Είναι από τους παίκτες που έχουν γράψει τη δική τους ιστορία στα ελληνικά γήπεδα, ο Φρανκ Ζουέλα έζησε για να παίξει μπάλα, για να γίνει επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Όμως, δεν ήταν ποτέ ένας παίκτης ακόμα. Γεννήθηκε στην Αγκόλα, μετανάστευσε στην Πορτογαλία, έγινε το παιδί του Μουρίνιο και το 2005 έρχεται στην Ελλάδα, στον Ακράτητο του Ψωμιάδη για να… ριζώσει.
Το όνομά του άρχισε να «παίζει» για πολλές ομάδες. Αρνείται να πάρει προκαταβολή από τον Σπανό για να πάει στον Ατρόμητο, τελικά, υπογράφει στην Ξάνθη και εκεί μένει για μια τριετία. Ο Πανόπουλος ήθελε να του βάλει 3 εκατ. ευρώ, ενώ του είχε τάξει κι ένα αυτοκίνητο αρκεί να έβαζε γκολ στον Ολυμπιακό μέσα στο Καραϊσκάκης. Ακολουθούν Ρωσία, ΠΑΟΚ, Ατρόμητος, ΑΠΟΕΛ, Απόλλων Σμύρνης, Καμπουσκόρπ (ομάδα της Αγκόλας) και Τροφένσε.
Σήμερα, ασχολείται με την εκπαίδευση παιδιών και συνεργάζεται με Μπενφίκα, Σπόρτινγκ Λισαβόνας κι άλλους κορυφαίους συλλόγους της Πορτογαλίας. Πρόσφατα, μάλιστα, η Μπενφίκα ήρθε στην Ελλάδα για να ανακαλύψει ταλέντα μέσω του Ζουέλα.
«Ο Μουρίνιο μού έσωσε την καριέρα, δεν επέτρεψε να φύγω από την Λεϊρία»
Πώς ξεκίνησες να παίζεις ποδόσφαιρο;
«Εγώ κι ο αδερφός μου θέλαμε να παίξουμε μπάλα. Ο πατέρας μας, μας πήγε στο γήπεδο, στη Λεϊρία. Δεν ξέραμε κανέναν εκεί… Μας άφησε. Στις αλάνες παίζαμε με τους φίλους μας κι έτσι άρχισα να αγαπάω το ποδόσφαιρο. Στη συνέχεια έγινα και ballboy στη Λεϊρία. Άρχισα να γουστάρω. Έβλεπα στα πρόσωπα των παικτών την ευτυχία όταν έπαιζαν, όταν έτρεχαν… Ήμουν το παιδί με το χαμόγελο στα χείλη όλη την ώρα».
Ποιος ήταν ο παίκτης που σε έκανε να γελάς περισσότερο;
«Το “φαινόμενο” ο Ρονάλντο, ο Φίγκο, ο Γκουαρντιόλα... Όμως, αυτά που έκανε το “φαινόμενο”, δεν τα βλέπουμε πλέον. Έπαιρνε τη μπάλα από το κέντρο και τους περνούσε όλους. Άρχισα να βλέπω το ποδόσφαιρο στη συνέχεια σαν στόχο. Όχι τόσο αγωνιστικά. Δεν έβλεπα ποτέ ότι θέλω να γίνω ο καλύτερος παίκτης. Έλεγα ότι μπορώ να γίνω επαγγελματίας κι ότι μπορώ να παίξω. Ποτέ δεν είπα “θέλω να γίνω καλύτερος από εσένα”. Ίσως και γι’ αυτό έπαιξα τελικά σε επαγγελματικό επίπεδο».
Το πρώτο σου παιχνίδι πώς το θυμάσαι;
«Ενιωσα πολύ χαρούμενος. Στη Λεϊρία, αρχικά, ήμουν επιθετικός και μπορώ να πω ότι ήμουν από τους καλύτερους παίκτες στην Ακαδημία. Αρχικά, δεν με έβαζαν να παίζω αλλά εξελίχθηκα. Όταν δεν έπαιζα, προετοιμαζόμουν για τη στιγμή αυτή. Έβλεπα ότι μπορώ. Το κλειδί, όμως, ήταν ο Μουρίνιο».
Ο Μουρίνιο;
«Ναι, ο Μουρίνιο στη Λεϊρία. Στην Ακαδημία οι προπονητές που είχαμε ήταν τραπεζίτες, καθηγητές… Δεν πιστεύω ότι υπήρξε τότε εξέλιξη στις γνώσεις των ανθρώπων που ήταν μέσα στο ποδόσφαιρο. Ο Μουρίνιο ήρθε και με κέρδισε με τον τρόπο του.
