Για πολλούς είναι αχώνευτος. Οφείλεται στο γενικότερο κάδρο, στο αλαζονικό attitude. Είναι αυτή η ακραία επιθυμία του να ξεχωρίζει, που τον κάνει να σου βγάζει αντιπάθεια. Είναι που βουτάει περισσότερο απ’ όσο του πρέπει, που γκρινιάζει ακόμα και όταν βάζει γκολ η ομάδα του, που δεν πανηγυρίζει με τους υπόλοιπους. Που πανηγυρίζει μόνος του επιδεικτικά, με στόμφο, καθώς σημειώνει με πέναλτι το τέταρτο-πέμπτο γκολ κόντρα στην υποβιβασμένη Βαγιεκάνο. Ελα όμως που είναι ακριβώς αυτή η καταφανώς ακόρεστη πείνα του που παίρνει τις απύθμενες δεξιότητές του και τις ανεβάζει στ’ αστέρια. Ο Κριστιάνο είναι μοναδικός σε όλα του. Μοναδικά αντιπαθής, μοναδικά προσεγμένος σε σημείο παρεξηγήσεως, μοναδικά παικταράς, μοναδικά winner, μοναδικά εθισμένος στο work ethic, σε αυτό δηλαδή που εύηχα μεταφράζεται ως «ηθική εργασίας». Τρεις δεκαετίες στη Γιουνάιτεντ, ο Αλεξ Φέργκιουσον δεν εκτίμησε άλλον όσο αυτόν. «The boy works like hell». Το απώτατο κομπλιμέντο του Σερ για το παλικαράκι που δείχνει οικειοθελώς εγκλωβισμένο σε αυτή την αέναη υποχρέωση να συνδυάζει το ταλέντο και τη δουλειά. Το δεύτερο σκέλος όχι μόνο όσο πρέπει, ώστε να αναδειχτεί το πρώτο. Ακόμα περισσότερο. Δουλειά όσο δεν πάει και προσήλωση και αυταπάρνηση. Ο ίδιος έδωσε κάποτε την πιο εύστοχη απάντηση ever για το θέμα: «Τι σημαίνει ταλέντο; Για μένα, το μοναδικό ταλέντο είναι να μπορείς να κάνεις κάθε μέρα προπόνηση». Αυτό ακριβώς που κάνει δηλαδή. Ταγμένος στο ρόλο ενός λουσάτου σκλάβου που επέλεξε τούτα τα χρυσά ποδοσφαιρικά δεσμά, ώστε να πρέπει να υπομένει τον κόπο, να ξεπερνά τα διαδοχικά φράγματα του πόνου, να εξερευνά και ν’ ανακαλύπτει τα όριά του. Κάθε χρόνο που μεγαλώνει, φροντίζει να τα επαναπροσδιορίζει. Εκεί στο υψηλότερο όλων των επιπέδων. Στην Ρεάλ Μαδρίτης, στην κατάκτηση του 11ου Champions League, στην ιστορική κορυφή της Ευρώπης για χάρη της μαμάς πατρίδας. Δεν είναι απαραίτητα ο σπουδαιότερος που έχουν δει εκεί. Δεν έχει σημασία εάν είναι μεγαλύτερος ποδοσφαιριστής από τον Αλφρέδο Ντι Στέφανο, τον Φέρεντς Πούσκας, τον Ρονάλντο το Φαινόμενο, τον Ζινεντίν Ζιντάν ή τον Ραούλ. Με βάση τα νούμερα όμως ο Πορτογάλος έγινε μόλις σε επτά σεζόν στην ισπανική πρωτεύουσα ο κορυφαίος όλων. Βρέθηκε όμως κάτι που να τον ενώνει με όλους τους προηγούμενους σούπερ σταρ που φόρεσαν τα λευκά. Με εξαίρεση τον Ραούλ, που υπήρξε ο πιο αγαπημένος όλων, οι υπόλοιποι άκουσαν το μπινελίκι τους κυρίως από τα κυριλέ έδρανα του «Σαντιάγο Μπερναμπέου». Δεν πρόκειται για αερολογία. Εχει καταγραφεί ιστορικά η γιούχα σε όλους τους σπουδαίους. Στον Ικερ Κασίγιας που κάποτε υπήρξε ο Άγιος που τους προστάτευε, στον Εμίλιο Μπουτραγκένιο, στον Ούγκο Σάντσες, ακόμα και στο λατρεμένο παιδί των 70s-80s Χουανίτο, που έφυγε εν ενεργεία από τη ζωή. Για τον μέσο οπαδό της Ρεάλ αυτό το ελάττωμα είναι διφορούμενο, μιας και πηγάζει από μία ευλογία. Εάν η αχαριστία είναι θυγατέρα της υπερηφάνειας, είναι αυτή η τελευταία που τους κάνει να αισθάνονται πως έχουν το δικαίωμα να τους κράξουν μηδενός εξαιρουμένου. Επειδή είναι ο ποδοσφαιρικός περιούσιος λαός. Καθώς έχουν δει όλους αυτούς τους θρύλους, έχουν μεταβάλλει το οπαδικό DNA τους και θεωρούν πως ο ίδιος ο κόσμος της ομάδας, μαζί με αυτήν, είναι υπεράνω από τον κάθε Κριστιάνο, ο οποίος όσο και να τους… εξυπηρέτησε, θα παραμένει για πάντα ένας περαστικός που πληρώθηκε αδρά για να ποτίσει το βιογραφικό του με λίγη από την χρυσόσκονη της Βασίλισσας. Γι’ αυτό και δεν τους νοιάζει εάν εκείνος τα δίνει όλα. Δουλειά του είναι να μοχθεί στην προπόνηση