Να απαλλαγεί των κατηγοριών του μουσικός που προσελήφθη στην Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης (ΚΟΘ) προσκομίζοντας πλαστό τίτλο σπουδών της Ακαδημίας Καλών Τεχνών των Τιράνων, προτείνει εισαγγελέας, προς το αρμόδιο Δικαστικό Συμβούλιο, επικαλούμενός στο πολυσέλιδο σκεπτικό του τις αλλαγές που επέφερε ο νέος Ποινικός Κώδικας. Πρόκειται για 48χρονο, Βορειοηπειρώτη στην καταγωγή, κατά του οποίου ασκήθηκε, τον περασμένο Απρίλιο, ποινική δίωξη για τις πράξεις της χρήσης πλαστού εγγράφου και της απάτης, αμφότερες κατ’ εξακολούθηση και εις βάρος του ελληνικού Δημοσίου.
Είχε προηγηθεί σχετική αναφορά του υπουργείου Πολιτισμού, όταν κατά τους ελέγχους των τίτλων σπουδών των υπαλλήλων του διαπιστώθηκε ότι το πτυχίο που προσκόμισε το 1995 ο κατηγορούμενος -συμμετέχοντας σε διαγωνισμό που είχε προκηρύξει η ΚΟΘ για την πλήρωση οκτώ κενών θέσεων εκτελεστών οργάνων μουσικού συνόλου- ήταν πλαστό. Όπως περιγράφεται στη δικογραφία, η Σχολή Μουσικής του Πανεπιστημίου Καλών Τεχνών των Τιράνων βεβαίωσε ότι το συγκεκριμένο δίπλωμα σπουδών «δεν εκδόθηκε για τον κατηγορούμενο και δεν ανήκει σ’ αυτόν».
Υπό αυτές τις συνθήκες, η υπόθεση πήρε τον δρόμο της ανάκρισης, με τη δικογραφία να καταλογίζει στον 48χρονο ότι «παραπλάνησε τα αρμόδια διοικητικά όργανα της ΚΟΘ», επιτυγχάνοντας την πρόσληψη αλλά και τη μετέπειτα μονιμοποίηση και προαγωγή του. Κατά τα διωκτικά έγγραφα, εισέπραξε από τη στιγμή της πρόσληψής του έως τα τέλη Ιουνίου του 2018, τακτική μισθοδοσία ύψους 582.717, 17 ευρώ.
Σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, όπως έγινε γνωστό, στην πρότασή του που υπέβαλε στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης, ο αντεισαγγελέας Πρωτοδικών Γεώργιος Νούλης, δέχεται ότι ο κατηγορούμενος πράγματι τέλεσε την πράξη της χρήσης πλαστού εγγράφου. Πλην όμως, όπως επισημαίνει, με τον νέο Ποινικό Κώδικα η συγκεκριμένη αξιόποινη πράξη τυποποιήθηκε ως ιδιαίτερο – «ιδιώνυμο» έγκλημα ειδικού σκοπού σε διάταξη του άρθρου που αφορά την πλαστογραφία πιστοποιητικών (άρθρο 217 παρ.3 του νέου Π.Κ.) και, «ανεξαρτήτως του ύψους του οφέλους ή της βλάβης που επέρχεται από την τέλεσή της, κατηγοριοποιήθηκε ως πλημμέλημα, με απειλούμενη ποινή φυλάκισης». Κατ’ επέκταση, ο εισαγγελικός λειτουργός εισηγείται την παραγραφή του παραπάνω πλημμελήματος λόγω παρέλευσης 5ετίας.
Περαιτέρω, στην τεκμηρίωση της απαλλακτικής του πρότασης και σε ό,τι αφορά το σκέλος της απάτης εις βάρος του ελληνικού Δημοσίου, επισημαίνει ότι «λόγω της προσφάτως επελθούσας νομοθετικής μεταβολής, με την κατάργηση της ισχύος του νόμου περί καταχραστών του Δημοσίου (1608/1950)» (…) «δεν είναι δυνατή η θεμελίωση της τέλεσης της διωχθείσας πράξης». Με τα δεδομένα αυτά, ζητεί για τις μερικότερες πράξεις της απάτης να παύσει οριστικά η δίωξη λόγω εξάλειψης του αξιόποινού της συνέπεια παραγραφής.
Ειδική αναφορά, τέλος, κάνει ο εισαγγελικός λειτουργός στο θέμα της φερόμενης περιουσιακής ζημιάς που υπέστη η παθούσα (ΚΟΘ), τονίζοντας ότι το νομικό αυτό ζήτημα κρίθηκε με την πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου (εξ αφορμής της περίπτωσης της καθαρίστριας από τον Βόλο). «Λόγω της ισοστάθμισης μεταξύ των ληφθεισών από τον κατηγορούμενο αποδοχών και της παραχθείσας απ’ αυτόν εργασίας δεν επήλθε τελικώς ζημιά στην περιουσία της ΚΟΘ» επισημαίνεται στην πρόταση, καθόσον, όπως αναφέρεται σε άλλο σημείο «η δεξιοτεχνία του στο βιολί κρίθηκε επαρκής (…) και βεβαιώθηκε αρμοδίως από τον εργοδότη του φορέα ότι οι επιδόσεις του ήταν συμβατές με τις απαιτήσεις της θέσης που κατείχε».