Να «φορτώσουν» την ευθύνη ο ένας στο άλλον επιχείρησαν, χτες, ενώπιον του ανακριτή η 42χρονη σύζυγος και ο 45χρονος εραστής της, οι οποίοι κατηγορούνται για τη δολοφονία του Μ.Δ. στη Λαμία, την ώρα που κοιμόταν μέσα στο σπίτι του, στην οδό Τυμφρηστού στη Λαμία, τα ξημερώματα της περασμένης Παρασκευής.

«Με χρησιμοποίησε ως θύμα. Αφού είχε σκοτώσει το σύζυγό της με κάλεσε στο σπίτι για να θολώσει τα νερά και να με ενοχοποιήσει. Με είχε ταράξει στα τηλέφωνα. Αυτό μπορεί να αποδειχθεί και από τις κλήσεις. Πιστεύω ότι πυροβόλησα το θύμα ενώ ήταν ήδη νεκρός από τα χτυπήματα της συζύγου του. Έδρασα ως ένα υποχείριο στη δίνη της στιγμής, χωρίς να σκεφτώ τις συγκλονιστικές διαστάσεις της πράξης μου. Πιστεύω ότι η Ιατροδικαστική έκθεση θα με δικαιώσει…», φέρεται να είπε, μεταξύ άλλων, στον ανακριτή ο 45χρονος εραστής, όπως αναφέρει το Lamia Report.

Καμία σχέση με την πραγματικότητα δεν έχουν τα όσα υποστηρίζει ο εραστής, δήλωσε η δικηγόρος της 42χρονης συζύγου, η οποία είπε ότι η πελάτισσα της έχει μετανιώσει για ό,τι έγινε.

Σύμφωνα με πληροφορίες η σύζυγος υποστήριξε ότι βρισκόταν στο κάτω διαμέρισμα, όταν ο εραστής τηλεφώνησε και της είπε: «Έλα επάνω. Όλα τελείωσαν».

Και οι δύο, πάντως, κρίθηκαν προφυλακιστέοι. Φως αναμένεται να ρίξει στην υπόθεση η ιατροδικαστική έκθεση.

Σύμφωνα με την αστυνομία, η 42χρονη και ο 45χρονος, που διατηρούσαν ερωτική σχέση, είχαν σχεδιάσει το έγκλημα από κοινού.

Την Παρασκευή τα ξημερώματα, ο 45χρονος δράστης μπήκε στο σπίτι του διαμερίσματος του θύματος, από πόρτα που είχε αφήσει ανοιχτή η 42χρονη, όπως είχαν προσυνεννοηθεί.

Στη συνέχεια πήγε στο δωμάτιο, όπου κοιμόταν το θύμα και τον πυροβόλησε στο πίσω μέρος του κεφαλιού με κυνηγετικό όπλο, τραυματίζοντάς τον θανάσιμα.

Την ώρα του εγκλήματος, η 42χρονη σύζυγος του θύματος βρισκόταν σε άλλο δωμάτιο της σπιτιού.

Ο 45χρονος δράστης, πριν αποχωρήσει από το διαμέρισμα, προκάλεσε εσκεμμένα αναστάτωση στο δωμάτιο, ώστε η 42χρονη να ισχυριστεί στη συνέχεια, όπως είχαν προσχεδιάσει, ότι ο σύζυγός της δολοφονήθηκε από άγνωστους, με κίνητρο τη ληστεία.

Από την αστυνομική έρευνα και την αυτοψία του χώρου προέκυψαν ανακολουθίες μεταξύ της περιγραφής της 42χρονης και των ευρημάτων στο τόπο της δολοφονίας και τελικά οι δύο δράστες αναγκάστηκαν να ομολογήσουν την πράξη τους.