Πώς γίνεται να περνάς στο πλευρό μιας γυναίκας είκοσι ολόκληρα χρόνια, να την ερωτεύεσαι παράφορα, να αποκτάς μαζί της ένα παιδί και τελικά να αποδεικνύεται ότι το άλλο σου μισό είναι, ανατομικά μιλώντας, άντρας;
Η ιστορία του δεσμού του γάλλου διπλωμάτη Μπερνάρ Μπουρσικό με την ντίβα της κινεζικής όπερας, σοπράνο Σι Πέι Που, στη δεκαετία του 1960 είναι ένα χρονικό αγάπης, προδοσίας, σκοτεινής κατασκοπείας και ατίμωσης τελικά.
Ήταν την Τρίτη, 30 Ιουνίου 1983, σε έναν πολύβουο δρόμο του Παρισιού που ο ακόλουθος πια του γαλλικού υπουργείου Εξωτερικών Μπερνάρ Μπουρσικό ένιωθε πανευτυχής: κάνοντας υπομονή πολλά χρόνια, ήταν πλέον σε θέση να βγάλει τον δεκαεξάχρονο γιο του Σι Ντου Ντου, που εκείνος προτιμούσε βέβαια να τον αποκαλεί Μπερτράν, από την Κίνα.
Υπερήφανος για τον γιο του, μιας και του έμοιαζε πολύ, αν και ήταν ξεκάθαρο ότι ήταν μυγάς, ο Μπουρσικό δεν ένιωθε ωστόσο το ίδιο και για τη μητέρα του, τη διάσημη κινέζα σοπράνο Σι Πέι Που. «Έχει γεράσει πολύ», σκέφτηκε ο διπλωμάτης όταν την πρωτοαντίκρισε στο αεροδρόμιο του Παρισιού με τον γιο τους παραμάσχαλα τον Οκτώβριο της προηγούμενης χρονιάς. Ντυμένη με την παραδοσιακή φορεσιά της, μασκαρεμένη σε άντρα δηλαδή, δεν έπαυε όμως να είναι ο μεγάλος έρωτας της ζωής του.
Αν και πλέον, παρά το γεγονός ότι τη νοιαζόταν πολύ, το μεταξύ τους είχε τελειώσει. Πόσα ακόμα να δώσει εξάλλου σε μια γυναίκα; Κλεισμένος μέσα στις σκέψεις του, ένιωσε ξαφνικά δυο άντρες να τον γραπώνουν από τα μπράτσα: ήταν πράκτορες της εθνικής υπηρεσίας ασφαλείας της Γαλλίας, οι οποίοι τον έβαλαν σε ένα αμάξι χωρίς να προλάβει να πει μιλιά.
«Είμαι διπλωμάτης», τους είπε με την πρώτη ευκαιρία όταν τον πήγαν στο στρατηγείο τους, «δεν μπορείτε να με αγγίξετε». Αν και οι άντρες φάνηκε να ξέρουν πολλά γι’ αυτόν: «Ήσουν στη Γαλλική Πρεσβεία του Πεκίνου μεταξύ 1969-1972 και στην Πρεσβεία της Μογγολίας μεταξύ 1977-1979», του είπαν, «και κάπου 500 απόρρητα έγγραφα λείπουν». Ο Μπουρσικό πάγωσε. «Και ποια είναι αυτή η Σι Πέι Που που μένει στο σπίτι σου;». Το παιχνίδι είχε τελειώσει!
«Δεν το έκανα για τα χρήματα», ψέλλισε ο Μπουρσικό. «Ποια είναι η Σι Πέι Που;», επέμειναν οι πράκτορες. Ο διπλωμάτης δεν μπορούσε φυσικά να αποκαλύψει το μεγάλο μυστικό, τη διαφύλαξη του οποίου είχε υποσχεθεί με τη ζωή του στην καλή του. «Η Πέι Που είναι γυναίκα», δικαιολογήθηκε ο Μπουρσικό. Ησυχία επικράτησε, όλοι τους έμοιαζαν έκπληκτοι. «Α μάλιστα, γι’ αυτό είναι εδώ με τον γιο της», αποκρίθηκε τελικά κάποιος. «Είναι δικός μου γιος», αντιγύρισε ο Μπουρσικό σχετικά ενοχλημένος.
