Αυτά τα «what if» στον αθλητισμό. Αμείλικτα, αχαλίνωτα. Τι θα γινόταν αν ο Ντράζεν δεν σκοτωνόταν στο τροχαίο; Αν ο Ντιέγο δεν πιανόταν ντοπέ; Αν ο Ρονάλντο ήταν καλά στον τελικό της Γαλλίας; Επιτρέπουν στο συλλογικό φαντασιακό να δημιουργήσει αξίες, να χαράξει μονοπάτια της ιστορίας που για μια σύμπτωση, ή για λεπτομέρεια, δεν έγιναν κεντρικοί δρόμοι. Όπως για παράδειγμα, ένα πέναλτι.
Η Εθνική Γιουγκοσλαβίας αποτελεί ένα τεράστιο «what if» του παγκόσμιου ποδοσφαίρου. Από το Μουντιάλ Νέων του 1987, που η ομάδα «κατέβηκε» στη Χιλή μόνο και μόνο για να μην υπάρξουν κυρώσεις και πήρε την κούπα, μέχρι το Euro του 1992, όπου ο πόλεμος της στέρησε τη συμμετοχή, η Δανία πήρε τη θέση της συγκεντρώνοντας παίκτες από τις παραλίες και έφτασε στην κατάκτηση του τίτλου. Σε αυτή την πενταετία οι ζυμώσεις που οδήγησαν στον πόλεμο και τη διάλυση κορυφώθηκαν. Στα μέσα τους, ωστόσο, υπήρχε μια ομάδα που κάποιοι πιστεύουν ακόμα ότι μπορούσε να αλλάξει τον ρου της ιστορίας. Και μια μέρα σαν τη σημερινή, στο Αρτέμιο Φράνκι της Φλωρεντίας, χάθηκε για πάντα.
O Γιάρνι, ο Προσινέτσκι, ο Σούκερ, ο Μπρνόβιτς προστέθηκαν από την ομάδα του ’87 στους μεγαλύτερους Κάτανετς, Σαμπανάτζοβιτς, Στοΐκοβιτς, Γιόζιτς, Πάντσεβ, Μπόκσιτς, Βιούγοβιτς, Σαβίσεβιτς και άλλους, δίνοντας στον Ίβιτσα Όσιμ την δυνατότητα να δημιουργήσει μια ομάδα γεμάτη ατομική ποιότητα και ελεύθερο ποδόσφαιρο, το οποίο εντυπωσίασε τους ουδέτερους στα γήπεδα της Ιταλίας. Οι Βαλκάνιοι έφτασαν στη χώρα έχοντας υποσκελίσει τη Γαλλία, χωρίς ήττα στα οκτώ ματς των προκριματικών. Γεμάτοι αυτοπεποίθηση, αλλά και με με τα πόδια να μην πατούν στο έδαφος, προσγειώθηκαν απότομα στο Σαν Σίρο με μια τεσσάρα από την Δυτική Γερμανία. Στη συνέχεια, αναδείχθηκαν ισόπαλοι 1- με την Κολομβία και πέρασαν στα νοκ άουτ συντρίβοντας τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Απέναντι στους Κολομβιανούς, αστόχησε σε πέναλτι ο αρχηγός Φαρούκ Χατζιμπέγκιτς. Η απώλεια δεν είχε κόστος, δεν προκάλεσε κάποιον πρόωρο αποκλεισμό. Θα στοίχειωνε για πάντα όμως τον μετέπειτα παίκτη της Σοσό, ο οποίος φιλοξενούσε μετά το ξέσπασμα του πολέμου στο σπίτι του πρόσφυγες. «Σήμερα πιστεύω ότι καταλαβαίναμε αυτό που αισθάνονταν πίσω στη χώρα. Τότε το λαμβάναμε σαν κάτι νορμάλ, ωστόσο τα πράγματα άλλαζαν, οι οικογένειές μας υπέφεραν. Ο Ίβιτσα Όσιμ προσπαθούσε ώστε να μην επηρεαστούμε, ωστόσο ήταν πολύ δύσκολο. Είναι αλήθεια ότι τότε δεν υπήρχαν οι τεχνολογίες που έχουμε τώρα, όμως τελικά μάθαινες τι γινόταν στην πατρίδα από τη γυναίκα σου ή οποιονδήποτε συγγενή είχε έρθει στην Ιταλία. Πολλοί από τους παίκτες της εθνικής έπαιζαν ακόμα στη Γιουγκοσλαβία και μιλούσαν με συμπαίκτες. Ήταν μια δύσκολη κατάσταση», θυμάται ο παλαίμαχος στόπερ. «Όταν παίζαμε στην Ιταλία ακόμα δεν είχε συμβεί τίποτα, αλλά μιλούσαμε για πράγματα εκτός ποδοσφαίρου. Υπήρχαν συζητήσεις για μια πιθανή διάλυση, άκουγες πράγματα. Μεταξύ μας προσπαθούσαμε να μην μιλάμε γι’ αυτά, αλλά ακούγαμε πολλά. Μετά την Ιταλία, ήταν σαν η σύγκρουση να απελευθερώθηκε..», έλεγε στη συνέχεια ο Γιάρνι.
