Νέο ραντεβού με τη δικαιοσύνη έχει στις 11 Νοεμβρίου ο Στέργιος Νέζης προκειμένου να δικαστεί για την υπόθεση της «μίζας» των 250.000 ευρώ που συνδέεται με τον επιχειρηματία Ευάγγελο Μυτιληναίο.
Ο άλλοτε ισχυρός άνδρας της ΔΕΗ βρέθηκε στο Εφετείο προκειμένου να δικαστεί για τη «μίζα» που φέρεται να έλαβε από τον επιχειρηματία Ευάγγελο Μυτιληναίο, το 2003, μέσω εξωχώριας εταιρίας, προκειμένου να ανατεθεί στη ΜΕΤΚΑ έργο στο εργοστάσιο της ΔΕΗ στο Λαύριο. Ωστόσο, λόγω λήξης του ωραρίου δόθηκε νέα ημερομηνία για την εκδίκαση της πολύκροτης υπόθεσης.
Πρωτόδικα ο Στέργιος Νέζης έχει καταδικαστεί, χωρίς κανένα ελαφρυντικό, σε κάθειρξη 5 ετών για ξέπλυμα μαύρου χρήματος το οποίο συνδέεται με το αδίκημα της δωροδοκίας. Ένα αδίκημα που το δικαστήριο έκρινε ότι είχε παραγραφεί με αποτέλεσμα να γλυτώσει την καταδίκη ο επιχειρηματίας Ευάγγελος Μυτιληναίος αν και οι δικαστές με την απόφασή τους δέχτηκαν πως διαπράχθηκε.
Μετά την πρωτόδικη απόφαση, πριν από περίπου δεκαπέντε μήνες, ο κατηγορούμενους υποχρεώθηκε να καταβάλλει εγγύηση 100.000 ευρώ για να του χορηγηθεί αναστολή ενώ το δικαστήριο αποφάσισε την κατάσχεση και δήμευση του ποσού των 250.000 ευρώ που, κατά την κατηγορία, ήταν η «μίζα» που δόθηκε.
Οι δυο κατηγορούμενοι αν και στο πρωτόδικο δικαστήριο παραδέχτηκαν τη διαδρομή των 250.000 ευρώ μέσω εξωχώριας εταιρίας ισχυρίστηκαν πως δεν κρυβόταν τίποτα ύποπτο πίσω από αυτή χωρίς, ωστόσο, να καταφέρουν να πείσουν. Η διαδρομή του «μαύρου χρήματος» ξεκίνησε από λογαριασμό του Ευάγγελου Μυτιληναίου και σύμφωνα με την κατηγορία, «ξεπλύθηκε» για να φτάσει «καθαρό» στον τελικό αποδέκτη Στέργιο Νέζη.
Ο Στέργιος Νέζης ισχυρίστηκε πως έλαβε τα χρήματα με αυτό τον τρόπο για λόγους φοροαποφυγής ενώ ο επιχειρηματίας Ευάγγελος Μυτιληναίος έριξε την ευθύνη για την συμφωνία κάτω από το τραπέζι στον πατέρα του, ο οποίος έχει φύγει από τη ζωή. Και οι δυο υποστήριξαν πως τα χρήματα αφορούσαν μελέτη για τη ΛΑΡΚΟ, η οποία συμφωνήθηκε το 1999 και παραδόθηκε το 2003 χωρίς, ωστόσο, να δώσουν πειστική εξήγηση πώς τα χρήματα κατατέθηκαν άπαξ παρά τον ισχυρισμό πως η μελέτη γινόταν σταδιακά.
Η πρωτόδικη απόφαση εκδόθηκε τον Ιούλιο του 2020 λίγες μόλις ημέρες αφότου τέθηκε σε ισχύ ο νέος Ποινικός Κώδικας ο οποίος είχε υιοθετήσει αλλαγές στο νόμο περί καταχραστών του δημοσίου που χαρακτηρίστηκαν από νομικούς «διατάξεις πλυντήριο» και οδήγησαν σε ξαφνικό θάνατο υποθέσεις διασπάθισης δημοσίου χρήματος και διαφθοράς και άφησαν στο απυρόβλητο τους πρωταγωνιστές τους. Οι επίμαχες διατάξεις προκάλεσαν έντονες αντιδράσεις εντός αλλά και εκτός Ελλάδος με αποτέλεσμα η κυβέρνηση της Ν.Δ. να προχωρήσει σε τροποποιήσεις.