«Έπραξα το καθήκον μου». Σε αυτή τη φράση συμπυκνώνεται η απολογία της πρώην επικεφαλής της Εισαγγελίας κατά της Διαφθοράς Ελένης Τουλουπάκη ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου.
Η εισαγγελική λειτουργός αρνήθηκε την κατηγορία της κατάχρησης εξουσίας που αντιμετωπίζει καθώς και ότι δέχθηκε υποδείξεις από τον συγκατηγορούμενό της πρώην αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης, Δημήτρη Παπαγγελόπουλο.
Η κ. Τουλουπάκη, μίλησε για «ανελέητο πόλεμο» και την «πιο συντονισμένη προσπάθεια δικαστικών λειτουργών στην μεταπολιτευτική ιστορία του τόπους μας» που είχε ως στόχο τον «παραδειγματισμό όλων των μελλοντικών συναδέλφων που θα έχουν την ατυχία να επεξεργαστούν δικογραφίες με σημαίνοντα πολιτικά πρόσωπα».
«Δεν υπάρχει ψήγμα ούτε της αντικειμενικής αλλά ούτε και της υποκειμενικής υπόστασης του αδικήματος για το οποίο κατηγορούμαι. Ότι έπραξα τον καθήκον μου και ότι τήρησα τον όρκο μου» είπε και αναφερόμενη στους «διώκτες της» τους απέδωσε «καταδιωκτική και φθονερή «μανία»».
«Η πίστη μου είναι ακλόνητη. Και η απάντηση μου στους διώκτες και συκοφάντες μου είναι ότι το άδικο δεν ευλογείται» ανέφερε χαρακτηριστικά η Ελένη Τουπουπάκη η οποία υπεραμύνθηκε των ενεργειών της στις υποθέσεις που χειρίστηκε ως επικεφαλής της Εισαγγελίας σημειώνοντας πως η πορεία της δικής της περιπέτειας απέδειξε ότι «δικαστές δεν υπάρχουν μόνο στο Βερολίνο αλλά και εις τας Αθήνας».
Η Ελένη Τουλουπάκη δήλωσε την απόλυτη εμπιστοσύνη της στους δικαστές ενώ αναφερόμενη στην σημερινή ημέρα της απολογίας μίλησε για την «κορύφωση μιας ανηφορικής πορείας» αλλά και για «προσωπικό Γολγοθά» που ξεκίνησε πριν από τέσσερα χρόνια. Σύμφωνα με την κατηγορούμενη εισαγγελέα πρόκειται για μια περίοδο «κατά την οποία αποκαλούσαν εμένα και τους συνεργάτες μου «εγκληματική συμμορία», «παραδικαστικό κύκλωμα», ενώ δεχομουν καθημερινα απειλες του τυπου ότι θα «μπω φυλακή» και ότι θα με «γδάρουν»».
«Ξυπνήσαμε κάποια μέρα για να μάθουμε ότι όλοι στην εισαγγελία είχαμε παρατσούκλια κυρα Φρόσω, γόβας, νεκροθάφτης, ταξιδιάρα, ρασπουτιν κλπ, που δεν είχαμε ακούσει ποτέ γιατί δεν είχαν ειπωθεί ποτέ παρουσιάζοντας μία παρακμιακή εικόνα του δικαστικού σώματος , η οποία όπως αποδείχθηκε υφίστατο μόνο στην αντίληψη εκείνων που τα επινόησαν…» τόνισε και συνέχισε λέγοντας πως στοχοποιήθηκε και διαπομπεύτηκε. Χαρακτηριστικά ανέφερε πως άγνωστοι διέρρηξαν δύο φορές το σπίτι της «στέλνοντας μου σαφές μήνυμα του κινδύνου που διατρέχω για τις έρευνές μου».
