Η συγκλονιστική εξομολόγηση του Αντριάνο, γνωστού και ως «Αυτοκράτορα», που θεωρήθηκε ένας από τους καλύτερους επιθετικούς στην ιστορία του ποδοσφαίρου, φαίνεται πως έχει διχάσει τους ποδοσφαιρόφιλους, χωρίζοντάς τους σε δύο στρατόπεδα.

Η μία πλευρά υποστηρίζει την απόφασή του να επιστρέψει στη Βραζιλία και να «ζήσει τη ζωή του όπως θέλει», αλλά υπάρχει και η πλευρά που τον κατακρίνει, λέγοντας -μεταξύ άλλων- ότι όπως κατέστρεψε την ποδοσφαιρική του καριέρα, έτσι και τώρα χαραμίζει τη ζωή του, ειδικά επειδή έχει την πολυτέλεια των χρημάτων να το κάνει αυτό.

Πολλοί είναι, άλλωστε, εκείνοι που ανησυχούν αν έχουν χειροτερέψει η ψυχολογική του κατάσταση και το πρόβλημα αλκοολισμού, που, όπως παραδέχτηκε και ο ίδιος, αντιμετωπίζει.

Βίντεο που κυκλοφορούν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δείχνουν τον Αντριάνο να κρατά μια μπίρα και να συνοδεύεται από άλλους σε μια βραζιλιάνικη φαβέλα. Ο πρώην αστέρας του ποδοσφαίρου φαίνεται, επίσης, να παραπαίει σε ορισμένα σημεία και να κάνει χειρονομίες.

Πάντως, αν δει κανείς τον λογαριασμό του Αντριάνο στο Instagram, ο οποίος έχει πάνω από 9,5 εκατ. followers, δείχνει ότι ζει μια φυσιολογική ζωή, μακριά από προβλήματα.

Το μεγάλο ταλέντο και η δύναμή του στον αγωνιστικό χώρο τον προόριζαν για «θρύλο», αλλά η προσωπική του ζωή και ο πόνος που του προκάλεσε ο θάνατος του πατέρα του τα άλλαξαν όλα.

Σε επιστολή που δημοσιεύτηκε στο «The Players Tribune», ο Αντριάνο μίλησε για τη μάχη του με τον αλκοολισμό, αλλά και την απώλεια και τη μοναξιά καθ’ όλη τη διάρκεια της καριέρας του. Με συγκλονιστική ειλικρίνεια, ο πρώην παίκτης των Ίντερ και Μίλαν προσδιόρισε τον εαυτό του ως «το μεγαλύτερο χαμένο ταλέντο του ποδοσφαίρου».

Η σχέση του Αντριάνο με το ποδόσφαιρο ξεκίνησε ως απόδραση από τη σκληρή ζωή στις φαβέλες της Βραζιλίας. Έφτασε στην κορυφή δίπλα σε μεγαθήρια, όπως ο Ρονάλντο, ο Κακά και ο Ροναλντίνιο, αλλά το προσωπικό κενό που ένιωθε ήταν μεγαλύτερο από την επαγγελματική επιτυχία του.

Το ποτό έγινε το καταφύγιό του

Ο θάνατος του πατέρα του, ο οποίος ήταν το πρότυπό του, άλλαξε τη ζωή του για πάντα. Από εκείνη τη στιγμή και μετά, το ποτό έγινε το καταφύγιό του, αν και αναγνωρίζει τον πόνο που του προκαλεί και το αυτοκαταστροφικό σπιράλ στο οποίο βρίσκεται: «Έχω την εμμονή να χαραμίζω τη ζωή μου» παραδέχεται ο ίδιος.

Η δημόσια και η ιδιωτική του ζωή αποτελούσαν μόνιμα θέμα στον ιταλικό Τύπο, γεγονός που τελικά τον οδήγησε πίσω στη Βραζιλία, αναζητώντας την ανωνυμία στους δρόμους όπου μεγάλωσε.

«Όταν δραπέτευσα από την Ίντερ κι έφυγα από την Ιταλία, ήρθα να κρυφτώ στη φαβέλα» διηγείται. Στην κοινότητά του, ο Αντριάνο βρήκε την πίστη και τη σιωπή που χρειαζόταν, κάτι που, όπως λέει, η ζωή στο ποδόσφαιρο δεν μπορούσε να του προσφέρει.

«Με φωνάζουν “Αυτοκράτορα”, για φαντάσου. Ένα παιδί που έφυγε από τη φαβέλα να λαμβάνει το προσωνύμιο ”Αυτοκράτορας”. Πώς να το εξηγήσεις αυτό; Δεν το καταλάβαινα μέχρι σήμερα. Ίσως να έχω κάνει κάποια πράγματα καλά, τελικά. Πολύς κόσμος δεν καταλαβαίνει γιατί εγκατέλειψα τη δόξα των γηπέδων για την παλιά μου γειτονιά και για να πίνω μέχρι να μην έχω συνείδηση. Διότι από ένα σημείο κι έπειτα, αυτό ήταν που ήθελα – και είναι μία απόφαση από εκείνες που δύσκολα μπορείς να αναστρέψεις» περιγράφει ο Αντριάνο.

Η εξομολόγησή του δεν αποκαλύπτει μόνο το βάρος τού να είσαι παίκτης στην ελίτ του παγκόσμιου ποδοσφαίρου, αλλά και την ευαλωτότητα ενός ανθρώπου που, παρά τη σωματική του δύναμη, αντιμετωπίζει βαθιά συναισθηματική ευπάθεια.