πραγματική γιαγιά του, αλλά μία γυναίκα που ήταν πολύ ερωτευμένη όταν ήταν νέα με τον παππού του Καμπαμαρού). Εκεί θα συναντήσει την μοναδική εγγονή της γιαγιάς, θα παλέψει εναντίον του αντίπαλου σχολείου, θα τρέξει σε μαραθώνιο, θα σώσει τον Ινοκίσι, τον φίλο του το αγριογούρουνο από το βουνό, το οποίο το είχαν σε έναν ζωολογικό κήπο στο Τόκιο, θα υποστεί βασανιστήρια από την χοντρή νοσοκόμα και άλλα. Αρκετά με την τηλεόραση, ώρα για μπάλα απέναντι από το σπίτι με τους φίλους μου. Δεν έχω σχολείο σήμερα!!!».

«Του κουτιού τα παραμύθια»
Πανδώρα Κουλάδη: «Αν στην ερώτηση “ποια ήταν η αγαπημένη σου παιδική σειρά” μπορείς να απαντήσεις σιγοτραγουδώντας ένα ρυθμό, τότε σίγουρα υπάρχει νικητής. “Και ο Ρούχλας είναι λα” είναι ο στίχος από τους τίτλους αρχής της σειράς “Του κουτιού τα παραμύθια” που όσα χρόνια και αν περάσουν δεν θα βγει από τη μνήμη μου. Αυτή η σειρά του 1987 είχε κάτι ξεχωριστό στα μάτια ενός 6χρονου παιδιού. Είχε τον μαγικό κόσμο των παραμυθιών, που μπορούσες να τον βρεις κρυμμένο σε ένα κουτί, που μόνο εσύ ήξερες ότι υπάρχει κάτω από το κρεβάτι σου, μακριά από το άγρυπνο βλέμμα της μαμάς και του μπαμπά. Ο Ρούχλας, ο Φιόγκος, ο Σεβαστιανός και η Μελιά είχαν γίνει κομμάτι της παιδικότητάς μου, ήταν οι μεγάλοι παραμυθάδες που έλεγαν στην Παρασκευούλα, και εμένα φυσικά, ιστορίες από κάθε γωνιά της γης. Το κουτί αυτό άνοιγε λοιπόν και μαζί με αυτό και η φαντασία μου. Ιστορίες, τραγούδια και κούκλες, δεν ήθελα τίποτα άλλο για να είμαι ευτυχισμένη. Ένα συναίσθημα που ακόμα και σήμερα, 30 χρόνια μετά, ανασύρεται αυτούσιο, αυτή τη φορά από τις συχνότητες μιας μνήμης που μοιάζει να μην θέλει να κάνει βήμα παρακάτω».

«Plawres Sanshiro ή Jumaru ή πιο απλά Αγώνες με ρομπότ»
Γαβριήλ Φιλιππόπουλος: «Η ώρα που θα παρακολουθούσα τα αγαπημένα μου κινούμενα σχέδια (ή όπως τα έλεγα πάντα “μίκι μάου”) ως παιδί ήταν ιερή. Ήταν εκείνη η ώρα που η μητέρα εξοργιζόταν γιατί παρατούσα τα πάντα για να δω διάφορους σούπερ ήρωες να κάνουν διάφορα απίστευτα και εντυπωσιακά κόλπα και να σμπαραλιάζουν διάφορους αντιπάλους τους με διάφορους τρόπους. Ακόμα και τώρα, ωστόσο, ένα κινούμενο σχέδιο βρίσκεται μέσα στα αγαπημένα, κυρίως γιατί είχε μία εσάνς underground “παιδικού”. Δεν είχα καταφέρει να εντοπίσω την ακριβή μέρα και ώρα προβολής του μιας και έπαιζε και τις καθημερινές σε επανάληψη αλλά και τα σαββατοκύριακα. Μία απροσδιόριστη ώρα, κάπου κοντά στο απόγευμα. Ώρα απαγορευμένη για τηλεόραση καθώς η μπάλα και τα σουλάτσα στη γειτονιά είχαν προτεραιότητα. Ο Jumaru όμως είχε καταφέρει αρκετές φορές να με κρατήσει μέσα για μία ώρα. Και το τοπικό κανάλι Achaia Channel είχε έναν από τους ελάχιστους τηλεθεατές του. Ο χειριστής του τηλεκατευθυνόμενου ρομπότ μαχητή Sanshiro Sugata είχε όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που θα ζήλευε ένα παιδί. Παππού τζουντόκα, έκανε και ο ίδιος μαθήματα τζούντο, ήταν “υπολογιστάκιας” με φίλους 50% nerds, 50% cool, κατείχε ένα καταπληκτικό ρομπότ μάχης τον Jumaru και έστηνε μάχες με άλλα ρομπότ μαχητές. Ό,τι πιο κοντινό στην “αλητεία” μπορούσαμε να παρακολουθήσουμε στις αρχές των 90s. Ύπουλε κύριε Κουνούπη δε θα μας κερδίσεις ποτέ».