Πρώτος νοκ άουτ αντίπαλος η Ισπανία. Με τον Στοΐκοβιτς μεγάλο πρωταγωνιστή, η Γιουγκοσλαβία πέρασε στην παράταση. Απέναντί της, ο μεγάλος νικητής του clasico Βραζιλία – Αργεντινή. Η Αλπισελέστε του Μαραντόνα και του Κανίγια κατάφερε να αποκλείσει για πρώτη φορά στην ιστορία της Σελεσάο, για να γίνει σύνθημα στα χείλη των Αργεντινών. Η εθνική ομάδα της Γιουγκοσλαβίας έδειχνε έτοιμη για την έκπληξη που χρειαζόταν τόσο πολύ πίσω στα εδάφη της. Η κατάσταση είχε αρχίσει να γίνεται δύσκολη. «Αυτό θα έπρεπε να είναι το μεγαλύτερο παιχνίδι, αλλά διεξήχθη τη λάθος στιγμή, επειδή είχαμε πολλά άλλα προβλήματα και η ομάδα δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί», έλεγε ο Όσιμ, τονίζοντας ότι ο Σρέτσκο Κάτανετς του ζήτησε να μην τον χρησιμοποιήσει, λόγω των απειλών που υπήρχαν για την οικογένειά του στη Σλοβενία, η οποία μαζί με την Κροατία αποτελούσαν τις πιο πλούσιες χώρες της Ομοσπονδίας και η πρώτη που αποσχίστηκε. Τα εθνικιστικά κινήματα στις χώρες της Ομοσπονδίας θέριευαν και λίγους μήνες πριν τη διοργάνωση το γυαλί είχε σπάσει, όταν στο τελευταίο συνέδριο της Ένωσης Γιουγκοσλάβων Κομουνιστών οι Σλοβένοι και οι Κροάτες αντιπρόσωποι αποχώρησαν απογοητευμένοι. Ταυτόχρονα, στο εσωτερικό της Κροατίας, Σέρβοι εθνικιστές δημιούργησαν αυτόνομη κοινότητα, η οποία οδήγησε στη λεγόμενη «επανάσταση των κορμών». Η κατάσταση μύριζε μπαρούτι.
Χωρίς τον Κάτανετς, λοιπόν και με τον Σαμπανάτζοβιτς να αποβάλλεται στο 31′, οι Βαλκάνιοι κράτησαν το ματς στο 0-0 και οδηγήθηκαν στα πέναλτι. Ο Στοΐκοβιτς έστειλε την μπάλα στο δοκάρι και στην τελευταία προσπάθεια, ο Χατζιμπέγκιτς είδε τον Γκοϊκοετσέα να πιάνει την δική του εκτέλεση. Η Αργεντινή ήταν στα ημιτελικά. Η Γιουγκοσλαβία στα χαρακώματα.
Ο Όσιμ έχει δηλώσει πως εκείνο το πέναλτι αποτελεί τη μία από τις δύο σκέψεις που τον επισκέπτονται κάθε βράδυ πριν κοιμηθεί. Η άλλη, είναι οι δύο φορές που είπε όχι στη Ρεάλ Μαδρίτης. «Ακόμα αναρωτιέμαι τι θα μπορούσε να είχε γίνει αν περνούσαμε την Αργεντινή. Ίσως είμαι υπερβολικά αισιόδοξος, αλλά πιστεύω πως τα πράγματα στη χώρα θα ήταν διαφορετικά αν παίζαμε στον τελικό ή κατακτούσαμε το Μουντιάλ. Ίσως δεν ξεσπούσε ο πόλεμος. Όποτε ξαπλώνω στο κρεβάτι τη νύχτα, το σκέφτομαι». «Στη χώρα μας ζούσαν με μεγάλη ένταση εκείνο το παγκόσμιο Κύπελλο και το θυμούνται ακόμα. Όποτε επιστρέφω για διακοπές, υπάρχει κόσμος που με σταματά στο δρόμο και μου λέει “αν είχες ευστοχήσει σε εκείνο το πέναλτι…. Κανείς δεν ξέρει τι θα είχε συμβεί, αλλά ήμασταν έτοιμοι να κατακτήσουμε το Μουντιάλ και νομίζω πως όλα θα ήταν διαφορετικά..»
Στις 13 Μαΐου του 1990, στο Μαξιμίρ ο εμφύλιος ξεκινούσε ανεπίσημα μέσα από έναν ποδοσφαιρικό αγώνα της Ντιναμό Ζάγκρεμπ με τον Ερυθρό Αστέρα. Ήταν και ο λόγος που ο Μπόμπαν δεν βρέθηκε με την ομάδα του Όσιμ στα γήπεδα της Ιταλίας. Θα μπορούσε το ίδιο άθλημα να τον «παγώσει», ενάμιση μήνα αργότερα; Ένα χαμένο πέναλτι δεν μας άφησε να το μάθουμε ποτέ…
Πηγή: gazzetta.gr