Ο συμπαίκτης του στην Εθνική Ουγγαρίας, Τζένο Μπουζάνσκι, είχε πει ίσως τη σωστότερη κουβέντα για τον ποδοσφαιριστή που θα έμενε παγκοσμίως γνωστός ως «Καλπάζων Συνταγματάρχης»: «Αν ένας καλός παίκτης έχει την μπάλα, έχει συνήθως τρεις διαφορετικές επιλογές. Ο Πούσκας ήταν ο μόνος που έβλεπε τουλάχιστον πέντε»! Πέντε μέσα στο γήπεδο και τουλάχιστον άλλες τόσες στο χαρτί του προπονητή, καθώς ο δαιμόνιος Μαγυάρος σκάρωνε διαρκώς δικές του τακτικές και συστήματα μέσα στον αγωνιστικό χώρο. Αναμφίβολα ένας από τους κορυφαίους μπαλαδόρους που πέρασαν ποτέ από την επικράτεια της στρογγυλής θεάς, ο Πούσκας ήταν από αυτούς τους παίκτες που έπαιρναν το καλό και το μετέτρεπαν σε εξαιρετικό, μεταμορφώνοντας μια καλή ομαδούλα σε σωστό ποδοσφαιρικό φαινόμενο! Στα ποδοσφαιρικά κατάστιχα έχει απαθανατιστεί ως ηγέτης εκείνης της φανταστικής Εθνικής Ουγγαρίας, αλλά και ως γκλοτζής τρομερός. Ένας Μέσι πριν της ώρας του κοντολογίς που προκαλούσε παραληρήματα στους οπαδούς και μοίραζε αφειδώς εγκεφαλικά στους αντιπάλους. Κι αν οι λέξεις δεν αρκούν να περιγράψουν τι είδους μπαλαδόρος ήταν ο Πούσκας, μπορούν και παραμπορούν τα νούμερα: 84 γκολ σε 85 συμμετοχές με τη φανέλα της Εθνικής Ουγγαρίας, και μάλιστα μέχρι τα 29 του, μιας και η Ουγγρική Επανάσταση του 1956 θα έβαζε πρόωρο τέλος στην καλπάζουσα πορεία του με το εθνόσημο στο στήθος! Κι αυτό σε επίπεδο εθνικών ομάδων πάντα, μιας και είχε άλλα 352 γκολ σε 341 παιχνίδια με τη φανέλα της ουγγρικής Χόνβεντ, καθώς και 156 τέρματα στα 180 παιχνίδια που έπαιξε για λογαριασμό της Ρεάλ. Ήταν πράγματι μια ασταμάτητη μηχανή παραγωγής γκολ, στέλνοντας τον συνολικό αριθμό στα 592 γκολ σε 606 εμφανίσεις, 0,97 γκολ ανά παιχνίδι δηλαδή, μια επίδοση που όλοι οι μεταγενέστεροι μόνο να ονειρεύονται μπορούν. Οι αριθμοί δεν μπορούν όμως να αποκαλύψουν το μέγεθος του μύθου του, δεν μοιράζονται όλη την ιστορία του Φέρεντς Πούσκας. Ο οποίος δεν ήταν μόνο το βαρύτερο πυροβολικό που κόσμησε ποτέ το Παγκόσμιο Κύπελλο, η ίδια η αιχμή του δόρατος της απίστευτης Εθνικής Ουγγαρίας που κυριάρχησε στη διεθνή ποδοσφαιρική σκηνή στις αρχές της δεκαετίας του ’50. Ήταν ο άνθρωπος που σαν από θαύμα λες δεν ευτύχησε να σηκώσει την παγκόσμια κούπα, μετά την ιστορική -και αμφιβόλου ηθικής- ήττα της Ουγγαρίας από τη Δυτική Γερμανία με εκείνο το 3-2 στον τελικό του Μουντιάλ του 1954 στη Βέρνη. Ήταν ο άνθρωπος που ήρθε η παγκόσμια ιστορία και τον βρήκε, όταν θα μπλεκόταν στις εθνικές περιπέτειες της πατρίδας του και θα μάζευε τα μπογαλάκια του να φύγει νύχτα όντας πια προδότης της χώρας του και αποδιοπομπαίος τράγος. Εμείς οι Έλληνες ευτυχήσαμε να ζήσουμε λίγο από το μεγαλείο του Πούσκας, αν και από άλλο μετερίζι. Ως προπονητής του Παναθηναϊκού και της ΑΕΚ δηλαδή, σφραγίζοντας εκείνη τη μεγαλειώδη πορεία του «τριφυλλιού» στα μεγάλα ευρωπαϊκά σαλόνια! Οι ιστορικοί του ποδοσφαίρου ερίζουν ακόμα αν ήταν ο μεγαλύτερος ευρωπαίος ποδοσφαιριστής ή ο κορυφαίος του κόσμου, τίτλοι που λίγη αξία έχουν για τον φοβερό μαγυάρο μαέστρο της μπάλας. Η FIFA έσπευσε πάντως το 2009 να δώσει το όνομά του στο βραβείο του καλύτερου γκολ της σεζόν, υπενθυμίζοντάς μας όχι μόνο τις γκολάρες που σημείωνε άλλοτε, αλλά και το γεγονός ότι παραμένει ο μοναδικός ποδοσφαιριστής που έχει σκοράρει τέσσερις φορές σε τελικό Πρωταθλητριών. Ήταν ο άνθρωπος που πριν από τον Κρόιφ, τον Πελέ και τον Μαραντόνα, άλλαζε το ίδιο το ποδόσφαιρο ένα γκολ τη φορά…
Πρώτα χρόνια