«Μικρό Σπίτι στο Λιβάδι, Καρουζέλ, Transformers και… Ισοβίτης»
Βαγγέλης Κύρκος: «Τα περισσότερα αγόρια συνήθως έχουν ένα κόλλημα με τη μητέρα τους. Ωστόσο, μιλώντας προσωπικά, θα χαρακτήριζα τον εαυτό μου όχι “μαμάκια”, αλλά “γιαγιάκια”. Οι παιδικές μου αναμνήσεις με την τηλεόραση, είναι συνδεδεμένες και με τη γιαγιά μου, σε κάποια ήσυχα μεσημέρια μέχρι να επιστρέψουν οι γονείς στο σπίτι και ενίοτε στα καλοκαίρια, στο χωριό, εκεί όπου όλα έδειχναν πιο ξένοιαστα. Το Καρουζέλ θυμάμαι ότι ήταν η σειρά που συντρόφευε αυτές τις ώρες, κάπου εκεί που η ημέρα έφτανε στα μισά της. Η δεσποινίς Σιμένα, η Μαρία Χοακίνα, ο Σιρίλο και τα υπόλοιπα παιδάκια συνέθεταν μια σειρά που κρατούσε παρέα σε όλα τα παιδιά που σήμερα βρίσκονται στα 30+. Από εκεί και πέρα, θυμάμαι έντονα το Μικρό Σπίτι στο Λιβάδι, που ξαναπροβάλλεται αυτόν τον καιρό από την κρατική τηλεόραση και ήταν η αγαπημένη σειρά της γιαγιάς μου. Η Λόρα, ο Τζο, η Κάρολαϊν, η Μέρι Ϊνγκαλς, αλλά και το ζεύγος Όλσεν, με την “ξινή” Χάριετ, είναι έντονα αποτυπωμένοι στη μνήμη, καθώς θυμάμαι ότι για χάρη τους στηνόμουν μπροστά από τη μικρή -τότε- οθόνη για να δω τις δραστηριότητες και τις περιπέτειές τους, που σήμερα μάλλον θα έβρισκα βαρετές. Από εκεί και πέρα, θυμάμαι την έντονη ανυπομονησία μου για να δω το πρόγραμμα του Σαββατοκύριακου με τις σειρές κινουμένων σχεδίων, αλλά κυρίως τα Τransformers, τα οποία “άναβαν” τη φαντασία μου περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη του είδους. Και δεν ήταν λίγες εκείνες. Thundercats, Χελωνονιντζάκια και πολλά άλλα αντίστοιχα προγράμματα, ήταν πολύ πιο χαμηλά στην υπόληψή μου σε σχέση με τα θαυματουργά αυτοκίνητα, φορτηγά, αεροπλάνα και υπερόπλα, που έπαιρναν ανθρώπινες φιγούρες. Τελευταίο, αλλά όχι έσχατο, το πεντάλεπτο με τον Ισοβίτη του Αρκά. Πολλοί μπορεί να μην το θυμούνται, ούτε και εγώ εντόνως, αλλά θυμάμαι ήταν το break από την καθημερινή ρουτίνα για τους γονείς μου. Η προβολή του γινόταν βράδυ, αλλά το προλάβαινα λίγο πριν πάω για ύπνο. Δεν καταλάβαινα πολλά, αλλά θυμάμαι ότι προσπαθούσα να καταλάβω γιατί αρέσει τόσο πολύ στους ανθρώπους που με έφεραν στη ζωή και με ανέθρεψαν…».