Οι γαλλικές αρχές τον κατηγόρησαν για κατασκοπεία και τον συνέλαβαν, πριν κάνουν το ίδιο και στην πέτρα του σκανδάλου Σι Πέι Που. Η υπόθεση που θα ξεδιπλωνόταν όπου να ’ναι στον Τύπο έγινε παγκόσμιο πρωτοσέλιδο αλλά και εθνικό σκάνδαλο για τη Γαλλία φυσικά. «Κατάσκοπος ή κατασκοπίνα;», αναρωτιόταν το πρωτοσέλιδο της
«Le Monde» στις 8 Ιουλίου 1983.
Το δικαστήριο, για να ξεδιαλύνει το μυστήριο με το φύλο του Σι Πέι Που, διέταξε σωματική εξέταση, από την οποία έμαθε εμβρόντητος τόσο ο πλανήτης όσο και ο ίδιος ο Μπουρσικό ότι η σοπράνο ήταν ανατομικά άντρας. Οι εξελίξεις ήταν ραγδαίες και μία η ερώτηση που ήταν στα στόματα όλων: πώς γίνεται να διατηρείς σεξουαλικές επαφές για 18 χρόνια με έναν άλλο άντρα και να μην το ξέρεις;
Ο Σι, σοπράνο και στιχουργός της Όπερας του Πεκίνου, συνήθιζε να διδάσκει κινεζικά στα παιδιά των διπλωματών, κι έτσι γνώρισε τον φέρελπι γάλλο διπλωμάτη το 1964, σε χριστουγεννιάτικο πάρτι συναδέλφου του. Ο 20χρονος τότε Μπουρσικό, στην πρώτη του θέση στη γαλλική διπλωματία, δήλωσε αργότερα ότι η σχέση ξεκίνησε πλατωνικά, αν και τελικά εξελίχθηκε σε θυελλώδη ερωτικό δεσμό.
Ο Σι έκανε φυσικά τα πάντα για να κρύψει το πραγματικό του φύλο, κάτι που μάλλον δεν ήταν και πολύ δύσκολο για τον άπειρο σεξουαλικά Μπουρσικό. Συνήθιζε να του δικαιολογείται ότι ήταν γυναίκα που καμωνόταν απλώς τον άντρα κι εκείνος, άβγαλτος ερωτικά, δέχτηκε την ιστορία χωρίς πολλά-πολλά. Ο διπλωμάτης εγκατέλειψε εξάλλου σύντομα το Πεκίνο και οι αποστολές του τον κράτησαν για χρόνια μακριά της, αν και εκείνη κρατούσε πάντα άσβεστο τον έρωτα, την ίδια στιγμή που ισχυρίστηκε κάποια στιγμή ότι είχε φέρει στη ζωή τον γιο του Μπουρσικό, εν τη απουσία του πάντα.
Το παιδί, ο Σι Ντου Ντου, αποκαλύφθηκε αργότερα ότι ήταν μέλος της μουσουλμανικής μειονότητας του Πεκίνου που η μητέρα του είχε πουλήσει στον τραβεστί. Όταν ο Μπουρσικό επέστρεψε στην Κίνα στα τέλη της δεκαετίας του 1960, οι κινεζικές μυστικές υπηρεσίες ανακάλυψαν τη σχέση του με τη σοπράνο, καθώς μόνο συνηθισμένο δεν ήταν για μια Κινέζα της εποχής να διατηρεί δεσμό με Δυτικό. Φοβούμενος για τη ζωή της, ή έτσι ισχυρίστηκε τουλάχιστον ο γάλλος διπλωμάτης, άρχισε να δίνει απόρρητα έγγραφα της Γαλλικής Πρεσβείας μέσω της σοπράνο σε κινέζο πράκτορα, ώστε να καταλαγιάσει τις αντιδράσεις. Ο Μπουρσικό συνέχισε να κατασκοπεύει για λογαριασμό της Κίνας και όταν τοποθετήθηκε σε νευραλγική θέση της Γαλλικής Πρεσβείας στη Μογγολία στα τέλη της δεκαετίας του 1970, χρησιμοποιώντας τον Σι ως σύνδεσμο.
