Την ενοχή του Άκη Τσοχατζόπουλου και άλλων 16 εκ των 18 συγκατηγορουμένων του, για την υπόθεση των παράνομων αμοιβών από εξοπλιστικά προγράμματα, ζήτησε από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων, ολοκληρώνοντας την αγόρευσή, της η εισαγγελέας Γεωργία Αδειλίνη.
Βάση της εισαγγελικής πρότασης, όπως αναφέρει το ΑΠΕ, πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι ο πρώην υπουργός και οι 16 συγκατηγορούμενοί του, από τους οποίους πέντε δεν πρέπει να κριθούν με την επιβαρυντική περίσταση ότι έδρασαν «κατ’ επάγγελμα» όπως αναφέρεται για όλους στο κατηγορητήριο.
Η εισαγγελέας ζήτησε την απαλλαγή λόγω αμφιβολιών του Παντελή Ζαχαριάδη και του Σπύρου Χατζηνικολάου.
Συγκεκριμένα, η κ. Αδειλίνη ζήτησε να κηρυχθούν ένοχοι για το αδίκημα του «ξεπλύματος» μαύρου χρήματος κατ’ επάγγελμα οι Άκης Τσοχατζόπουλος, Αστέριος Οικονομίδης, Ευφροσύνη Λαμπροπούλου, Νικόλαος Ζήγρας, Γιώργος Σαπχατζίδης, Αρετή Τσοχατζοπούλου, Ιωάννης Σμπώκος, Βασιλική Σταμάτη, δικηγόρος, Οράτιος Μελάς, Κων/νος Αντωνιάδης και Γεώργιος Κωνσταντάτος, για τους οποίους ανέφερε πως «οι μεθοδεύσεις που χρησιμοποιήθηκαν και η μακρά ενασχόλησή τους με τις εταιρίες του Άκη Τσοχατζόπουλου δείχνουν ότι διέπραξαν το αδίκημα κατ΄ επάγγελμα».
Για κάποιους εξ αυτών ζήτησε να απαλλαγούν για επιμέρους ήσσονος σημασίας πράξεις.
Επίσης, ζήτησε να κηρυχθούν ένοχοι χωρίς την επιβαρυντική περίσταση της κατ’ επάγγελμα τέλεσης του αδικήματος, γεγονός που μειώνει την ποινική τους μεταχείριση, οι Νικόλαος Γεωργουλάκης, Παναγιώτης Σταμάτης, Φώτιος Αρβανίτης, Γκούντρουν Τσοχατζοπούλου και Νικόλαος Καρατζάς, για τους οποίους έκρινε πως είχαν «ευκαιριακή σχέση με εγκλήματα του Άκη Τσοχατζόπουλου».
Λίγο πριν ολοκληρώσει την τοποθέτησή της, η εισαγγελική λειτουργός έκανε εκτενή αναφορά στον βασικό κατηγορούμενο πρώην πολιτικό, τον οποίο χαρακτήρισε «ο παρ’ ολίγον πρωθυπουργός».
Η κ. Αδειλίνη έκανε λόγο για «αλαζονική συμπεριφορά» και «περιφρόνηση των θεσμών» εκ μέρους του και τόνισε ότι «προσπαθεί ακόμη να παραπλανήσει μιλώντας για σκευωρία». Σχολιάζοντας, μάλιστα, το επίμονο αίτημά του για κλήτευση του ΚΥΣΕΑ σε συνδυασμό με τα «περί σκευωρίας» η εισαγγελέας τού απέδωσε μεθόδευση με σκοπό να καλλιεργήσει την αίσθηση ότι «όλοι τα “παίρνουν”, γιατί μόνον εγώ το εξιλαστήριο θύμα;».
Η κ. Αδειλίνη είπε χαρακτηριστικά «δεν είναι έτσι κύριοι δικαστές, δεν «τα παίρνουν» όλοι, οι χρηματοροές μιζών βρέθηκαν μόνο σε αυτόν» προκαλώντας την αντίδραση του Άκη Τσοχατζόπουλου, ο οποίος ρώτησε «σε μένα;».
Κατά την εισαγγελέα σε βάρος του Άκη Τσοχατζόπουλου προέκυψαν «συντριπτικές αποδείξεις». Ανέφερε, μάλιστα, χαρακτηριστικά: «Πήρε τόσες μίζες που δεν μπορούσε ούτε ο ίδιος να μετρήσει.. Πήρε μίζες σε βαλίτσες, σε τσάντες, από λογαριασμούς σε λογαριασμούς, από εταιρίες σε εταιρίες, από άτομο σε άτομο, χέρι με χέρι, κυκλοφορούσαν οι μίζες και επενδύονταν σε ακίνητα και σε πολυτελή ζωή».
Η κ. Αδειλίνη επανέλαβε ότι από τις έρευνες των ανακριτικών Αρχών μόνο ένα μέρος των παράνομων χρημάτων αποκαλύφθηκε, υπογραμμίζοντας: «Εντοπίστηκαν ορισμένοι λογαριασμοί, το ελάχιστο, μπροστά σε αυτό που ο πρώην υπουργός είχε παράνομα αποκτήσει». Μάλιστα, επισήμανε τις σημειώσεις του Άκη Τσοχατζόπουλου που ανέφεραν «την ανάγκη δημιουργίας εταιρείας χρηματαποστολών για τη μεταφορά των χρημάτων».
Η εισαγγελέας προέτρεψε τους δικαστές να μην ακούσουν όσα επικαλείται ο πρώην υπουργός. «Μας κατήγγειλε πως τον πηγαίνουμε ως πρόβατο προς τη σφαγή. Αλλά όπως είπε ο Σαρτρ “ο άνθρωπος είναι οι επιλογές του”» σημείωσε.
Τέλος, εξέφρασε την ελπίδα, η περίπτωση Τσοχατζόπουλου να μην αποτελέσει μία φωτοβολίδα στην προσπάθεια της πολιτικής σκηνής να αυτοκαθαρθεί. «Πρέπει να υπάρξει συνέχεια, συνέπεια, για να αποτραπεί ο κίνδυνος φθοράς του δημοκρατικού πολιτεύματος. Να μην πέσει η υπόθεση Τσοχατζόπουλου δίκην φωτοβολίδας» υπογράμμισε.
Η διαδικασία συνεχίζεται με την αγόρευση του αναπληρωτή εισαγγελέα Παναγιώτη Παναγιωτόπουλου.