Μια οικογενειακή τραγωδία που στο επίκεντρό της έχει τη φτώχεια και τις υποβαθμισμένες συνθήκες στις οποίες ζουν οι Έλληνες Ρομά στη χώρα μας, συνέβη σήμερα το πρωί στο Καματερό όταν τέσσερα από τα συνολικά 13 παιδιά μιας οικογένειας που διέμενε σε ένα δώμα, είδαν το μικρό τους σπίτι να τυλίγεται στις φλόγες.
Μόλις, ένα από τα αδέλφια αντιλήφθηκε τους καπνούς και τις φλόγες, άρπαξε την 2 ετών αδελφούλα του και έσπασε το το τζάμι για να βγουν έξω και να σωθούν. Δυστυχώς, δεν συνέβη το ίδιο και με τα δύο άλλα παιδιά της οικογένειας, δύο αγόρια ετών 12 και 13 αντίστοιχα, τα οποία δεν πήγαν σήμερα στο σχολείο επειδή δεν αισθάνονταν καλά. Η φωτιά φαίνεται να ξέσπασε από μια ξυλόσομπα που χρησιμοποιούσε η οικογένεια για να ζεσταθεί.
Ο Κωνσταντίνς Δρόσος, κάτοικος Καματερού και μέλος του δημοτικού συμβουλίου της πόλης βρέθηκε από την πρώτη στιγμή του δυστυχήματος στο σημείο. Ο ίδιος μας περιέγραψε καρέ-καρέ τι συνέβη στον τόπο του τραγικού δυστυχήματος :«Βρέθηκα από την πρώτη στιγμή στο σημείο γιατί ο γιος μου πηγαίνει σχολείο κάπου κοντά, είδε τη φωτιά και μου έστειλε μήνυμα μέσα από το σχολείο ότι τη βλέπει. Η φωτιά ήταν σε απόσταση 200 μέτρων από το σχολείο. Η Πυροσβεστική έφτασε στα τρία λεπτά από το συμβάν. Εντωμεταξύ, είχαν κατέβει κάτω έξω στο πεζοδρόμιο και οι οικογένειες από τους από κάτω ορόφους, είχαν τυλίξει όλα τα παιδάκια με κουβέρτες γιατί έκανε πολύ κρύο και παρακολουθούσαμε όλοι με αγωνία την κατάσβεση της φωτιάς. Ήταν και ένα κοριτσάκι 3 χρονών που είχαν καεί λίγο τα χεράκια της.
Οι φλόγες ήταν πάρα πολύ υψηλές. Δυστυχώς, τα παιδάκια που είχαν βγει έξω δεν είπαν σε κανέναν ότι υπήρχαν άλλα δύο μέλη της οικογένειας μέσα. Δεν το γνωρίζανε όμως καν ότι στο διπλανό δωμάτιο ήταν τα δύο τους αδέλφια, γιατί αυτά τα παιδάκια πηγαίναν δημοτικό και υπολόγιζαν πως τα αδέρφια είχαν πάει στο σχολείο τους που είναι γυμνάσιο. Τα παιδιά που απανθρακώθηκαν κοιμόντουσαν σε διπλανό δωμάτιο. Εντωμεταξύ, υπήρχαν υλικά στο δώμα πολύ εύφλεκτα, όπως το πισσόχαρτο. Οι πυροσβέστες έσβηναν και άρπαζε ξανά η φωτιά διαρκώς.
Μετά από λίγο είπαμε να κάνουμε και την καταμέτρηση γιατί η οικογένεια έχει 13 μέλη και εκεί είδαμε ότι λείπουν δύο παιδιά. Είχαν περάσει εντωμεταξύ 20 λεπτά και ήρθε και η μαμά των παιδιών από το σχολείο. Άρχισε να ψάχνει τα παιδιά της ένα-ένα. Ψαχνόμασταν όλοι. Ο μπαμπάς να κλαίει, να χτυπιέται. Παίρνω εγώ λοιπόν το σχολείο τηλέφωνο και μου λέει η διευθύντρια: «Μόνο ο Γ είναι εδώ, ο Ρ και ο Β λείπουν». Από εκεί και έπειτα, αμέσως μια ειδική ομάδα της Πυροσβεστικής μπήκε μέσα, αλλά δυστυχώς βρήκε τα δύο παιδιά απανθρακωμένα. Είχε περάσει περίπου ένα εικοσάλεπτο πια αλλά οι ειδικοί στο σημείο μας είπαν πως δεν θα βοηθούσε και πολύ αυτή η πληροφορία νωρίτερα γιατί οι αναθυμιάσεις ήταν τρομερές από το πρώτο λεπτό. Όταν έγινε η μεταφορά των σορών φροντίσαμε να απομακρύνουμε τους γονείς από το σημείο για να μη δουν καθόλου το θέαμα».
H δύσκολη συνθήκη που ζει η οικογένεια
Σύμφωνα με τον κο Δρόσο, στο συγκεκριμένο οικοδόμημα ζουν τρεις πολυμελείς οικογένειες, Ρομά, συγγενείς όλοι μεταξύ τους, μία σε κάθε όροφο. Στον τελευταίο ζούσε η συγκεκριμένη οικογένεια. Είναι ένα διόροφο κτίσμα και ο τελευταίος όροφος είναι ένα δώμα, σαν παράπηγμα. «Τα παράθυρά του ήταν χτισμένα για να καταλάβετε» μας λέει ο κος Δρόσος και προσθέτει: «ήταν κακή η κατάσταση του σπιτιού και μάλλον έπαιξε και αυτό ρόλο του στην εξάπλωση της πυρκαγιάς. Είναι μια οικογένεια πολύ στενεμένη οικονομικά, ο μπαμπάς δουλεύει ένα φορτηγό, δύσκολα τα πράγματα. Η κοινωνική υπηρεσία του δήμου μας, τους επισκέπτονταν συχνά και ο, τι μπορούσαμε να δώσουμε το δίναμε. Με εντολή του δημάρχου ο Δήμος θα αναλάβει την ταφή των παιδιών και βρήκαμε και ένα ξενοδοχείο στην οικογένεια για να μείνουν προσωρινά. Σε πρώτη φάση βέβαια, θέλουν να μείνουν στους συγγενείς τους για να κάνουν τα εθιμοτυπικά της κηδείας και του θρήνου των νεκρών παιδιών σύμφωνα με τα έθιμα τους. Θέλουν να τα κλάψουν και να τα ξενυχτήσουν. Είμαστε όλοι βαθιά λυπημένοι με αυτό που έγινε».