Το άγχος ωστόσο της διπλής κατασκοπείας και η μακροχρόνια σχέση από απόσταση έφερε ρυτίδες στη σχέση του με τη σοπράνο, γι’ αυτό και επέστρεψε κάποια στιγμή στο Παρίσι, όπου μπλέχτηκε στη δίνη νέου δεσμού με ερωτικό σύντροφο του ιδίου φύλου. Το 1982 κανόνισε να έρθει η Σι και ο γιος του στη Γαλλία, εξασφαλίζοντάς τους διπλωματική βίζα. Για ένα διάστημα, ο Μπουρσικό, ο εραστής του, η Σι και ο γιος τους διέμεναν κάτω από κοινή στέγη.
Το ύποπτο «κοινόβιο» μπήκε στο στόχαστρο της γαλλικής αντικατασκοπείας, εξαιτίας του γεγονότος ότι μια Κινέζα έμενε στο σπίτι γάλλου διπλωμάτη. Κι έτσι κατά την έρευνα οι μυστικές υπηρεσίες της Γαλλίας έβγαλαν λαυράκι, θύλακα κατασκοπείας δηλαδή που λειτουργούσε εδώ και τόσα χρόνια κάτω από τη μύτη της.
Και μόνο το 1986, όταν καταδικάστηκαν σε φυλάκιση 6 ετών, έμαθε ο Μπουρσικό το πραγματικό φύλο του μακροχρόνιου εραστή του και «μητέρας» του παιδιού του (έτσι ισχυρίστηκε τουλάχιστον σε κατοπινή συνέντευξη στην εφημερίδα «New York Times»). Αν και η απόπειρα αυτοκτονίας όταν πληροφορήθηκε τα τραγικά νέα παρέμενε αληθινότατη! Όσο για τον κινέζο τραβεστί, αυτός περιέγραψε με εξαντλητική λεπτομέρεια τους τρόπους με τους οποίους κρατούσε τόσα χρόνια τον εραστή του στο σκοτάδι: όταν έπεφταν στο κρεβάτι, οι ερωτοτροπίες διαρκούσαν πολύ λίγο και τα φώτα ήταν πάντα κλειστά.
Ο διπλωμάτης απέδιδε την ερωτική σεμνότητα της σοπράνο στην κινεζική παράδοση και ποτέ δεν αμφισβήτησε την ανατομία της. Όσο για τον Σι, δικαιολογήθηκε στον προδομένο εραστή του ότι ποτέ δεν του είπε ότι ήταν γυναίκα, αν και επίσης ποτέ δεν διόρθωσε βολικά τη λαθεμένη του εκτίμηση.
Ο γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Μιτεράν έδωσε χάρη στον Σι το 1987, έπειτα από 11 μήνες στη φυλακή, κι αυτός παρέμεινε στη Γαλλία παίζοντας πια σε μικρές οπερετικές παραγωγές. Ο Μπουρσικό, που έλαβε επίσης προεδρική χάρη, διατήρησε σποραδικές σχέσεις με τον Σι.
