Ο μεγάλος Έλληνας της Αμερικής, ο Τζον Κατσιματίδης, θυμίζει πολύ το βασιλιά Μίδα, που ό,τι έπιανε γινόταν χρυσάφι. Είναι ένας από τους ισχυρότερους Ελληνοαμερικάνους, με περιουσία που ξεπερνά τα 3,3 δισεκατομμύρια ευρώ και το όνομά του να φιγουράρει τα τελευταία χρόνια στη λίστα του Forbes με τους πλουσιότερους ανθρώπους του κόσμου. Είναι ο άνθρωπος που έχει κοιμηθεί στο Λευκό Οίκο, ο κολλητός των Κλίντον αλλά πάνω από όλα είναι ένας φλογερός Έλληνας που αγαπάει την «πατρίδα» όπως συχνά την αποκαλεί.
Από τη Νίσυρο στο Χάρλεμ
Η ιστορία του Τζον Κατσιματίδη μοιάζει με ένα ωραίο χριστουγεννιάτικο παραμύθι. Ο γιος του φτωχού φαροφύλακα από τη Νίσυρο, που αναζήτησε το αμερικάνικο όνειρο και τελικά το κέρδισε. 1948 στη ξεχασμένη Νίσυρο των Δωδεκανήσων. Εμφύλιος και φτώχεια. Ο φαροφύλακας Κατσιματίδης κάνει το μεγάλο βήμα για να αλλάξει τη ζωή του. Παίρνει τη φαμίλια του και φεύγει για την Αμερική, ακολουθώντας το τεράστιο κύμα Ελλήνων μεταναστών που κυνηγούσαν το αμερικάνικο όνειρο αναζητώντας μια πιο ανθρώπινη ζωή. Η κ. Κατσιματίδη κρατά σφιχτά στην αγκαλιά της των μόλις έξι μηνών μωρό της. Είναι ο Γιάννης, ο σημερινός και τρανός Τζον Κατσιματίδης. Η οικογένεια εγκαταστάθηκε σε μια φτωχή συνοικία στο Χάρλεμ όπου ο πατέρας του βρήκε δουλειά ως βοηθός σερβιτόρου. Ο Τζον, σε μικρή ηλικία αποφάσισε να βοηθήσει τον πατέρα του να τα βγάλουν πέρα δουλεύοντας τα βράδια σε ένα μπακάλικο. Προσπάθησε να συνδυάσει δουλειά και σπουδές. «Όλοι έχουν τις ίσες ευκαιρίες στην Αμερική για να γίνουν επιτυχημένοι άμα δουλεύεις σκληρά και είσαι έξυπνος. Όμως είναι περισσότερες οι ευκαιρίες στην Αμερική από ό,τι στα ευρωπαϊκά κράτη» έχει πει σε συνέντευξή του. Ο Κατσιματίδης ξεκίνησε σπουδές ηλεκτρολόγου μηχανικού στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης αλλά τις παράτησε -«όπως ο Μπιλ Γκέιτς παράτησε το Χάρβαρντ», δικαιολογείται ο ίδιος- για να πιάσει δουλειά στο παντοπωλείο ενός γνωστού του το οποίο τελικά αγόρασε. Το ένα παντοπωλείο έγινε αλυσίδα 50 παντοπωλείων, με την επωνυμία Red Apple Group, ενώ προστέθηκαν εταιρείες ενοικίασης επιχειρηματικών αεροσκαφών, διυλιστήρια, βενζινάδικα και περισσότερα από 300 ακίνητα-«φιλέτα» σε Νέα Υόρκη και Φιλαδέλφεια. Εάν και δεν πήρε ποτέ το πτυχίο του το συγκεκριμένο πανεπιστήμιο, το οποίο είναι ένα από τα δέκα καλύτερα των ΗΠΑ, τον ανακήρυξε επίτιμο διδάκτορα αλλά και επιχειρηματία της χρονιάς το 1997. Σήμερα, είναι μέλος της επιτροπής διοίκησης του δημοτικού πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης.
Η στροφή στην πολιτική
«Το 1949 οι γονείς μου μετανάστευσαν (σ.σ. στις ΗΠΑ από τη Νίσυρο) αναζητώντας μια καλύτερη ζωή. Όπως τόσοι πολλοί μετανάστες, έφθασαν στην πόλη μας (σ.σ τη Νέα Υόρκη) με ελάχιστα χρήματα στην τσέπη και γνωρίζοντας μόνο λίγες λέξεις αγγλικά. Ήρθαν όμως με πολλές ελπίδες και την επιθυμία να δουλέψουν σκληρά για να μου προσφέρουν τις ευκαιρίες που δεν είχαν οι ίδιοι. Εγκατασταθήκαμε στο Χάρλεμ και ο πατέρας μου (σ.σ. πρώην φαροφύλακας) βρήκε δουλειά ως βοηθός σερβιτόρου ενώ η μητέρα μου έμεινε σπίτι να με φροντίζει. Ήμασταν φτωχοί και οι καιροί ήταν δύσκολοι… Σήμερα, 64 χρόνια αργότερα, ανακοινώνω επισήμως την υποψηφιότητά μου για δήμαρχος της Νέας Υόρκης. Μπαίνω στην κούρσα ως βέρος Νεοϋορκέζος. Μεγάλωσα σ’ αυτές τις γειτονιές, μορφώθηκα στα δημόσια σχολεία τους και άνοιξα ένα μικρό παντοπωλείο με πελατεία τους κατοίκους τους».