Στο πέρασμα των χρόνων ο κόσμος είδε τον Ζορζ Γουεά να κατακτά τη Χρυσή Μπάλα και τον Ντιντιέ Ντρογκμπά να επαναλαμβάνει το κατόρθωμά του, όπως είδε και τον Σαμουέλ Ετό να γίνεται ένας από τους καλύτερους και πιο καθοριστικούς παίκτες στο υψηλότερο επίπεδο. Είδε τις ευρωπαϊκές ομάδες να γεμίζουν με Αφρικανούς παίκτες, πολλοί εκ των οποίων κάνουν μια χαρά καριέρα ακόμη και σε μεγάλα κλαμπ. Και όλα αυτά, επειδή το καλοκαίρι του 1990, όπως και αυτό του 1994, είδε τον Ροζέ Μιλά, τον άνθρωπο που με εκείνο το τρελό Καμερούν εξασφάλισε ότι η φράση «Αφρικανός ποδοσφαιριστής» θα γίνει πραγματικότητα και όχι ανέκδοτο…
Και να σκεφτεί κανείς ότι αυτό ενδεχομένως να το πέτυχε λόγω του χαρακτήρα του, ο οποίος δεν ήταν και ο πιο εύκολος του κόσμου. «Καντάφι», ήταν το προσωνύμιο που του είχαν δώσει οι συμπατριώτες του και ο λόγος δεν ήταν μόνο οι ηγετικές τάσεις του, αλλά και το γεγονός ότι μπορούσε από τη μία στιγμή στην άλλη να εκνευριστεί. Πολύ. Και να έχει, κατ’ επέκταση, τις ανάλογες εκρήξεις. Και τελικά αυτά τα δύο θα τα συνδύαζε με μαγικό τρόπο το 1989, όταν θα αποδεχόταν την πρόταση του προέδρου του Καμερούν, Πολ Μπιγιά, να επιστρέψει στην εθνική ομάδα για το Μουντιάλ 1990 που θα γινόταν στην Ιταλία.
Ο Μιλά ήταν μέλος της από το… 1973 αλλά το 1988, στα 36 του χρόνια, αποφάσισε να βάλει το τέλος. Ενδιάμεσα, έπαιζε επί χρόνια σε γαλλικές ομάδες έχοντας συμπαθητικές επιδόσεις στο σκοράρισμα, χωρίς όμως ποτέ να γίνει ο μεγάλος σταρ. Τουλάχιστον για τον υπόλοιπο κόσμο, γιατί για την πατρίδα του ήταν. Κι όμως, η είδηση της επιστροφής του στην εθνική ομάδα για το Μουντιάλ 1990 δεν είχε γίνει δεκτή με χαρά από τον προπονητή και τους συμπαίκτες του. Κάτι που ενδεχομένως να έδωσε το κίνητρο στον Μιλά όχι μόνο για να βγάλει στο γήπεδο τον ηγετικό χαρακτήρα του, αλλά και για να… φορτώσει. Να εκνευριστεί, να μπει σε διαδικασία απαντήσεων.
Και τις έδωσε. Εμφατικά. Η ιστορία κατέγραψε ότι το Καμερούν στα γήπεδα της Ιταλίας νίκησε την Αργεντινή, νίκησε τη Ρουμανία, απέκλεισε την Κολομβία και έγινε η πρώτη αφρικανική ομάδα που έφτασε ως τους «8» του Παγκοσμίου Κυπέλλου, όπου και αποκλείστηκε στην παράταση από την Αγγλία. Μια τρελή πορεία, στη διάρκεια της οποίας ο Μιλά έβαλε 4 γκολ, με αποκορύφωμα τα δύο επί της Κολομβίας και ειδικά αυτό με το κλέψιμο στον Ρενέ Χιγκίτα που έκανε τα δικά του και τον πανηγυρισμό με τον χορό μπροστά στο σημαίακι του κόρνερ. Πανηγυρισμό που αρκετοί μιμήθηκαν τα επόμενα χρόνια, είτε σε γήπεδα είτε σε αλάνες.
Έδωσε όραμα στους Αφρικανούς και πέτυχε νέο ρεκόρ
Πιο σημαντικό από όλα αυτά, όμως, είναι ότι ο Μιλά εκείνο το καλοκαίρι, στα 38 του χρόνια, ηλικία απαγορευτική για τα αθλητικά δεδομένα εκείνης της εποχής, έκανε πάρα πολλούς Αφρικανούς να πιστέψουν στο όνειρο. Έκανε αμέτρητους σε όλο τον κόσμο να προσέξουν το ταλέντο μιας αφρικανικής ομάδας, να ασχοληθούν μαζί της για τους χορούς στους πανηγυρισμούς ή τα… μαγικά της. Και ίσως αυτός να ήταν και ο λόγος που τέσσερα χρόνια μετά ο Μιλά ήταν και πάλι εκεί.
Το καλοκαίρι του 1994, στις ΗΠΑ, στα 42 του χρόνια πλέον πήρε μέρος στο 3ο Μουντιάλ της καριέρας του. Η πορεία δεν ήταν ανάλογη με αυτή προ 4ετίας, αφού το Καμερούν αυτή τη φορά αποκλείστηκε στον όμιλο. Όχι πριν ο ηγέτης του, όμως, εξασφαλίσει ενδεχομένως και για πάντα μια θέση στην ιστορία ως ο γηραιότερος παίκτης που σκόραρε σε αγώνα Μουντιάλ, όντας 42 ετών και 39 ημερών στην ήττα με 6-1 από τη Ρωσία…