Το 1993, ο Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ μετέφερε στο σινεμά το μιούζικαλ που γράφτηκε προς τιμή τους «Μαντάμ Μπατερφλάι», για να απαθανατίσει κινηματογραφικά την πιο περίεργη ιστορία κατασκοπείας όλων των εποχών. Για την υπόθεση της κρυφής ερωτικής ταυτότητας, ο Κρόνεμπεργκ είχε πει: «Ο έρωτας είναι μια αυταπάτη. Βλέπουμε τον ερωτικό μας σύντροφο όπως θα θέλαμε να είναι και όχι όπως είναι. Εδώ ο ήρωας πρωτοτυπεί μόνο και μόνο επειδή η αυταπάτη του είναι τόσο πλήρης»…
Πρώτα χρόνια
Ο Σι Πέι Που γεννιέται στις 21 Δεκεμβρίου 1938 σε ανατολική κινεζική επαρχία ως το μικρότερο από τα τρία παιδιά ενός καθηγητή πανεπιστημίου και μιας δασκάλας. Μεγαλώνει με σχετικές ανέσεις, μαθαίνει γαλλικά από μικρός και παίρνει πτυχίο κάποια στιγμή στη φιλολογία από τοπικό πανεπιστήμιο.
Αν και μέχρι την ηλικία των 17 ετών η υπέροχη φωνή του του είχε ήδη εξασφαλίσει μια πρώτη επιτυχία στις σκηνές της Όπερας του Πεκίνου. Για να συμπληρώνει το εισόδημά του, συνήθιζε να διδάσκει την κινεζική γλώσσα σε ξένους διπλωμάτες και στα παιδιά τους, κι έτσι θα έρθει για πρώτη φορά σε επαφή με τον εικοσάχρονο γάλλο διπλωμάτη Μπουρσικό τα Χριστούγεννα του 1964…
Η γέννηση του παράξενου ζευγαριού
Ο Σι, που μιλούσε άπταιστα τη γαλλική και διέθετε πια καλές σχέσεις με την κοινότητα των διπλωματών, προσπαθούσε να πλασαριστεί ως δραματουργός και συγγραφέας λιμπρέτων, αν και στην πραγματικότητα ήταν μόνο κλασικός αοιδός. Κι έτσι, όταν λίγες μέρες αργότερα οι δυο άντρες συναντήθηκαν σε εστιατόριο, ο Σι του ανακοίνωσε ότι ο εκλιπών πια πατέρας του ήταν καθηγητής πανεπιστημίου, η μία αδελφή του ήταν πρωταθλήτρια του πινγκ πονγκ και η άλλη σύζυγος περίφημου κινέζου συγγραφέα, αφήνοντας τον Μπουρσικό με το στόμα ανοιχτό! Εκείνη τη μοιραία νύχτα ο Σι του διηγήθηκε την ιστορία της τρίπρακτης όπερας του Πουτσίνι «Μαντάμ Μπατερφλάι», ρόλο της οποίας υποτίθεται ότι είχε ερμηνεύσει με κατακλυσμιαία επιτυχία στο Πεκίνο η σοπράνο.
Του αφηγήθηκε λοιπόν την ιστορία της όπερας που δεν ήταν άλλη από την τραγική πορεία μιας γιαπωνέζας έφηβης γκέισας, που αποκαλείται χαϊδευτικά «Μπατερφλάι» (πεταλούδα), προς την αυτοκτονία. Έχοντας παντρευτεί αμερικανό αξιωματικό και πιστεύοντας τους αιώνιους όρκους αγάπης του, αποκτούν ένα παιδί, αν και αυτός την εγκαταλείπει σύντομα και πάει για άλλα. Κι όταν λίγα χρόνια αργότερα επιστρέφει για να της πάρει το παιδί, το μόνο που μένει να κάνει η αξιοπρεπής κοπέλα είναι χαρακίρι. Το «τυράκι» της ιστορίας ήταν βέβαια το κρυμμένο φύλο της γκέισας: για να φοιτήσει στο αυτοκρατορικό σχολείο που δεχόταν μόνο αγόρια, άλλαξε ρούχα με τον αδερφό της και ζούσε πλέον ως αγόρι.