« Διερωτώμαι αν υπάρχουν πιο απαξιωτικές κατηγορίες από αυτές που μου αποδόθησαν.Εμφανιστήκαμε να εκβιάζουμε μάρτυρες, να υποβάλουμε σε αυτούς το περιεχόμενο των καταθέσεων τους , να κατασκευαζουμε αποδείξεις και να εκθέτουμε σε δίωξη 10 πολιτικά πρόσωπα» είπε σημειώνοντας πως στο στόχαστρο δεν βρέθηκε μόνο η ίδια αλλά και άλλοι συνάδελφοι της «που διακρίθηκαν για την εντιμότητα και το ηθος τους».
«Μας απέδοσαν ανύπαρκτα πολιτικά κίνητρα για αυτονόητες και υποχρεωτικές ενέργειες μας κατά την άσκηση των καθηκόντων μας» ανέφερε χαρακτηριστικά και συνέχισε λέγοντας πως «αυτό όμως που είναι πρωτόγνωρο, αλλα και λυπηρό ταυτόχρονα, είναι η στήριξη της αήθους αυτής προσπάθειας από εισαγγελικους λειτουργούς». «Θα αναρωτιέστε ασφαλώς γιατί δεν έχω στραφεί κατά όλων αυτών των συναδελφων που με κατέκλυσαν με μηνύσεις,με αγωγές, με ενοχοποιητικές καταθέσεις;» είπε απευθυνόμενη στα μέλη του Ειδικού Δικαστηρίου και πρόσθεσε πως σήμερα και ενώ ετοιμαζόταν «ψυχικά και πνευματικά για την πιο ιερή στιγμή» της απολογία της κλήθηκε να δώσει εξηγήσεις στον Άρειο Πάγο για υπόθεση που είχε αρχειοθετηθεί.
«Ξεκίνησε ένας ανελέητος πόλεμος από τα ερευνώμενα πολιτικά πρόσωπα»
Η εισαγγελική λειτουργός στην απολογία της έκανε λόγο για σκληρές επιθέσεις που δέχθηκε από πολιτικά πρόσωπα, ΜΜΕ αλλά και πειθαρχικές διώξεις για τους χειρισμούς της στην υπόθεση της Novartis τονίζοντας ότι διαβίαβασε τη δικογραφία με τους δέκα πολιτικούς με βάση τον νόμο περί ευθύνης υπουργών.
Επιπλέον, σημείωσε ότι επί των ημερών της αρχειοθετήθηκε η υπόθεση για τους επτά από τους δέκα πολιτικούς.
«Ξεκίνησε ,ένας ανελέητος πόλεμος από τα ερευνώμενα πολιτικά πρόσωπα, με την σθεναρή συμπαράσταση των κομμάτων τους και την ενεργή υποστήριξη των ΜΜΕ» υπογράμμισε και εξέφρασε τη θέση πως στόχος ήταν να της αφαιρεθεί η δικογραφία.
«Ενώ συνεχίζαμε την έρευνα μας κατά της Novartis και των πολιτικών προσώπων, μετατραπήκαμε ταυτόχρονα ερευνώμενοι και ελεγχόμενοι για την εισαγγελική μας έρευνα, από τα ποινικώς ερευνώμενα πολιτικά πρόσωπα. Δεν υπήρξε μέρα που να μην δίνουμε εξηγήσεις είτε στον Άρειο Πάγο είτε στη Βουλή.
Ταυτόχρονα, γίνονταν συστηματικές προσπάθειες να αφαιρεθεί η υπόθεση από την Εισαγγελία Διαφθοράς, το φυσικό της δικαστή και να περάσει σε άλλα χέρια.
Μετά την αποτυχία του εγχειρήματος αυτού, ήταν μονόδρομος για την αφαίρεση της δικογραφίας η κατάργηση της Εισαγγελίας Διαφθοράς και η ίδρυση μιας νέας Υπηρεσίας, στην οποία περιήλθε η δικογραφία της Νοβαρτις «εν μια νυκτί» είπε στην απολογία της η Ελένη Τουλουπάκη. «Η αμεροληψία μας και η απουσία οιασδήποτε παρέμβασης στο έργο μας, επιβεβαιώνεται από το γεγονός, ότι αφενός οι 7 αρχειοθετήσεις έλαβαν χώρα προ των εκλογών του 2019 και αφετέρου η ποινική δίωξη σε βάρος του ενός πολιτικού προσώπου ασκήθηκε σε χρόνο μεταγενέστερο των εκλογών, κατόπιν αδείας της νέας Βουλής – νέας Κυβέρνησης.