Τότε ήμουν στην Κ19, η Λεϊρία είχε πάρει έναν παίκτη μη κοινοτικό και δεν υπήρξε άλλη θέση ξένου. Ετσι, η ομάδα ήθελε να με διώξει. Φαντάσου, πριν 20 χρόνια στην Κ19 έκαναν μεταγραφές… Γι’ αυτό σου λέω ότι σκέφτομαι διαφορετικά, δεν είναι επειδή είμαι πιο έξυπνος.
Είχα συνειδητοποιήσει ότι θα φύγω. Στεναχωριόμουν γιατί θα έφευγα από την Λεϊρία ύστερα από 8 χρόνια. Είπα “εντάξει, πήρα όλη την εκπαίδευση, μπορεί να μην έπαιξα αλλά είμαι έτοιμος για να παίξω”. Ενώ γυρνούσαμε με την ομάδα από ένα φιλικό με τη Σαλαμάνκα, στο οποίο ήμουν ο καλύτερος παίκτης και είχα βραβευτεί, ήμασταν ακόμη μέσα στο λεωφορείο. Χτυπάει το τηλέφωνο του προπονητή της Κ19. Ένιωσα κάτι μέσα μου. “Θέλω να τον δω πριν φύγει”. Αυτή ήταν η ατάκα του Μουρίνιο στον προπονητή. Εκεί ένιωσα κάτι, είπα μέσα μου “ο Θεός ξέρει”. Ο Μουρίνιο αποφάσισε τότε να κάνω προπονήσεις με την πρώτη ομάδα και έπαιζα αγώνες με τους μικρούς».
Ο παίκτης που πήγε να σου πάρει τη θέση ποιος ήταν;
«Ήταν ένας Βραζιλιάνος, δεν έπαιξε ποτέ επαγγελματικά. Στον Μουρίνιο κανένας από τη διοίκηση δεν είχε μιλήσει για μένα. Ο Μουρίνιο είπε “προτιμώ εσένα, δεν θα φύγεις”.
Μου λέει “αύριο έχουμε προπόνηση, την τάδε ώρα να είσαι εδώ”. Του απάντησα: “Όχι, έχω σχολείο. Πρέπει να σπουδάσω”. Ξαφνιάστηκε. Μου λέει “εσύ σπουδάζεις;”. Του λέω: “Ναι, είμαι απ’ εδώ, από την πόλη”. Οι γονείς μου με άφησαν στη Λεϊρία παρόλο που τότε είχαμε αγοράσει σπίτι στη Λισαβόνα και είχαν μετακομίσει εκεί.
Ο Μουρίνιο κατανόησε την επιθυμία μου και μου είπε ότι μετά το σχολείο, θα έβρισκε ώρες για να κάνω και προπονήσεις. Κι έτσι έκανε».
Εκανε εντύπωση στον Μουρίνιο το ότι ήθελες να σπουδάσεις δηλαδή.
«Ήμουν παίκτης της Κ19, σπούδαζα οικονομικά και έκανα πρακτική στην ασφαλιστική ΑΧΑ. Πήγαινα στις προπονήσεις με το κοστούμι. Τα παιδιά γελάγανε, δεν είχαν συνηθίσει σ’ αυτές τις εικόνες. Κι ακόμη και σήμερα δεν έχει αλλάξει αυτό».
Τί θυμάσαι από τη σχέση σου με τον Μουρίνιο;
«Αυτό που μου έκανε εντύπωση είναι ότι με πήγαινε σπίτι, μου έφερνε φαγητό ή πηγαίναμε μαζί για φαγητό. Μου μιλούσε για την κόρη του, για τη γυναίκα του. Αν δεν κάνω λάθος είναι ψυχολόγος. Μου έλεγε για τον γιο του, τον Ζούκα. Μιλούσε για τη ζωή, για τις εμπειρίες του στην Μπαρτσελόνα και ‘γω άκουγα.
Πριν πάει στην Πόρτο ήξερα ότι τον ήθελε η Μπενφίκα. Ακουσα τον πρόεδρο της Λεϊρία να μιλάει με τον πρόεδρο της Μπενφίκα τότε. Από ‘κει πήρα από την προσωπικότητά του το κομμάτι “ό,τι θέλεις μπορείς να το πετύχεις. Αν, όμως, θες να πετύχεις θα κάνεις ό,τι λέω εγώ”. Όλα εξαρτώνται από εμάς. Γι’ αυτό κι όταν άρχισα να ασχολούμαι με τα παιδιά. Έλεγα στους γονείς: “Ασε το παιδί να κάνει ό,τι θέλει. Αν αποφασίζεις εσύ, θα κουβαλάει αυτό για όλη του τη ζωή”. Κατάλαβες;».