Η Σι του είπε τότε τα καθέκαστα: ήταν στην πραγματικότητα κορίτσι και ήταν η μητέρα της που την έντυνε αγόρι από την πρώτη στιγμή, καθώς η φαμίλια είχε ήδη δυο κορίτσια και ήταν διακαής πόθος του πατέρα να αποκτήσει διάδοχο. Κι έτσι ζούσε μεν ως άντρας, ήταν ωστόσο γυναίκα και μάλιστα γυναίκα με τα όλα της! Αυτό είπε τουλάχιστον στον σχετικά αφελή και άπειρο σεξουαλικά Μπουρσικό, οι μόνες εφήμερες σχέσεις του οποίου ήταν μέχρι τότε με άρρενες συμμαθητές (αν και ποτέ ολοκληρωμένες). Ο ίδιος έγραφε στο ημερολόγιό του ήταν πια ώρα να αποκτήσει σαρκική επαφή με γυναίκα και οι συνθήκες που του παρουσιάζονταν ήταν κάτι παραπάνω από ευνοϊκές.
Αν και η πρώτη του ερωτική συνεύρεση με τη Σι δεν ήταν καθόλου υποσχόμενη: η σοπράνο, στην προσπάθειά της να ενισχύσει τα αρσενικά διαπιστευτήριά της, του είπε, έπαιρνε αντρικές ορμόνες, κι έτσι εξήγησε βολικά συγκεκριμένες ανατομικές ανωμαλίες που δεν μπορούσαν να περάσουν στα «ψιλά».
Τον Δεκέμβριο του 1965, λίγο πριν εγκαταλείψει την Κίνα για επόμενες διπλωματικές αποστολές, ο Σι του αποκάλυψε ότι ήταν έγκυος. Ο Μπουρσικό δεν θα επέστρεφε στο Πεκίνο παρά τέσσερα χρόνια αργότερα, πλέον ως αρχειοφύλακας στη Γαλλική Πρεσβεία, αν και δεν θα έβλεπε τον γιο του: με την Κίνα παραδομένη στη διαβόητη Πολιτιστική Επανάσταση του Μάο, ο Σι του είπε ότι το παιδί τους, που είχε γεννηθεί τον Αύγουστο του 1966, είχε αποσταλεί από το καθεστώς σε μια απομονωμένη περιοχή στα κινεζο-ρωσικά σύνορα για τη δική του ασφάλεια πάντα, ως καρπός Κινέζας και Δυτικού. Κι έτσι ο Μπουρσικό παρηγορήθηκε με μια φωτογραφία του γιου του, που εκείνη είχε ονομάσει Σι Ντου Ντου και αυτός αποκαλούσε Μπερτράν…
Ο κύκλος των κατασκόπων
Ήταν αυτή την εποχή που γνώρισε ο Μπουρσικό δυο κινέζους πράκτορες των μυστικών υπηρεσιών στο σπίτι του Σι. Ο ίδιος δήλωσε αργότερα ότι φοβήθηκε για τη ζωή της ερωμένης και του γιου του, γι’ αυτό και επιδόθηκε σε ένα πρωτοφανές κατασκοπικό παιχνίδι: έχοντας πλήρη πρόσβαση στα περιεχόμενα των γαλλικών διπλωματικών σάκων αλλά και σε όλα τα απόρρητα κιτάπια της πρεσβείας, στα οποία περιλαμβάνονταν αναφορές γάλλων πρακτόρων από τη Μόσχα μέχρι και την Ουάσιγκτον, ήταν διατεθειμένος να τους τα παραδώσει αρκεί να τους άφηναν ήσυχους. Ως απόδειξη μάλιστα της αξιοπιστίας του, παρέδωσε τις επόμενες μέρες τα πρώτα κυβερνητικά μυστικά στους κινέζους πράκτορες, κάτι που συνέχισε να κάνει μέχρι το τέλος της αποστολής του στο Πεκίνο το 1972.