«Το μυστήριο του χρυσού πιθήκου»
Μαρίνος Γκασιάμης: «Σε μια εποχή που οι κινηματογραφικές επιτυχίες όπως ο Ιντιάνα Τζόουνς δεν γίνονταν στο καπάκι και τηλεοπτικές σειρές, το “Μυστήριο του χρυσού πιθήκου”, έβαζε το μυαλό σε ταξίδια μακρινά έως την Πολυνησία. Ο Τζέικ, ο κεντρικός ήρωας, πρώην πιλότος μαχητικού που είχε ξεπέσει στο να κάνει μεταφορές με ένα ξεχαρβαλωμένο υδροπλάνο, ο Κόρκι ο ηρωικός μηχανικός του και ο «κοπρίτης» σκύλος του Τζακ, που σε πολλά ζητήματα επεδείκνυε μεγαλύτερη εξυπνάδα και ένστικτο επιβίωσης από τους ανθρώπους, συνδυάστηκαν στο μυαλό μας με την μυρωδιά του γιασεμιού καθώς όταν ξεκινούσαν τα επεισόδια ήταν αν θυμάμαι καλά, αργά το απόγευμα και λόγω της καλοκαιρινής ζέστης ανοίγαμε τις πόρτες διάπλατα. Ναι τότε δεν υπήρχε φόβος… Ό,τι και αν κάναμε φροντίζαμε να το έχουμε ολοκληρώσει ώστε να είμαστε σπίτι για να προλάβουμε ακόμα και την μουσική των τίτλων της αρχής. Θυμάμαι δε πως κλείναμε και τα φώτα και ήταν λες και πηγαίναμε στον κινηματογράφο μιας και πριν δυο τρία χρόνια είχαμε πάρει στο σπίτι και έγχρωμη τηλεόραση και όλα φάνταζαν αληθινά!».

