Οι όρκοι πίστης και αγάπης που ανταλλάσσουν τα ζευγάρια την ημέρα του γάμου τους σε πολλές περιπτώσεις δεν είναι… αιώνιοι. Πάθη, ζήλια, απιστία ή και βία ρίχνουν βαριά της σκιά τους σε έναν δρόμο που, τελικά, αποδεικνύεται πως δεν ήταν ανθόσπαρτος…
Της Μαρίας Ζαχαροπούλου
Το ρομάντζο μετατρέπεται σε δράμα και στην πορεία τα δεσμά του γάμου σπάνε για να χαράξουν οι πρωταγωνιστές τον δικό τους, χωριστό, δρόμο αναζητώντας και πάλι την ελευθερία τους. Τι γίνεται, όμως, όταν η ερωτική τους ιστορία βάφεται με τα σκοτεινά χρώματα του θρίλερ; Όταν το πάθος ξεπερνά τα όρια, μπερδεύεται με το μίσος και ανατρέπει τα δεδομένα αφήνοντας πίσω διαλυμένες ζωές και θάνατο.
Ας δούμε τις πιο γνωστές δολοφονίες μεταξύ συζύγων στην Ελλάδα οι οποίες σόκαραν την κοινή γνώμη και έγιναν πρωτοσέλιδη είδηση.
2016, Βελβεντό Κοζάνης
Πριν από λίγες ημέρες ο 40χρονος Τάσος Τσιουχάρας επέστρεψε στη φυλακή έχοντας καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη για τη δολοφονία της συζύγου του Ανθής Λινάρδου, στο Βελβεντό Κοζάνης. Οι δικαστές, του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, επέβαλαν στον κατηγορούμενο και ποινή ενός έτους για περιύβριση νεκρού αφού μετά τη δολοφονία έθαψε, σε αγρόκτημα της οικογένειας, την 37χρονη γυναίκα για να εξαφανίσει τα ίχνη της.
Η αποκάλυψη της δολοφονίας «πάγωσε» την κοινή γνώμη που για μέρες παρακολουθούσε τις εκκλήσεις του συζύγου – δολοφόνου να επιστρέψει στο σπίτι και τα τρία παιδιά της η Ανθή.
Ο Τάσος Τσιουχάρας, αρχικά, είχε αρνηθεί οποιαδήποτε ανάμιξη στην εξαφάνιση της συζύγου του και συμμετείχε, δήθεν, στις έρευνες της αστυνομίας για την ανεύρεσή της. Μάλιστα, είχε καταφέρει να παραπλανήσει τους αστυνομικούς και να τους πείσει ότι η 37χρονη τον εγκατέλειψε.
Όταν εντοπίστηκε το πτώμα της άτυχης γυναίκας στο χωράφι, το οποίο ο δράστης είχε οργώσει με το τρακτέρ του για να εξαφανίσει τα στοιχεία της αποτρόπαιης δολοφονίας, είπε ψυχρά με κυνισμό στους αστυνομικούς: «Εγώ την σκότωσα και ας φάω και ισόβια… ».
2012, Ηλεία
Η δολοφονία του 52χρονου ιερέα Θανάση Αυγερόπουλου, στη διαδρομή για τη Ζαχάρω, στην Εθνική Οδό Πύργου–Κυπαρισσίας, έχει πλοκή ερωτικού θρίλερ. Ο πυροβολισμός που δέχτηκε, πισώπλατα, ο ιερέας έκοψε το νήμα της ζωής του, με τη γυναίκα του να κλαίει πάνω από τον άτυχο άνδρα και να ειδοποιεί έντρομη την αστυνομία. Οι έρευνες, ωστόσο, αποκάλυψαν το ένοχο μυστικό της 45χρονης παπαδιάς Θεοδώρας Καρβελά –Αυγεροπούλου, η οποία φέρεται να διατηρούσε παράνομο δεσμό με τον 41χρονο Νίκο Παναγόπουλο που, σύμφωνα με τις αρχές, ήταν εκείνος που έστησε το καρτέρι θανάτου. Οι εραστές μέσα σε λίγα 24ωρα έγιναν ορκισμένοι εχθροί και ο ένας έριξε την ευθύνη στον άλλον για το έγκλημα.
Η «σατανική σύζυγος», όπως χαρακτηρίστηκε από τον τύπο, θεωρήθηκε ηθική αυτουργός της δολοφονίας και ο 41χρονος την έβαλε στο κάδρο του εγκλήματος. Κατά τη διάρκεια του πρωτόδικου δικαστηρίου η παπαδιά αρνήθηκε την εμπλοκή της στην υπόθεση. Ο 41χρονος, από την πλευρά του, ισχυρίστηκε πως δεν είχε πρόθεση να σκοτώσει τον ιερέα αλλά το έκανε πάνω στη ζήλια του και κάνοντας στροφή 180 μοιρών, είπε πως η πρώην ερωμένη του δεν συμμετείχε στο έγκλημα. Το πρωτόδικο δικαστήριο δεν πείστηκε και καταδίκασε και τους δύο κατηγορούμενους σε ισόβια κάθειρξη, χωρίς να τους αναγνωρίσει κανένα ελαφρυντικό.
