Κάνει άραγε η Αγία Γραφή διακρίσεις κατά των γυναικών; Αν πιστέψουμε την Ελίζαμπεθ Κάντι Στάντον, την πρωτοπόρο του 19ου αιώνα για τα δικαιώματα των γυναικών στις Ηνωμένες Πολιτείες, τότε ναι. Όπως το έλεγε καλύτερα η ίδια: «Η Αγία Γραφή και η Εκκλησία αποτελούν τα μεγαλύτερα εμπόδια στον δρόμο για τη γυναικεία χειραφέτηση», αλλά και «Δεν γνωρίζω άλλα βιβλία που να διδάσκουν με τόσο ολοκληρωτικό τρόπο την υποταγή και τον υποβιβασμό της γυναίκας». Αυτή ήταν η σκληροπυρηνική σουφραζέτα που με σλόγκαν ζωής «και θα γράψω και θα μιλήσω» μετατράπηκε σε πιονέρο του πρώιμου -και αρκούντως ριζοσπαστικού- φεμινισμού αλλά και κόκκινο πανί μιας συντηρητικής κοινωνίας που αρνούνταν να αναγνωρίσει στη γυναίκα τον ρόλο που δικαιούνταν. Το φεμινιστικό κίνημα στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού γεννιέται ουσιαστικά το 1848, όταν μια ομάδα γυναικών της Νέας Υόρκης συσπειρώνεται γύρω από τη Στάντον και συγκαλεί το πρώτο ποτέ συνέδριο στην ιστορία του κινήματος. Κι αυτό για να παρουσιάσουν τη δική της χάρτα, τη Διακήρυξη των Αισθημάτων (κατά το πρότυπο της Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας), το πρώτο ουσιαστικό βήμα για τη χειραφέτηση της γυναίκας. Οι αμερικανές σουφραζέτες δεν ζητούσαν μόνο ψήφο στη γυναίκα, αλλά συνολική αλλαγή της θέσης της στην κοινωνία, την εργασία, τις σπουδές, τον γάμο, τα κληρονομικά δικαιώματα κ.λπ. Οι πρώιμες μάχες των γυναικών με το ανδρικό κατεστημένο είχαν πολύ Ελίζαμπεθ Στάντον μέσα τους, καθώς ο μαχητικός και συχνά προκλητικός λόγος της προκαλούσε και ενοχλούσε πολύ τη φαλλοκρατία της εποχής. Ακόμα και για αντισύλληψη μιλούσε η παθιασμένη σουφραζέτα στα μέσα του 19ου αιώνα! Πριν επικεντρωθεί αποκλειστικά στα γυναικεία δικαιώματα, η Στάντον ήταν γνωστή για τις φιλελεύθερες απόψεις της αναφορικά με όλες σχεδόν τις προοδευτικές διεκδικήσεις, όπως η κατάργηση της δουλείας, πλάι στον σύζυγό της, έναν από τους ιδρυτές του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Μετά τον αμερικανικό εμφύλιο πόλεμο ωστόσο η αλλαγή των απόψεών της έμελλε να χωρίσει το γυναικείο κίνημα σε δυο αντίπαλα στρατόπεδα. Τώρα ήταν αντίθετη στην ψήφο των Αφρο-Αμερικανών, κι αυτό γιατί πίστευε πως δεν μπορούν να ψηφίζουν οι μαύροι άντρες όσο οι γυναίκες, λευκές και έγχρωμες, στερούνταν τέτοιων δικαιωμάτων. Ή όλοι ή κανείς, κήρυττε τώρα. Ο δηκτικός της λόγος και οι πύρινες πολεμικές που εκτόξευε κατά της οργανωμένης θρησκείας και των παραδοσιακών αντρικών θεσμών τρόμαζαν ακόμα και τις υποστηρίκτριές της, προκαλώντας βαθύ σχίσμα στον φεμινισμό. Ήταν όμως τόσο φωτεινός φάρος στον δίκαιο γυναικείο αγώνα που οι δυο οργανώσεις θα συνενώνονταν τελικά σε μία, η οποία θα είχε πρόεδρο καμιά άλλη από την ίδια για είκοσι ολόκληρα χρόνια. Όταν δημοσίευσε μάλιστα τη «Βίβλο των Γυναικών», απαντώντας ουσιαστικά στην άλλη Βίβλο, όλοι ήθελαν να απαλλαγούν από την ενοχλητική αυτή φωνή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Πριν πεθάνει, είχε απέναντί της πρακτικά όλους, τόσο τους παραδοσιακούς εχθρούς όσο και τους στενούς συνεργάτες της, καθώς η πένα της δεν χαριζόταν σε κανέναν. Οι σουφραζέτες των ΗΠΑ, όπως η Λούσι Στόουν, αλλά και οι μαχητικές Βρετανίδες του επόμενου αιώνα, όπως η βίαιη και πολεμικά μαχητική Έμιλι Πάνκχερστ, είχαν πάντα τη ρητορική της Στάντον να καταφεύγουν όταν οι δυσκολίες τις έζωναν…
Πρώτα χρόνια
Τα σπάργανα του φεμινιστικού κινήματος
Τελευταία χρόνια