«Τμήμα Ηθών»
Τέλης Τσίτος: «Τα ’90s ήταν μια δύσκολη εποχή για τους ξαναμμένους πιτσιρικάδες. Ίντερνετ δεν υπήρχε στα σπίτια, ο βιντεοκλαμπάς σε έδιωχνε από το “κακόφημο” τμήμα, ο περιπτεράς της γειτονιάς δεν σε άφηνε να ξεφυλλίσεις τα τσοντοπεριοδικά, ούτε φυσικά και εκείνος ο κακομούτσουνος αιθουσάρχης του πορνοσινεμά να περάσεις το κατώφλι του. Κι όμως, η απάντηση για τη μαθητιώσα νεολαία ήρθε και ήρθε από Ελλάδα μεριά! Το “Τμήμα Ηθών” άρχισε να προβάλλεται στον ΑΝΤ1 το σωτήριο -από κάθε άποψη- έτος 1992, υποσχόμενο να σκανδαλίσει τα χρηστά ήθη της σεμνότυφης εποχής. Οι εφηβικές μας αναμνήσεις υποδεικνύουν ότι ήταν ένα από τα ελάχιστα τηλεοπτικά προϊόντα του καιρού που έδειχνε κάτι περισσότερο από το βαρετό “βάζο με λουλούδια”, τη γνωστή πανοραμική κίνηση της κάμερας δηλαδή και την επικέντρωση του φακού στο στρατηγικά τοποθετημένο βάζο στο κομοδίνο, όταν παραδίπλα στο κρεβάτι εκτυλίσσονταν καυτές σεξουαλικές περιπτύξεις. Κάποια στιγμή εγκαθιδρύθηκε λοιπόν η φήμη ότι η σειρά είχε πιο πιπεράτο περιεχόμενο από κάτι “Χάι Ροκ”, “Μπακούρια” και “Μικρομεσαίους”, κι έτσι θρονιαζόμασταν συνωμοτικά στον καναπέ τις μεγάλες βραδινές ώρες, έχοντας επιστρατεύσει όλη μας την παιδική πειθώ στους γονείς μας, μπας και δούμε κάτι περισσότερο από βαθύ ντεκολτέ. Και συνήθως βλέπαμε! Αν μάλιστα ήταν και κοντά στο τέλος της σεζόν, όταν ξεκινούσαν οι καλοκαιρινές διαφημίσεις του Fa με το γυμνόστηθο κορίτσι που δροσιζόταν στους καταρράκτες, η ανομολόγητη ευτυχία άγγιζε ουρανό. Δύσκολα μπορεί να εκτιμήσει ο σημερινός έφηβος τι σήμαινε άλλοτε να δεις στο γυαλί γυμνό γυναικείο στήθος και τι αντίκτυπο είχε αυτό στις φουντωμένες φαντασιώσεις μιας γενιάς που έψαχνε διέξοδο από τον κατάφωρο πουριτανισμό της τηλεοπτικής μας ηθικής. Το “Τμήμα Ηθών” λειτουργούσε στον επαναστατημένο ψυχισμό μας ως μπουρλότο ηθών, μια βραδυφλεγής ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια ενός μηχανισμού που περίμενες να γκρεμιστεί μπας και δεις λίγο στηθάκι…»

«X-Files»
Αθηνά Δημητρακοπούλου: «Η βόλτα στη memory lane της δεκαετίας του ’90 επιβάλλει “X-Files”. Χειμωνιάτικες βραδιές, τα αγαπημένα μου γαριδάκια αγκαλιά, όλα τα φώτα στην κρεβατοκάμαρα της μαμάς και του μπαμπά σβηστά εκτός από εκείνο της τηλεόρασης. Ούτε το intro δεν έχανα! Μυστήριο, εξωγήινοι, απαγωγές, σκοτεινές φιγούρες, αλλόκοτες καταστάσεις, ανεξιχνίαστοι θάνατοι, εξαφανίσεις, θεωρίες συνωμοσίας και μυστηριώδεις τύποι, ήταν ό,τι ακριβώς χρειαζόταν το εφηβικό μυαλό μου για να ανεβάσει την αδρεναλίνη μου στα ύψη. Κάποιες φορές ήταν αρκετό μόνο και μόνο για να μείνω ξάγρυπνη από τον φόβο μου για εκείνο το απόκοσμο πλάσμα (τον Flukeman τον θυμάστε;) που είχε δείξει στη δεύτερη σεζόν και ήμουν βέβαιη ότι θα βγει από την ντουλάπα του δωματίου μου. Ο Μόλντερ, με τις υπαρξιακές αναζητήσεις του, κάποια στιγμή πήγε να με πείσει ότι «η αλήθεια βρίσκεται εκεί έξω», ενώ συχνά πυκνά με εκνεύριζε η Σκάλι, με τις ορθολογικές και νηφάλιες αναλύσεις της, που όλα τα ήξερε και επίμονα επιχειρούσε να καταρρεύσει κάθε μύθο περί παραφυσικών δραστηριοτήτων! Άσε βρε κουκλίτσα μου την φαντασία μας να καλπάσει, άσε μας να πιστέψουμε. Χρόνια αργότερα ανακάλυψα ολόκληρη τη συλλογή, σε προσφορά, στο HMV στο Λονδίνο. Και επιτέλους είδα όλα τα επεισόδια, το ένα μετά το άλλο! Πλέον ποζάρει στο σαλόνι μου σαν τρόπαιο σε περίοπτη θέση. Καμιά φορά, βάζω κάποιο από τα αγαπημένα επεισόδια για να περάσει η ώρα. Βρίσκεται πλάι στο “Χτυποκάρδια στο Μπέβερλι Χιλς”… Ναι, παρακολουθούσα κι εγώ ευλαβικά την σούπερ επιτυχημένη νεανική σαπουνόπερα με ένα μάτσο κακομαθημένους έφηβους».

