Η αδερφή του θύματος από το στυγερό έγκλημα στο Κορωπί το 2016, μίλησε για το δράμα της οικογένειά της και τον Γολγοθα που ανεβαίνει η ίδια για να στηρίξει τα παιδιά της αδερφής της που έμειναν ορφανά.
«Ανοίγω την πόρτα στο κέντρο υγείας και βλέπω την αδερφή μου να της κάνουν ανάνηψη. Είχε ήδη φύγει. Προσπαθούσαν να τη σώσουν και όπως μου είπαν και οι γιατροί “κάναμε απλά προσπάθειες γιατί ήταν έξω δύο παιδιά και παρακαλούσαν για τη ζωή της μαμάς τους”», αναφέρει αρχικά η αδερφή του θύματος στο MEGA και στην εκπομπή Live News.
Στη συνέχεια προσθέτει: «Μέχρι τις οκτώ και τέταρτο μιλούσα με την αδερφή μου και ξαφνικά στις οκτώ και είκοσι χτυπάει το τηλέφωνό μου και ακούω την αδερφή μου να φωνάζει βοήθεια και τα δύο παιδιά της να εκλιπαρούν τη δολοφόνο της μητέρας τους να μην την σκοτώσει».
Ισόβια στη «φόνισσα του Κορωπίου» – Έρευνα και για τον τότε σύντροφό της και πρώην σύζυγο του θύματος
Ούτε μια μέρα δεν μείωσε το Εφετείο την ποινή της αποκαλούμενης «φόνισσας του Κορωπίου» η οποία καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη και επιπλέον 18 μήνες. Επιπλέον, της επιβλήθηκε και χρηματική ποινή 1.000 ευρώ.
Το Μικτό Ορκωτό Εφετείο, ομόφωνα, απέρριψε τα αιτήματα της 30χρονης κατηγορουμένης για αναγνώριση ελαφρυντικών και την έκρινε ένοχη για τη δολοφονία της πρώην συζύγου του συντρόφου της μπροστά στα μάτια των παιδιών της , πριν από τέσσερα χρόνια.
Το δικαστήριο, υιοθετώντας την εισαγγελική πρόταση, διέταξε την διαβίβαση αντιγράφων της δικογραφίας στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών προκειμένου να διερευνηθεί εάν ο σύντροφος της κατηγορουμένης και πρώην σύζυγος του θύματος, έχει διαπράξει το αδίκημα της συνέργειας δια παραλείψεως στην πράξη της 30χρονης.
Η εισαγγελέας ζήτησε την ενοχή της – «Υπήρξε σχεδιασμός»
Νωρίτερα, στο κάδρο των ευθυνών έβαλε η εισαγγελέας του Μικτού Ορκωτού Εφετείου της Αθήνας τον πρώην σύζυγο της 35χρονης που δολοφονήθηκε, πριν από τέσσερα χρόνια, στο Κορωπί από την σύντροφο του μπροστά στα μάτια των παιδιών τους.
Η εισαγγελική λειτουργός αφού εισηγήθηκε την καταδίκη της αποκαλούμενης «φόνισσας του Κορωπίου» ζήτησε να εξαχθούν αντίγραφα της δικογραφίας και τα πρακτικά της δίκης να αποσταλούν στην Εισαγγελία Πρωτοδικών προκειμένου να ερευνηθεί τυχόν συνέργεια στην υπόθεση του 45χρονου άνδρα που αποτέλεσε το μήλον της έριδος μεταξύ των δυο γυναικών με μοιραία κατάληξη.
Η εισαγγελέας εστίασε στο γεγονός ότι , κατά την άποψή της, ο άνδρας παρότι γνώριζε για την ανθρωποκτόνο πρόθεση της κατηγορουμένης όχι μόνο δεν φρόντισε να την αποτρέψει αλλά με τις ενέργειες του την ενίσχυσε.
Η εισαγγελέας στην αγόρευση της ήταν καταπέλτης κατά της νεαρής κατηγορούμενης, η οποία πρωτόδικα έχει καταδικαστεί σε ισόβια, ζητώντας την καταδίκη της χωρίς ελαφρυντικά, για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση.
Η εισαγγελική λειτουργός μίλησε για ανθρωποκτόνο σκοπό της κατηγορουμένης και στοιχειοθέτησε την άποψη της αναφερόμενη στα «αλλεπάλληλα χτυπήματα, τα επεισόδια μεταξύ των δυο γυναικών, τις απειλές σε βάρος της αλλά και από μίσθωση αυτοκινήτου και το μαχαίρι που αγόρασε».
«Το μαχαίρι που έπληξε το θύμα και η συμπεριφορά που έδειξε την προηγούμενη και εκείνη την ημέρα δείχνει ότι υπήρξε σχεδιασμός και ήταν σε ήρεμη ψυχική κατάσταση όταν το σκέφτηκε.