Επόμενος σταθμός το 1977, όταν ο Μπουρσικό κατάφερε να εξασφαλίσει διπλωματική θέση στην πρωτεύουσα της Μογγολίας. Μια καθόλου ζηλευτή δουλειά για διπλωμάτη βέβαια, καθώς ήταν η μικρότερη και πιο μίζερη γαλλική πρεσβεία απ’ όλες, αν και για τον σκοπό του ήταν ιδανική: το Πεκίνο ήταν μόλις 36 ώρες μακριά με το τρένο κι έτσι θα μπορούσε να βλέπει συχνά την ερωμένη του. Την ίδια ώρα, με τα πενιχρά μέτρα ασφάλειας της πρεσβείας, συνέχισε να μεταφέρει απόρρητες πληροφορίες στους Κινέζους, απολαμβάνοντας πια συντροφικότητα και οικογενειακή ζωή: κάθε έξι εβδομάδες πήγαινε στο Πεκίνο και περνούσε ξένοιαστες στιγμές με τη Σι και τον γιο τους, ο οποίος είχε επιστρέψει εν τω μεταξύ από τις ερημιές.
Σταδιακά βέβαια ο Μπουρσικό εξελίχθηκε σε αμφιφυλόφιλο και έχασε προοδευτικά το ερωτικό ενδιαφέρον του για τη Σι, αν και ήταν η μητέρα του γιου του, έχοντας πάντα ξεχωριστή θέση στην καρδιά του. Κι έτσι η σχέση συνεχίστηκε αν και πλέον το σεξουαλικό είχε παρέλθει ανεπιστρεπτί…
Παρίσι και δίκη
Τον Οκτώβριο του 1982, έχοντας επιστρέψει εν τω μεταξύ μόνιμα στο Παρίσι, ο Μπουρσικό εξασφάλισε διπλωματική βίζα τριών μηνών για τη Σι Πέι Που και τον γιο του. Δεν ήταν εξάλλου καθόλου δύσκολο, καθώς το κινεζικό καθεστώς ήθελε με κάθε τρόπο τη συνέχιση αυτής της σχέσης, η οποία του απέφερε ζηλευτούς κατασκοπικούς καρπούς.
Όντας πλέον στο Παρίσι ο «Κύριος Σι», όπως έμεινε γνωστός στους καλλιτεχνικούς κύκλους της γαλλικής πρωτεύουσας, λατρεύτηκε από το κοινό στους ρόλους που ερμήνευσε στο παραδοσιακό κινεζικό ρεπερτόριο και κατάφερε να ξεχωρίσει. Μέχρι και σε τηλεοπτικές εκπομπές εμφανίστηκε, με τη δημοτικότητά του στην οπερετική σκηνή να του εξασφαλίζει παράταση της βίζας του για άλλον έναν χρόνο.
Από την πρώτη βέβαια στιγμή που πάτησε το πόδι του στη Γαλλία έγινε στόχος της γαλλικής αντικατασκοπείας, καθώς δεν έπαυε να είναι κινέζα πολίτης που έμενε στο ίδιο σπίτι με (χαμηλόβαθμο) γάλλο διπλωμάτη, γεγονός ύποπτο από την ίδια του τη φύση. Κι έτσι το καλοκαίρι του 1983 τόσο ο Μπουρσικό όσο και ο Σι θα περνούσαν από ανάκριση, όταν και θα ομολογούσε ο διπλωμάτης το έγκλημα.
Παρά το γεγονός ότι ο Σι αρνήθηκε όλες τις κατηγορίες, ο δικαστής δεν εντυπωσιάστηκε από τους ισχυρισμούς του ότι ήταν ανατομικά γυναίκα, γι’ αυτό και διέταξε τη σωματική του εξέταση για την εξακρίβωση του φύλου του. Κι έτσι στάλθηκε σε αντρικές φυλακές, καθώς και οι δυο άντρες καταδικάστηκαν σε φυλάκιση 6 ετών για κατασκοπεία. Ο ίδιος ο Μπουρσικό ισχυρίστηκε ότι έμαθε τα νέα για τη σεξουαλική ταυτότητα της ερωμένης του μέσα στο κελί του κρατητηρίου περιμένοντας την πολύκροτη δίκη. Εκεί ήταν που άκουσε τη λακωνικότατη ανακοίνωση από τις συχνότητες του γαλλικού ραδιοφώνου: «Η Κινέζα Μάτα Χάρι», διεμήνυε ο εκφωνητής, «που κατηγορείται για κατασκοπεία, είναι άντρας»!