«Sailor Moon»
Ιουλία Κιλέρη: «Ποτέ δεν ήμουν από τα παιδιά που έπρεπε να τα σηκώσεις από τον καναπέ με το ζόρι για να σταματήσουν επιτέλους να καίγονται με τις ώρες στην τηλεόραση. Αντιθέτως, το μυαλό μου -κι εγώ συνήθως- ήταν στην πλατεία κάτω από το σπίτι μου και το παιχνίδι με τους φίλους μου. Δυσκολεύτηκα λοιπόν όταν χρειάστηκε να ανατρέξω στα παιδικά μου χρόνια και να θυμηθώ αυτά που μου άρεσε να παρακολουθώ στην τηλεόραση. Δεν μπορεί, όμως, έβλεπα κι εγώ τηλεόραση, όπως όλα τα παιδιά, έστω και λίγο. Και τότε θυμήθηκα τη… Sailor Moon! Ειλικρινά, δεν ξέρω γιατί, αλλά ήταν το πρώτο που μου ήρθε στο μυαλό. Δεν θυμάμαι βέβαια και πολλά. Είχε χρώματα, κορίτσια με ξεχωριστές δυνάμεις που μάχονταν το κακό και νικούσαν (σουφραζέτα από μικρή!). Τώρα που το σκέφτομαι, μάλλον μια χαζομάρα ήταν… Ψάχνοντας όμως βιντεάκια από το παιδικό, μια μικρή νοσταλγία -ναι, το ομολογώ- την ένιωσα!»

«Χτυποκάρδια στο  Μπέβερλι Χιλς»
Μαργαρίτα Τζαγκαράκη: «Τα ωραία αγόρια ήταν ο λόγος που το έβλεπαν τα κορίτσια. Από την άλλη τα αγόρια- όχι, όχι προς Θεού-, δεν γούσταραν κανένα από τα κορίτσια που έπαιζαν σε ένα τόσο φλώρικο σίριαλ. Κι αν αναρωτιέστε γιατί πράγμα μιλάμε, γιατί άλλο; Για το “Χτυποκάρδια στο Μπέβερλι Χιλς”. Ωραία σπίτια, ακριβά αυτοκίνητα, τέλεια σχολεία, σχεδόν καθόλου διάβασμα, γοητευτικά και ώριμα αγόρια ήλιος, θάλασσα, χρήμα… Τι υπέροχα νεανικά και σχολικά χρόνια… Ο Μπράντον, η Μπρέντα, ο Ντίλαν, η Κέλι, ο Στιβ, η Ντόνα, ο Ντέιβιντ και η Άντρια, η παρέα των γυμνασιόπαιδων έγιναν τα είδωλα μιας ολόκληρης γενιάς. Πώς θα μπορούσα να μην ζηλεύω τη ζωή τους;»

