Τον απόλυτο εφιάλτη ζούσε η νεαρή κοπέλα από τη Μολδαβία, η οποία ήταν η γυναίκα – κλειδί που κατάφερε να αποδράσει από το κύκλωμα μαστροπείας και οδήγησε τελικά στην εξάρθρωση του.
Η ίδια κατέθεσε στους αστυνομικούς όλα όσα πέρασε στα χέρια των μαστροπών που την εξαπάτησαν, λέγοντάς της ότι θα έρθει στην Ελλάδα και θα εργαστεί ως πωλήτρια.
Η εκπομπή «Αλήθειες με τη Ζήνα» δημοσίευσαν την κατάθεσή της, την οποία ανέφερε πως στη Μολδαβία εργαζόταν ως σερβιτόρα με πολύ μικρές απολαβές, ενώ στην οικογένεια εργαζόταν μόνο εκείνη και η μητέρα της και τα έβγαζαν δύσκολα πέρα.
Κάποια στιγμή, σύμφωνα με το ρεπορτάζ της εκπομπής, μια φίλη της, η οποία εργαζόταν στην Ελλάδα ως σερβιτόρα σε νυχτερινό κέντρο της έστειλε μήνυμα και άρχισαν να διατηρούν επικοινωνία.
Σε ένα ταξίδι της στη Μολδαβία, λίγο πριν επιστρέψει στη χώρα μας, της πρότεινε να έρθει κι εκείνη μαζί της. Προσφέρθηκε, μάλιστα, να της βρει δουλειά ως πωλήτρια, χωρίς όμως να της πει πολλές λεπτομέρειες.
Όπως αναφέρει το ίδιο ρεπορτάζ, η κοπέλα της απάντησε πως δεν έχει αποφασίσει και πρέπει να το σκεφτεί και της ανέφερε πως δεν έχει κλείσει τα 18 της χρόνια ακόμα. Εκείνη της είπε ότι αυτό δεν είναι πρόβλημα και πως η ίδια θα τη συνόδευε στο ταξίδι της στην Ελλάδα.
Την επόμενη μέρα ένας γνωστός της Μολδαβός, με τον οποίο δεν είχε επικοινωνία της έστειλε μήνυμα στο Facebook και της ευχήθηκε για τα 18α γενέθλιά της.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, τη ρώτησε κι εκείνος αν θέλει τελικά να πάει στην Ελλάδα, όμως η κοπέλα του είπε πως δεν είχε αποφασίσει ακόμα.
Εκείνος της ζήτησε να μην πει τίποτα στους γονείς της για την πρότασή του. Στο πάρτι που έκανε για τα γενέθλιά της τον κάλεσε, λέγοντάς του ότι είχε αποφασίσει.
Οι πληροφορίες της εκπομπής αναφέρουν ότι της είπε ότι θέλει τελικά να δοκιμάσει τη θέση που της πρότεινε, γιατί δεν έβγαζε πολλά χρήματα από τη δουλειά της και με τα χρήματα της μητέρας της δεν μπορούσαν να ζήσουν.
Εκείνος της αγόρασε ρούχα, της έδωσε χρήματα και πήγαν να βγάλει διαβατήριο για να μπορέσει να ταξιδέψει για τη χώρα μας.
Την επόμενη μέρα την πήγε για να φτιάξει τα μαλλιά της και τα νύχια της, παρέλαβαν το διαβατήριο και τη συνόδευσε στον σταθμό των λεωφορείων από όπου θα ταξίδευε για την Ελλάδα. Το εισιτήριο το είχε πληρώσει ο ίδιος, ενώ της έδωσε και 20 ευρώ για το ταξίδι της.
Μέχρι εκείνη την ώρα δεν της είχε πει τίποτα για τη δουλειά που θα έκανε, παρά μόνο ότι θα έβγαζε αρκετά χρήματα και θα ζούσε καλή ζωή.
Στην Αθήνα την περίμεναν τρεις γυναίκες, οι οποίες τη μετέφεραν με ένα αυτοκίνητο με μολδαβικές πινακίδες σε ένα διαμέρισμα.
Σύμφωνα με το ίδιος ρεπορτάζ, πήγαν ξανά στο κομμωτήριο και για μανικιούρ – πεντικιούρ και επέστρεψαν στο διαμέρισμα. Εκεί, η μία από αυτές της αποκάλυψε ότι δε θα δουλέψει σαν πόρνη, αλλά σαν εκδιδόμενη.
Η κοπέλα τρόμαξε, άρχισε να κλαίει και να της λέει ότι δεν πρόκειται να κάνει αυτή τη δουλειά και ότι θέλει να επιστρέψει στη Μολδαβία.
Η γυναίκα την κλείδωσε μέσα στο σπίτι και την επόμενη μέρα την πήγε σε έναν οίκο ανοχής, της πήρε το διαβατήριο και μετά την πήγε για να ψωνίσει ρούχα, εσώρουχα και καλλυντικά.
Αργότερα ακολούθησε το… «φροντιστήριο» για το πώς πρέπει να μακιγιάρεται, πώς να κινείται μέσα στον οίκο ανοχής και τι να λέει στους πελάτες.
Τη… «δασκάλεψε» να τους συστήνεται μόνο με το ψευδώνυμό της, να μην τους δίνει στοιχεία επικοινωνίας, όπως τηλέφωνο ή προφίλ στο Facebook και φυσικά να μην τους αποκαλύπτει καμία λεπτομέρεια για την οικογένειά της ή την καταγωγή της.
Την ίδια μέρα, όπως φέρεται να κατέθεσε η ίδια, πήγε στον οίκο ανοχής και δούλεψε από τις 17:00 το απόγευμα έως τις 00:00 τα μεσάνυχτα.