Κεραυνοβολημένος από τα συγκλονιστικά νέα, ο Μπουρσικό προσπάθησε να αυτοκτονήσει κόβοντας τον λαιμό του με ξυράφι. Η πολύκροτη δικαστική περιπέτεια των δύο αντρών έλαβε χώρα στο Παρίσι τον Μάιο του 1986, όπου έγινε σαφές ότι οι ευαίσθητες πληροφορίες που περνούσε στους Κινέζους ο χαμηλόβαθμος διπλωμάτης είχαν μικρή κατασκοπευτική αξία, καθώς επρόκειτο κυρίως για διαδικαστικές ενέργειες και δεδομένα του συρμού. «Αυτή η υπόθεση είναι απολύτως στο κατώτατο σκαλί του κόσμου της κατασκοπείας», ισχυρίστηκε ο εισαγγελέας.
Κι έτσι, παρά το γεγονός ότι καταδικάστηκαν σε φυλάκιση 6 ετών, δεν θα έμεναν στη στενή ούτε χρόνο: έπειτα από 11 μήνες, έλαβαν προεδρική χάρη από τον Φρανσουά Μιτεράν και τράβηξε ο καθένας τον δρόμο του (ο Σι αποφυλακίστηκε τον Απρίλιο του 1985 και ο Μπουρσικό τον Αύγουστο).
Μετά την αποφυλάκισή του, ο Σι παρέμεινε στο Παρίσι απολαμβάνοντας τη ζηλευτή του πια φήμη. Έπαιξε αρκετές φορές σε όπερες της γαλλικής σκηνής, αν και σε μικρές παραγωγές. Με τον προδομένο Μπουρσικό διατήρησαν αποσπασματικές σχέσεις, αν και πλέον δεν τους ένωνε τίποτα, καθώς ακόμα και ο γιος του διπλωμάτη αποδείχθηκε απάτη. «Ποτέ δεν είπα στον Μπερτράν ότι ήμουν γυναίκα», δήλωσε αργότερα ο Σι, «έκανα απλά κατανοητό ότι θα μπορούσα να είμαι γυναίκα», πριν διαμαρτυρηθεί: «Νόμιζα ότι η Γαλλία ήταν μια δημοκρατική χώρα. Τι σημασία έχει αν είμαι άντρας ή γυναίκα;»…
Ταυτοχρόνως, ξεκαθάρισε ότι ο Σι Ντου Ντου, ο οποίος ζει στο Παρίσι και έχει αποκτήσει τρία παιδιά, δεν ήταν γιος του, κάτι που επιβεβαίωσε το παιδί αναφέροντας πως η μουσουλμάνα μητέρα του δεν μπορούσε να συντηρήσει τη φαμίλια κι έτσι τον είχε πουλήσει στη σοπράνο.
Ο άμοιρος Μπουρισκό πληροφορήθηκε τον θάνατο του Σι Πέι Που στις 30 Ιουνίου 2009 όντας πια στο γηροκομείο. Τώρα δεν μάσησε τα λόγια του: «Έκανε τόσα πολλά πράγματα εναντίον μου χωρίς ίχνος ελέους που νομίζω ότι είναι ανόητο τώρα να παίξω άλλο ένα παιχνίδι και να πω ότι λυπάμαι. Τα πράγματα είναι σήμερα ξεκάθαρα. Είμαι ελεύθερος».
Η ιστορία της πραγματικής «Μαντάμ Μπατερφλάι» ενέπνευσε το πολυβραβευμένο ομώνυμο θεατρικό του 1988 του Κινεζο-Αμερικανού David Henry Hwang, πριν το μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη ο Κρόνενμπεργκ. Η υπόθεση παραμένει μια από τις πλέον περίεργες στα παγκόσμια κατασκοπευτικά χρονικά…
Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr