Τριάντα χιλιάδες ευρώ ήταν η «ταρίφα» για κάθε έγγραφο του κυκλώματος παράνομων ελληνοποιήσεων, στο οποίο εμπλέκονται συνολικά 34 αστυνομικοί και εξαρθρώθηκε μετά από πολύμηνη έρευνα της Υπηρεσίας εσωτερικών υποθέσεων, σύμφωνα με το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη.
Η δράση του κυκλώματος υπολογίζεται ότι ξεκίνησε από το 2013 και από τα μέχρι στιγμής στοιχεία φαίνεται ότι έχει αποκομίσει τουλάχιστον 5.000.000 ευρώ, ενώ από τις έρευνες βρέθηκαν και κατασχέθηκαν 600.000 ευρώ.
Ο υπουργός Τάκης Θεοδωρικάκος μετέβη νωρίς το πρωί στην Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων και ενημερωνόταν επί 2,5 ώρες για τη μεγάλη υπόθεση, από τον προϊστάμενο της υπηρεσίας, υποστράτηγο Ηλία Κοσσυβάκη, σχετικά τα άτομα που εμπλέκονται και την πορεία της ογκωδέστατης δικογραφίας που σχηματίζεται σε βαθμό κακουργήματος, ενώ το απόγευμα αναμένεται να κάνει δηλώσεις για την υπόθεση.
Ο Υυπουργός ζήτησε από τον διοικητή και τα στελέχη της Υπηρεσίας των Εσωτερικών Υποθέσεων τη συνέχιση των ερευνών και την πλήρη διαλεύκανση της υπόθεσης με σκοπό οι ένοχοι να οδηγηθούν ενώπιον της Δικαιοσύνης.
20 συλλήψεις
Σύμφωνα με όσα ανακοινώθηκαν μέχρι στιγμής από το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, μετά από πολύμηνη και συστηματική έρευνα της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας συνελήφθησαν πρωινές και απογευματινές ώρες χτες, 30-11-2021, εντός των ορίων του αυτοφώρου 20 άτομα μεταξύ των οποίων:
- εννέα εν ενεργεία αστυνομικοί (εκ των οποίων ένας αξιωματικός),
- ένας πολιτικός υπάλληλος του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη,
- μια υπάλληλος Ληξιαρχείου ΟΤΑ,
- ένας δικηγόρος
- και οκτώ πολίτες.
Συνολικά, σύμφωνα με τις μέχρι στιγμής έρευνες, στην εγκληματική οργάνωση υπάρχουν στοιχεία ότι εμπλέκονται 34 αστυνομικοί, μεταδίδει το ΑΠΕ ΜΠΕ.
Τα πρώτα ευρήματα των ερευνών
Από τις μέχρι στιγμής έρευνες της Υπηρεσίας και τη συνδυαστική αξιολόγηση των συλλεχθέντων αποδεικτικών στοιχείων έχει προκύψει ότι, τουλάχιστον από 26-04-2013 έως και 30-11-2021, είχε συγκροτηθεί εγκληματική οργάνωση, αποτελούμενη κυρίως από Έλληνες, παλιννοστούντες πρώην χωρών Ε.Σ.Σ.Δ., αστυνομικούς και άλλους δημόσιους υπαλλήλους.
Το κύκλωμα είχε αναπτύξει δίκτυο συνεργατών και δραστηριοποιούνταν στην έκδοση γνησίων (τυπικά) ελληνικών δελτίων ταυτότητας, ελληνικών διαβατηρίων και διπλωμάτων οδήγησης σε αλλοδαπούς υπηκόους με βαρύ ποινικό μητρώο επιδιώκοντας την αποκόμιση παράνομου περιουσιακού οφέλους.
Παράλληλα, διευκόλυναν την παράνομη παραμονή στη χώρα των αλλοδαπών υπηκόων, που απολάμβαναν όλα τα δικαιώματα των Ελλήνων πολιτών, όπως έκδοσης αριθμού φορολογικού μητρώου, αριθμού μητρώου κοινωνικής ασφάλισης, παραπλανώντας τις αρμόδιες δημόσιες Αρχές και Υπηρεσίες, δυσχεραίνοντας ταυτόχρονα τυχόν έρευνες των αστυνομικών Αρχών που θα αποσκοπούσαν στον εντοπισμό και τη σύλληψη ορισμένων εξ’ αυτών (με βεβαρυμμένο ποινικό παρελθόν) και επιπλέον διευκολύνοντας την έξοδό τους από την Ελλάδα προς άλλες χώρες, ιδιαιτέρως της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ζώνης Σένγκεν, όπου και ορισμένοι κάτοχοι των «πλαστών» εγγράφων συνελήφθησαν.
Όπως αναφέρεται από το υπουργείο, η εγκληματική οργάνωση ήταν αυστηρά ιεραρχικώς δομημένη, πολυμελής, πολύπλοκη και καθόλου τυχαία, με διακριτούς και αλληλένδετους ρόλους των μελών της, με το κάθε μέλος να υπακούει πιστά στους κανόνες της οργάνωσης και «να υποτάσσεται στη βούληση της ολότητας», δηλαδή στον «εγκέφαλο», και να ενημερώνει για κάθε ενέργεια, χωρίς να μπορεί να πάρει πρωτοβουλίες και να εφαρμόσει μόνο του το σχέδιό του.
Η επιδίωξη του καθενός ήταν ο κοινός σκοπός, σχετικά με την έκδοση δελτίων ταυτότητας και διαβατηρίων Έλληνα πολίτη, κυρίως σε αλλοδαπούς αλλά και σε ημεδαπούς είτε με τη χρήση ψευδών στοιχείων μη υπαρκτών ατόμων, είτε με τη χρήση στοιχείων ομογενών, οι οποίοι διέμεναν μόνιμα στο εξωτερικό και είχαν πλήρη άγνοια των ενεργειών τής οργάνωσης.
Επίσης έκαναν χρήση στοιχείων υπαρκτών Ελλήνων υπηκόων, αφού πρώτα γινόταν ψευδής δήλωση απώλειας δελτίου ταυτότητας, που είχε εκδοθεί νόμιμα νωρίτερα, ή εξέδιδαν δελτία ταυτότητας με τη χρήση των πραγματικών στοιχείων των ενδιαφερομένων, αλλά αφού πριν είχε αποκτηθεί παράνομα η ελληνική ιθαγένεια.
Με τη χρήση των ανωτέρω, οι ενδιαφερόμενοι επετύγχαναν κατά περίπτωση, την ελεύθερη παραμονή και κίνηση τους στη χώρα, την απόκρυψη τυχόν ποινικού τους παρελθόντος, την απρόσκοπτη έξοδό τους από τη χώρα και την ελεύθερη κίνηση και διαμονή σε χώρες εντός και εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ζώνης Σένγκεν, την έκδοση αδειών οδήγησης, την κατάρτιση νέων ή τη χρήση υπαρκτών φορολογικών μητρώων και κατ’ επέκταση την σύσταση εταιρειών και επιχειρήσεων και τη σύναψη συμβάσεων και συμβολαίων οιασδήποτε μορφής.