Αν είχε λάβει τέτοια επιθετική τάση από το θύμα, τότε το πρώτο πράγμα που θα έκανε θα ήταν να προστατεύσει το παιδί της. Δεν συντρέχει ο παράγοντας της τέλεσης του εγκλήματος εν βρασμώ ψυχικής ορμής» τόνισε χαρακτηριστικά.
«Ήρθα εδώ να ζητήσω συγνώμη προς όλους»
Τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έφτασε στο σημείο να δολοφονήσει την πρώην σύζυγο του συντρόφου της, μπροστά στα μάτια των παιδιών της, επιχείρησε να περιγράψει νωρίτερα η νεαρή κατηγορούμενη.
Στην απολογία της μίλησε για την ερωτική αντιζηλία που έτρεφε για το θύμα με το οποίο είχαν έρθει σε αντιπαράθεση καθώς διεκδικούσαν τον ίδιο άνδρα και πατέρα των παιδιών τους.
Η κατηγορούμενη ισχυρίστηκε πως , τέσσερα χρόνια μετά το έγκλημα, αυτό που θυμάται από την μοιραία στιγμή είναι ότι είχε προηγηθεί καυγάς.
Όπως περιέγραψε αναφερόμενη στο θύμα το οποίο αποκαλούσε «συγχωρεμένη» «μου άνοιξε την πόρτα του συνοδηγού , με έβριζε, μου τράβηξε το παιδί, ήταν στη θέση του συνοδηγού, βγήκα κι εγώ και της τράβηξα το παιδί να το πάρω.
Ούρλιαζε ο γιος μου. Άρπαξα το παιδί, το έβαλα μέσα. Μετά δε θυμάμαι πως πήρα το μαχαίρι και πως τη μαχαίρωσα. Δε θυμάμαι πόσες φορές τη χτύπησα. Μου είπε εμένα θα με σκοτώσεις; Πήγε να πάρει το μαχαίρι.
Μετά δεν θυμάμαι, θυμάμαι το μπαμπά μου στο αστυνομικό Τμήμα».
Όταν δε η κατηγορούμενη κλήθηκε να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες δεν το έκανε λέγοντας πως τα δύο τελευταία χρόνια έχει στραφεί στο Θεό και δεν θέλει να αμαρτήσει.
Η κατηγορούμενη ζήτησε συγγνώμη από τα παιδιά της άτυχης γυναίκας, που άθελα τους έγιναν αυτόπτες μάρτυρες της δολοφονίας, αλλά και από το δικαστήριο διεκδικώντας μια δεύτερη ευκαιρία.
«Ήρθα εδώ να ζητήσω συγνώμη προς όλους, και τα παιδιά της συγχωρεμένης και τα δικά μου παιδιά. Τα τελευταία χρόνια από τότε που έφυγαν τα παιδιά μου έχω περάσει πολύ δύσκολες στιγμές μέσα στη φυλακή. Είμαι πολύ πιο συνειδητοποιημένη πλέον» είπε.
Το έγκλημα είχε συγκλονίσει καθώς η νεαρή γυναίκα, σύμφωνα με μαρτυρίες, το βράδυ της 3ης Αυγούστου 2016 όρμησε μέσα στην αυλή του σπιτιού της 35χρονης και την κατάσφαξε.
Οι περιγραφές από τη δολοφονία σοκάρουν καθώς οι γυναίκες είχαν πιαστεί στα χέρια και τα παιδιά καλούσαν σε βοήθεια κλαίγοντας.
Η νεαρή γυναίκα, σύμφωνα με τους μάρτυρες, επιτέθηκε στο θύμα με μαχαίρι το οποίο χρησιμοποιούν οι χασάπηδες για το ξεκοκάλισμα κρεάτων.
Όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια, ο πρώην σύζυγος της 35χρονης, ο οποίος διατηρούσε επί σειρά ετών παράλληλη σχέση και με τις δύο γυναίκες, με τις οποίες μάλιστα είχε αποκτήσει συνολικά τέσσερα παιδιά, αποτέλεσε την πέτρα του σκανδάλου σε μία ιστορία που είχε μοιραία κατάληξη.
Οι συγγενείς του θύματος ανέφεραν πως η αντίστροφη μέτρηση για το φονικό ξεκίνησε ένα μήνα νωρίτερα, όταν ο πρώην σύζυγος της άτυχης γυναίκας μετακόμισε στο συνεργείο που διατηρούσε και επιχείρησε να αποκαταστήσει τη σχέση του με τους δύο γιους του με τους οποίους είχε να επικοινωνήσει οκτώ μήνες