2008, Φιλοθέη
Έθιξε τον ανδρισμό του. Αυτός ήταν ο λόγος που επικαλέστηκε ο μουσικός Γιάννης Κατσιλάμπρου για τη δολοφονία της συζύγου του και μητέρας των δυο παιδιών τους, σολίστ Παναγιώτας Μαζαράκη. «Δεν θα συγχωρήσω ποτέ τον εαυτό μου. Τον μισώ, δεν αντέχω που τον βλέπω στον καθρέφτη», θα έλεγε ο άνδρας αργότερα, όταν το έγκλημα του αποκαλύφθηκε και η αλήθεια σόκαρε με την αγριότητα της. Ο Κατσιλάμπρου, ισχυρίστηκε πως το μοιραίο βράδυ είχε προηγηθεί ένας ακόμη καβγάς, ο οποίος και τον οδήγησε στα άκρα. Αφού χτύπησε τη σύζυγο του με ένα ηλεκτρικό σίδερο, για να την κάνει να σωπάσει, στη συνέχεια επιχείρησε να την εξαφανίσει στήνοντας ένα σκηνικό τρόμου σε παρκάκι, δίπλα από το σπίτι τους, στη Φιλοθέη.
Εκεί πήγε το άψυχο κορμί της άτυχης σολίστ και αφού το έθαψε, φρόντισε να το τσιμεντώσει για να εξαφανίσει κάθε ίχνος. Μάλιστα, για να μην κινήσει υποψίες, ισχυρίστηκε πως η γυναίκα του τον εγκατέλειψε και προσέλαβε ιδιωτικό ντετέκτιβ, προκειμένου να την εντοπίσει… Η αντίστροφη μέτρηση για την αποκάλυψη του εγκλήματος, άρχισε μετά τις πληροφορίες που έδωσε γείτονας του ζευγαριού, για ύποπτες κινήσεις του μουσικού. Το Μικτό Ορκωτό Εφετείο, με την απόφαση του «έσπασε» τα ισόβια του είχαν επιβληθεί πρωτόδικα στον Γιάννη Κατσιλάμπρου και τον καταδίκασε σε κάθειρξη 20 ετών, αναγνωρίζοντάς του το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου.
1999, Κηφισιά
«Η ζωή μου έχασε το νόημα της όταν έμαθα ότι με απατούσε», είπε ο δικηγόρος Γρηγόρης Κούλας, επιχειρώντας να εξηγήσει τι ήταν αυτό που τον οδήγησε στη δολοφονία της συζύγου του Άντας Σίμου και μητέρας των δίδυμων αγοριών τους, τον Μάιο του 1999, στο σπίτι τους στην Κηφισιά.
Ο δικηγόρος επικαλέστηκε την λατρεία που είχε στη γυναίκα του, η οποία είχε αποφασίσει να δώσει τέλος στο γάμο τους και να ακολουθήσει το δικό της δρόμο. Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο μείωσε την ποινή του Κούλα από ισόβια σε κάθειρξη 20 ετών, καθώς του αναγνωρίστηκε μειωμένος καταλογισμός των πράξεων του, λόγω σοβαρής αγχώδους καταθλιπτικής συνδρομής. Στο Εφετείο ο Κούλας κρίθηκε με επιείκεια, “κυρίως για χάρη των παιδιών σας”, όπως ξεκαθάρισε ο πρόεδρος. Αξίζει να σημειωθεί ότι το δικαστήριο επιδίκασε στους γονείς της Άντας Σίμου και στην αδελφή της το ποσό των 550.000 ευρώ για βαριά ψυχική οδύνη.
1987, Πεύκη
«Φονιάς δεν είμαι εγώ και ούτε πρόκειται να γίνω» είπε, σε μια αποστροφή του λόγου του ενώπιον του δικαστηρίου, ο Παναγιώτης Φρατζής, μιλώντας για τη γυναίκα του Ζωή.
Ο Φρατζής συγκλόνισε την κοινή γνώμη, τον Ιούνιο του 1987, με το πρωτοφανές για τα ελληνικά δεδομένα έγκλημά του ο οποίος, αφού σκότωσε τη 18χρονη σύζυγο του, στη συνέχεια την τεμάχισε και διαμέλισε τη σορό της σε κάδους απορριμμάτων στο κέντρο της Αθήνας, για να εξαφανίσει τα ίχνη της. Το σχέδιο του, όμως, απέτυχε όταν ένας συλλέκτης ψάχνοντας για γραμματόσημα στα σκουπίδια, βρήκε μια από τις σακούλες που περιείχε ένα από τα 11 μέλη της άτυχης κοπέλας.
Μια απόδειξη κρεοπωλείου στο οποίο ψώνιζε το ζευγάρι, στάθηκε η αφορμή για να οδηγηθούν οι αρχές στον νεαρό φοιτητή. Ο Παναγιώτης Φρατζής μίλησε για ατύχημα και αναφερόμενος στη Ζωή, έκανε λόγο για μια σχέση πάθους, εξάρτισης και ομηρικών καβγάδων που πολλές φορές έβγαινε εκτός ελέγχου. Αυτό, πάντως, που παραδέχτηκε, ήταν πως προσπάθησε να εξαφανίσει το πτώμα γιατί πανικοβλήθηκε και φοβήθηκε.
Ο Φρατζής μετέφερε το άψυχο κορμί της νεαρής κοπέλας στην μπανιέρα του σπιτιού τους και με ένα κρητικό μαχαίρι, σουβενίρ από ταξίδι και τη βοήθεια ενός σφυριού την τεμάχισε. Πρόθεση του ήταν να ισχυριστεί, στη συνέχεια, πως τον εγκατέλειψε. «Δεν θα συγχωρήσω ποτέ τον εαυτό μου που δεν έδειξα ψυχραιμία τη στιγμή που πέθανε η Ζωή», είχε πει. Ο ιατροδικαστής, ωστόσο, εντόπισε σημάδια στραγγαλισμού και ο Φρατζής καταδικάστηκε σε ισόβια και αποφυλακίστηκε το 2005.