«Χαρτ και Χαρτ» και «Όλα για το πτυχίο»
Μυρτώ Κόλια: «Όλες οι σειρές που ακούστηκαν στη συζήτηση που κάναμε στο newsbeast για τις τηλεοπτικές αναμνήσεις της παιδικής μας ηλικίας είχαν φωνές υποστήριξης που έλεγαν: “ναι! Κι εγώ το έβλεπα αυτό”, “πο πο, τι είπες τώρα!” και τα συναφή. Στις δύο αυτές σειρές, που ανέσυρα εγώ από τα τρίσβαθα της μνήμης, έτη φωτός μακριά, έπεσε σιωπή. Ελάτε τώρα! Μόνο εγώ τις θυμάμαι; Ευτυχώς το αγαπημένο διαδίκτυο με πρόλαβε, λίγο πριν το πιστέψω κι εγώ η ίδια πως οι σειρές “Χαρτ και Χαρτ” και “Όλα για το πτυχίο” έχουν παιχτεί μόνο μέσα στο κεφάλι μου. Οι σειρές ασφαλώς υπάρχουν, όχι, δεν τις γέννησε η φαντασία μου και, ναι, είμαστε κι εμείς που θυμόμαστε την προϊστορική τηλεόραση, εκεί στις αρχές της περίφημης δεκαετίας του ’80, τότε που οι επιλογές στα κανάλια της τηλεόρασης ήταν τόσο λίγες που δεν είχε χρειαστεί ακόμα να εφευρεθεί η λέξη “ζάπινγκ”. Οπότε κάπου βαθιά σε κάποια δομή του εγκεφάλου μου υπάρχει και ανασύρθηκε αυτή η εικόνα, να κάθομαι με τον μπαμπά μου στον καναπέ, στο σπίτι που μέναμε τότε, και να παρακολουθούμε φανατικά το «Όλα για το πτυχίο» (Paper chase ο αγγλικός τίτλος), με τον νεαρό φοιτητή της Νομικής Τζέιμς Χαρτ που διέγραφε την πορεία προς την ακαδημαϊκή επιτυχία υπό το άγρυπνο βλέμμα του εμβληματικού και παράξενου καθηγητή Κίνγκσφιλντ. Με την ίδια σύνθεση- και υπό τα βλέμμα αποδοκιμασίας της μαμάς και του αδελφού μου- ως ντουέτο μπαμπά και κόρης παρακολουθούσαμε και το “Χαρτ και Χαρτ” με τον Ρόμπερτ Βάγκνερ και τη Στέφανι Πάουερς να μπλέκουν σε περιπέτειες, να διαλευκάνουν μυστήρια και να αποκαλύπτουν μηχανορραφίες και εγκλήματα. Συμπάθεια και των δυο μας ο εμβληματικός μπάτλερ τους Μαξ, που μας καλωσόριζε σε κάθε επεισόδιο: “This is my boss – Jonathan Hart, a self-made millionaire. He’s quite a guy. This is Mrs. H – she’s gorgeous. What a terrific lady. By the way, my name is Max. I take care of them, which ain’t easy, ’cause their hobby is murder”».

«Τόλμη και γοητεία»
Παναγιώτης Ευθυμιάδης: «Μία πόρτα ήταν αρκετή για να την ανοίξω και να μπω στον κόσμο της σαπουνόπερας. Μετά είπα να βγω και δεν ξαναμπήκα, ούτε καν στην αυλή του Survivor… Στα 7 φανατικός της “Τόλμης και Γοητείας”. Το απαγορευμένο μήλο, αυτό που οι γονείς δεν άφηναν τότε στα μικρά παιδιά να βλέπουν ήταν για μένα η βραδινή σκανδαλιά.

Μετά το ατελείωτο ποδήλατο στο χωριό, η “Τόλμη και Γοητεία” με την αξέχαστη Μπρουκ το 1988 στην ΕΤ1 ήταν αυτό που λέει “όχι” η μαμά, αλλά… Υπάρχουν πάντα οι γιαγιάδες… Ακόμα θυμάμαι να ανοίγω την πόρτα για να κάνω λίγα βήματα, να πω μια καληνύχτα στη γιαγιά και να δούμε μαζί “Τόλμη και Γοητεία” για να το παίξω και «έξυπνος» στο σχολείο την επόμενη μέρα…»