Δηλαδή από το χειρισμό μας αποδεικνύεται,ότι δεν αφήσαμε κανένα περιθώριο πολιτικής εκμετάλλευσης των ενεργειών μας» τόνισε.
«Δεν είχα κανένα διάλογο με κανένα πολιτικό»
Η Ελένη Τουλουπάκη επανέλαβε πως έστειλε στη Βουλή την δικογραφία με κεντρικό πρόσωπο τον τότε υπουργό Υγείας Παναγιώτη Κουρουπλή όταν έλαβε γνώση χωρίς καθυστέρηση , κάτι που της αποδίδεται.
«Εν κατακλείδι όταν εγώ λαμβάνω για πρώτη φορά γνώση των αναφορών αυτών αμελλητί τα στέλνω στη Βουλή. Εγώ έλαβα γνώση τέλος Ιανουαρίου του 2018 και 5 -2 -2018, τα στέλνω αμελλητί στη Βουλή» σημείωσε και στη συνέχεια συμπλήρωσε «Σε κάθε περίπτωση τα έγγραφα αυτά ήδη από τους προκατατόχους μου δεν είχαν καν εκληφθεί ως μηνυτήριες αναφορές».
Σε ό,τι αφορά τις σχέσεις της με τον συγκατηγορούμενο της πρώην αναπληρωτή υπουργό Δημήτρη Παπαγγελόπουλο που αντιμετωπίζει κατηγορία ηθικής αυτουργίας στο αδίκημά της (κατάχρηση εξουσίας) η εισαγγελική λειτουργός υποστήριξε ότι ήταν καθαρά υπηρεσιακές.
«Ο κ. Παπαγγελόπουλος παρουσιάζεται ως ηθικός αυτουργός των πράξεων μου. Θέλω να σας δηλώσω ότι δεν είχα κανένα διάλογο με κανένα πολιτικό. Ήμουν όμως σε ένα διαρκή εσωτερικό διάλογο με την συνείδηση μου και με τον Θεό» τόνισε και συμπλήρωσε «Οι δικές μου επαφές ήταν υπηρεσιακές, τυπικές, χαρακτηριστικό είναι ότι του μιλούσα πάντοτε στον πληθυντικό, και περιορίζονταν μόνο σε όσες ειπώθηκαν ενώπιον του δικαστηρίου σας , δηλαδή, δύο συναντήσεις στην υπηρεσία μου παρουσία τρίτων προσώπων, όπου με επισκέφθηκε εθιμοτυπικά με την κ. Θάνου, καθώς και στην κοπή της πίτας την Πρωτοχρονιά του 2018 και άλλη μία προγενέστερη της τοποθετήσεώς μου στη διαφθορά, όταν υπηρετούσα ως επίκουρη στον κ. Αθανασίου ,σε τραπέζι που παρέθεσε ο τελευταίος και ήμουν κι εγώ καλεσμένη».
Η Ελένη Τουλουπάκη κατά τη διάρκεια της απολογίας της αναφέρθηκε αναλυτικά στις σπουδές της, την 25ετή πορείας της στο δικαστικό σώμα και στις σοβαρές υποθέσεις που χειρίστηκε ενώ μιλώντας για την επιλογή της στη θέση της επικεφαλής είπε πως ήταν «μεγάλη έκπληξη» και «πολύ μεγάλη προκληση στην οποία ανταποκρίθηκαμε μεγάλη περίσκεψη και σοβαρότητα».
Η εισαγγελική λειτουργός είπε πως ανέλαβε μια Εισαγγελία χωρίς να ενημερωθεί από την Ελένη Ράικου «με πάρα πολλές ελλείψεις υλικοτεχνικής υποδομής, προσωπικού και πάρα πολλών δικογραφιών που στοιβάζονταν κυριολεκτικά στα πατώματα και στο υπόγειο του κτιρίου».