νυχθημερόν, ώστε να έχει το δικαίωμα να πρωταγωνιστεί στο ρόστερ της. Μην το γελάτε. Του κάνουν χάρη που του δίνουν το δικαίωμα να τους προσφέρει τα γκολ του. Για τους Μερένγκες δεν έχει σημασία εάν ο κάθε Ρονάλντο είναι φοβερός και τρομερός και και η ομάδα πετάει από ρεκόρ σε ρεκόρ. Είναι κοντή η μνήμη και απαιτεί μόνο επιτυχίες. Και εάν δεν ακουστεί η γιούχα στην πρώτη άσχημη εμφάνιση, δεύτερη συγχώρεση δεν θα υπάρξει. Ο CR7 το ξέρει, το έχει βάλει καλά στο πετσί του. Συνήθως δεν αντιδράει στο κράξιμο, αλλά είναι φορές που δεν χαρίζεται ούτε εκείνος. «Π***ας γιοι», «Τον π****» από κ***ο» και διάφορες τέτοιες φιλοφρονήσεις ξεβράζει το δικό του στόμα, όπως συνέβη και την προηγούμενη αγωνιστική στη νίκη επί της Σοσιεδάδ. Ετσι απλά τον έβριζαν και τους συμπαίκτες του μαζί, επειδή δεν έπαιζαν καλά στο α’ μέρος. Κλασικά όμως όταν έβαλαν τα γκολ στη συνέχεια, το κοινό αποθέωσε τους ήρωες της Κυριακής του. Το «savoir vibre» θα πεις δεν επιτρέπει στους ποδοσφαιριστές να απαντούν. Πως πρέπει να υπομένουν το βρισίδι, καθώς ο οπαδός θεωρεί ότι είναι μέρος της δουλειάς του. Θα ισχυριστείς εσύ απ’ έξω ότι εμπίπτει κι αυτό στο πλαίσιο του καλοπληρωμένου, ο οποίος οφείλει να τα ακούσει από τον τύπο που ακριβοπλήρωσε εισιτήριο και έχει κάθε δικαίωμα να βγάλει τα σώψυχά του. Οπως δηλαδή εσύ κι εγώ θα επιτρέπαμε νομίζεις να μας μιλήσουν άσχημα στη δουλειά και να μην αντιδράσουμε. Οχι ότι δεν συμβαίνει κι αυτό, αλλά είναι στην οικονομική ανάγκη και στο μέτρο του καθενός το πώς θα το διαχειριστεί. Είναι περίπου το ίδιο με την παλαιική πεποίθηση ότι μετά την ήττα ο ποδοσφαιριστής δεν πρέπει λέει να βγαίνει από το σπίτι του. Οπως π.χ. ακριβώς δύο χρόνια πριν (Φεβρουάριος του 2015) μετά την ασήκωτη τεσσάρα από την Ατλέτικο, ο Κριστιάνο είχε γενέθλια και έπεσαν να τον φάνε, επειδή πήγε στο club. Δεν είχε σημασία εάν είχε κανονίσει από πριν, εάν είχε κουβαλήσει οικογένεια και φίλους από την χώρα του. Η ήττα του στερούσε κάθε δικαίωμα. Λες και ο κάθε οπαδός-κριτής όταν κάτι στραβώνει στη δουλειά, κλειδώνεται στο δωμάτιό του, δεν βλέπει κανέναν, δεν κυκλοφορεί πουθενά. Για να επανέλθουμε όμως στο θέμα οπαδός-Ρεάλ. Δεν είναι ότι βαριέται ο Πορτογάλος ή ότι δεν παλεύει όσο μπορεί. Απλά δεν είναι στα καλύτερά του. Και ο Μέσι έχει βρεθεί ντεφορμέ και ο Πικέ και ο Ροναλντίνιο παλιότερα. Το ίδιο έχει συμβεί σε όλα τα μεγάλα club του κόσμου. Τέτοιο φαινόμενο να μην υπάρχει κόφτης στο ποιον κράζουμε και ποιον εκτιμούμε για την προσφορά του, δεν έχει εμφανιστεί πουθενά αλλού στην ποδοσφαιρική οικουμένη. Και είπαμε ότι εντάξει, βάσει παραστάσεων ο Μαδριλένος ίσως να θεωρεί δικαίως πως βρίσκεται ένα επίπεδο πάνω από τον μέσο οπαδό των άλλων ομάδων, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να επαναλαμβάνει διαρκώς την ίδια ανοησία… Η αχαριστία είναι μεγάλη αμαρτία. Στην θρησκεία θεωρείται θανάσιμο αμάρτημα. Ο αχάριστος με τίποτε δεν ευχαριστιέται. Για όλα γκρινιάζει, όλα του φταίνε. Το χειρότερο και αυτό που κάνουν στο «Σαντιάγο Μπερναμπέου», είναι πως όταν τους πιάνει η γκρίνια, ξεχνούν την ευλογία για όλα αυτά τα ποδοσφαιρικά καλά που απολαμβάνουν αιωνίως και εγκλωβίζονται να σκέφτονται αυτό που στερούνται. Οχι γενική στέρηση, μα έστω και της στιγμής. Απαίτηση για θέαμα μοναδικό, νίκες και τίτλους. Ολα μαζί σε ένα. Συμβιβασμός ή μόνο το ένα δεν γίνονται δεκτά. Γι’ αυτό και η στιγμή θα επαναλαμβάνεται. Θα αποδοκιμάζουν τον Κριστιάνο του σήμερα και του αύριο κι εκείνος θα τους βρίζει. Και καλά θα κάνει. Ο Ρονάλντο είναι ρε φίλε! Πηγή: gazzetta.gr