«Αν κάποιος με πει “μαύρο”, τί θα του πω εγώ; Ότι δεν είμαι;»
Θα μας πεις ένα περιστατικό ρατσισμού; Πιο πολύ για να παραδειγματιστούν άλλοι από τη δική σου στάση…
«Η ρατσιστική συμπεριφορά είναι ένα ξεκάθαρο αποτέλεσμα της έλλειψης παιδείας. Οπότε όταν βλέπω απέναντί μου έναν αμόρφωτο άνθρωπο, τί να του πω… Αρκεί να μην με ακουμπήσει. Ο άνθρωπος όταν έχει εκπαίδευση μπορεί να διαχειριστεί μια κατάσταση. Όταν δεν την έχει, όμως… Εμείς οι μαύροι έχουμε πιο σκληρό DNA. Δεν είναι θέμα δύναμης. Στην καρδιά μπορεί και να είμαστε. Είναι θέμα αντοχής. Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο δεν είχε μόνο το ταλέντο. Μπορεί ο Παπαλουκάς να είχε πιο πολύ ταλέντο. Απλά, ο Γιάννης άντεξε, γιατί στο ΝΒΑ είναι όλοι μαύροι. Ο Γιάννης δεν είναι ξένος, είναι σαν αυτούς.
Γι’ αυτό και ‘γω μέσα απ’ αυτό που κάνω θέλω να εξελίξω τα παιδιά και ως ανθρώπους. Η κοινωνία μας είναι γενικά χαλασμένη και δεν αντιλαμβανόμαστε οι άνθρωποι τί λέμε και τί κάνουμε. Δεν θα σταματήσει αυτό, θα συνεχιστεί.
Η κοινωνία στην Ελλάδα δεν είναι έτοιμη να δεχτεί την αλλαγή. Δεν μπορεί να δεχτεί προπονητές από την Πορτογαλία. Πρέπει να δώσεις χρόνο και γι’ αυτό τώρα είναι ξεκάθαρο ότι τους λείπει η παιδεία. Γι’ αυτό έφυγε κι ο Ζαγοράκης και γι’ αυτό η Εθνική έχει αυτήν την πορεία. Μόνο ο Ολυμπιακός μπορεί να έχει καλούς παίκτες. Οι Ελληνες που θα παίξουν; Ποιος τους φταίει; Εγω δεν κατηγορώ την ΕΠΟ. Δεν φταίει η ΕΠΟ, οι ίδιοι οι άνθρωποι που δουλεύουν στις Ακαδημίες δεν καταλαβαίνουν ότι χρειάζεται συγκεκριμένη εκπαίδευση».
Πριν λίγες μέρες ήταν και η επέτειος από τη μέρα που η Χρυσή Αυγή κρίθηκε «εγκληματική οργάνωση». Θες να μας πεις κάτι γι’ αυτό;
«Ναι, τη λύση θα τη δώσει ο μαύρος. Ο Θεός ξέρει τί κάνει… Στο τέλος πάντα βγαίνει ένας μαύρος και δίνει τη λύση. Δεν λέω ότι είμαστε οι καλύτεροι, αλλά μας δυσκολεύουν στη διαδικασία. Μας έκανε πιο ανθεκτικούς και το γεγονός ότι περάσαμε σκλαβιά. Στο ΝΒΑ αυτή τη στιγμή ο κορυφαίος παίκτης είναι μαύρος και είναι Ελληνας. Πιο πριν δεν ήταν άλλος Ευρωπαίος. Όταν έχεις έναν άνθρωπο που διαφημίζει την Ελλάδα όπως ο Γιάννης τί να πουν οι άλλοι. Ο Γιάννης, όπως κι εγώ, λέμε ότι “η Ελλάδα είναι η αρχή και το τέλος”. Τί να μου πούνε; “Μαύρε τί λες”; Ας πάμε στην Αγκόλα να δούμε αν μπορούν να αντέξουν αυτοί. Υπάρχουν άνθρωποι και άνθρωποι…
Αν κάποιος με πει “μαύρο”, τί θα του πω εγώ; Ότι δεν είμαι; Μέχρι εκεί φτάνει το μυαλό του. Δεν πας κόντρα. Αυτό δεν αλλάζει. Όταν εγώ ξεκίνησα εδώ στην Ελλάδα, δεν ήρθα να αλλάξω κανέναν. Τα πράγματα είναι απλά. Άσε τον καθένα να νομίζει ό,τι θέλει».
Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη του Φρανκ Ζουέλα στο gazzetta.gr