Μπορεί στον επαγγελματικό αθλητισμό, σύμφωνα με τους Αμερικανούς, να ισχύει το «ο πρώτος είναι πρώτος και ο δεύτερος είναι τίποτα», στον αγνό αθλητισμό όμως, αυτόν που πρεσβεύει το Ολυμπιακό ιδεώδες ή πνεύμα, σημασία δεν έχει η νίκη αλλά η συμμετοχή, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι όλα καλά αν τερματίσεις με… μισό αιώνα καθυστέρηση, όπως έγινε με τον Ιάπωνα Σίζο Κανακούρι που ήταν εκ των φαβορί στον μαραθώνιο των Ολυμπιακών Αγώνων 1912.
Το 1911 η Ιαπωνία προχώρησε σε μια ανακοίνωση που εξέπληξε πολλούς: Ένας αθλητής της και συγκεκριμένα ο Σίζο Κανακούρι είχε κάνει παγκόσμιο ρεκόρ στον μαραθώνιο! Το αν ίσχυε ή όχι, βέβαια, δεν μπορούσε να το ξέρει με σιγουριά κανείς, όπως και να έχει, όμως, του δόθηκε το δικαίωμα να πάρει μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Στοκχόλμης ένα χρόνο μετά. Έτσι, έγραψε ιστορία αφού μαζί με ένα συναθλητή του έγιναν οι πρώτοι δύο που εκπροσώπησαν την Ιαπωνία στη μεγαλύτερη αθλητική διοργάνωση.
Ήταν, αναμφίβολα, ένα ιστορικό γεγονός και αυτό το αντιλαμβάνονταν σε όλη τη χώρα, με αποτέλεσμα να γίνει έρανος για να συγκεντρωθούν τα χρήματα για το ταξίδι. Και ήταν ένα δύσκολο ταξίδι, αν σκεφτούμε ότι χρειάστηκαν 18 μέρες για να φτάσουν, έχοντας χρησιμοποιήσει πλοία και τρένα, στον προορισμό τους. Οι δύο Ιάπωνες ήταν πλέον σε σουηδικό έδαφος και ο Κανακούρι ήταν έτοιμος να δικαιώσει τις προβλέψεις που τον ήθελαν να είναι ένα από τα φαβορί για το χρυσό μετάλλιο στον μαραθώνιο. Στο κάτω-κάτω ήταν ο κάτοχος του παγκοσμίου ρεκόρ, σύμφωνα με τους συμπατριώτες του.
Η ιστορία, όμως, θα εξελιχθεί με τρόπο που δεν μπορούσε να φανταστεί κανείς… Οι δύο Ιάπωνες αθλητές είναι εξαντλημένοι από το ταξίδι, έχουν προβλήματα με τη σουηδική κουζίνα και οι καιρικές συνθήκες, με την πολλή ζέστη και ακόμη περισσότερη υγρασία, δεν τους βοηθάνε καθόλου. Τα πράγματα σε ό,τι αφορά τη ζέστη και την υγρασία θα γίνουν ακόμη χειρότερα την ημέρα του μαραθώνιου, κατά τη διάρκεια του οποίου πολλοί αθλητές εγκατέλειψαν την προσπάθειά τους.
Ο Σίζο Κανακούρι δεν ήθελε να είναι ένας εξ αυτών, κάποια στιγμή όμως κατέρρευσε έξω από την αυλή ενός σπιτιού και η οικογένεια που έμενε σε αυτό αποφάσισε να τον φροντίσει. Τον πήραν επομένως στο σπίτι τους, με τον Ιάπωνα να συνέρχεται έπειτα από πολλή ώρα και να συνειδητοποιεί ότι τα όνειρα για χρυσό μετάλλιο θα παραμείνουν τέτοια… Με δεδομένο και τον έρανο που είχαν κάνει οι συμπατριώτες του για να μπορέσει να ταξιδέψει στη Σουηδία, το συναίσθημα που ένιωσε ήταν αυτό της ντροπής.
Έτσι, αποφάσισε να μην ενημερώσει κανέναν από τους υπεύθυνους των Ολυμπιακών Αγώνων και επέστρεψε στην πατρίδα του όσο πιο… αθόρυβα μπορούσε, θέλοντας να ξεχάσει τη ντροπή που έζησε στη Στοκχόλμη. Δεν το είχαν ξεχάσει, όμως, οι Σουηδοί, οι οποίοι τα επόμενα χρόνια θα έβγαζαν διάφορα σενάρια για το τι μπορεί να συνέβη στον Ιάπωνα, τον οποίο άρχισαν να ψάχνουν. Η αναζήτηση αυτή έλαβε τέλος το 1967, όταν τον βρήκαν στην πατρίδα του και του πρόσφεραν λεφτά για να επιστρέψει στη Στοκχόλμη και να τρέξει τη διαδρομή που του είχε απομείνει μέχρι τον τερματισμό.
Περισσότερα από μισό αιώνα μετά την κατάρρευσή του, ο Κανακούρι συναντήθηκε ξανά με την οικογένεια που τον είχε φροντίσει εκείνη την ημέρα και άρχισε να τρέχει από το σπίτι τους, από εκεί που είχε σταματήσει δηλαδή, με κατεύθυνση τον τερματισμό. Στις 20 Μαρτίου, 55 ολόκληρα χρόνια μετά, ο Ιάπωνας όντως τερμάτισε και από τα μεγάφωνα του γηπέδου της Στοκχόλμης ανακοινώθηκε ότι… μόλις έλαβαν τέλος οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 1912!
«Παντρεύτηκα, έκανα έξι παιδιά, έχω 10 εγγόνια, αλλά επιτέλους τερμάτισα», είπε ο ίδιος, γνωρίζοντας ότι έχει κάνει ένα ρεκόρ, έστω αρνητικό, που δεν θα καταρριφθεί ποτέ: Τερμάτισε στον μαραθώνιο των Ολυμπιακών Αγώνων με χρόνο… 54 χρόνια, 8 μήνες, 6 μέρες, 5 ώρες, 32 λεπτά και 20 δευτερόλεπτα!