Πρώτος σκόρερ ξεπήδησε ήδη από το 1948, όταν πέτυχε 50 γκολ, αλλά και το 1949 (31 τέρματα), το 1950 (25) και το 1953 (27). Πριν κλείσει άρον άρον την καριέρα του στη Χόνβεντ, είχε προλάβει να σκοράρει 357 γκολ σε 354 ματς! Αφού οδήγησε την ομάδα του σε πέντε τίτλους Ουγγαρίας, το 1948 αναδείχτηκε και πρώτος σκόρερ όλης της Ευρώπης…
Το αστέρι της στρογγυλής θεάς που είπαν «Καλπάζων Συνταγματάρχη»
Ο τρομερός αριστεροπόδαρος γκολτζής διαμαρτυρόταν τώρα για όσα του καταμαρτυρούσαν, ότι δεν χρησιμοποιούσε δηλαδή το δεξί του πόδι! «Τι σημασία έχει που δεν χρησιμοποιώ καθόλου το δεξί; Έτσι κι αλλιώς, πάντα με ένα πόδι κλοτσάς την μπάλα, οπότε δεν χρειάζεται να είσαι το ίδιο καλός και με τα δυο», απαντούσε στην πικρόχολη κριτική. Και είχε φυσικά δίκιο, καθώς τα έργα του στη Μαδρίτη μιλούν από μόνα τους: σε 180 συμμετοχές, σκόραρε 156 φορές, σημειώνοντας κι άλλα 35 γκολ σε 39 ευρωπαϊκά ματς! Και ήταν φυσικά πρώτος σκόρερ του ισπανικού πρωταθλήματος το 1960, το 1961, το 1963 και το 1964. Ο Πούσκας και η αξιοσημείωτη παρέα του καθιέρωσαν τον χαρακτηρισμό «βασίλισσα» για τη Ρεάλ. Με τρία Κύπελλα Ευρώπης στο ενεργητικό του, δέκα πρωταθλήματα (πέντε στην Ουγγαρία και πέντε στην Ισπανία) και οχτώ προσωπικούς τίτλους, δεν είχε τίποτα να αποδείξει πια…
Οι «Υπέροχοι Μαγυάροι»
Η «Χρυσή Ομάδα», ή αλλιώς «Υπέροχοι Μαγυάροι», αξίζει μια ιδιαίτερη αναφορά, καθώς έμεινε αήττητη για 32 σερί ματς, κατακτώντας το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς του Ελσίνκι (1952) και φτάνοντας δυο χρόνια αργότερα μέχρι τον τελικό του Μουντιάλ της Ελβετίας, όπου υπέκυψε απέναντι στους Γερμανούς με 2-3, τους οποίους είχε ωστόσο κατατροπώσει λίγες μέρες νωρίτερα -στη φάση των ομίλων- με το αστρονομικό 8-3! Το 1953 ο Πούσκας και η παρέα του φρόντισαν εξάλλου να ξεπαστρέψουν την Αγγλία, πρώτα στην έδρα τους με το ιστορικό 3-6, αλλά και στη ρεβάνς της Βουδαπέστης μετά με… 7-1!
Η Ουγγαρία του Πούσκας ήταν το μεγάλο φόβητρο του παγκοσμίου ποδοσφαίρου στις αρχές του 1950! Έχοντας οδηγήσει λοιπόν ως αρχηγός, τόσο τυπικά όσο και ουσιαστικά, τους Μαγυάρους του στο χρυσό των Ολυμπιακών του Ελσίνκι, η Ουγγαρία καταφτάνει στο Μουντιάλ του 1954 αήττητη για τέσσερα ολόκληρα χρόνια, έχοντας ήδη στα χέρια της την εμβληματική νίκη στο «Σπίτι του Ποδοσφαίρου», το ιστορικό Γουέμπλεϊ, με εκείνο το 6-3 κατά της αήττητης σε βρετανικό έδαφος Αγγλίας στις 25 Νοεμβρίου 1953 (το τότε «Ματς του Αιώνα»). Κανείς δεν είχε λοιπόν αμφιβολία για το ποιος ήταν το αδιαφιλονίκητο φαβορί για το Παγκόσμιο της Ελβετίας. Με την καλύτερη επιθετική γραμμή του κόσμου, η Ουγγαρία δείχνει από νωρίς τις κεφάτες διαθέσεις της, κάνοντας σκόνη την Κορέα με 9-0 στο εναρκτήριο ματς του Μουντιάλ (ο Πούσκας σκοράρει το πρώτο και το τελευταίο γκολ της ομάδας).
Στον μεγάλο τελικό λοιπόν με τη Δυτική Γερμανία όλα τα μάτια είναι στραμμένα στον Πούσκας. Ήταν έτοιμος; Είχε ξεπεράσει τελείως τον τραυματισμό του; Εκείνος, μη θέλοντας να χάσει το μεγαλύτερο ματς της καριέρας του, συμμετέχει παρά τις ενστάσεις του ιατρικού team και κλείνει τα στόματα όσων αμφέβαλαν ανοίγοντας το σκορ για την Ουγγαρία μόλις στο έκτο λεπτό! Σύντομα μάλιστα θα γινόταν το 2-0 και όλοι πίστεψαν ότι θα ξαναζούσαν στιγμές από την αποστομωτική ήττα της φάσης των ομίλων. Και τότε αρχίζει να βρέχει στη Βέρνη! Τα «Πάντσερ» αντεπιτίθενται και κάνουν το 2-2 στο ημίχρονο, πριν παγώσει περαιτέρω η ατμόσφαιρα καθώς οι Γερμανοί γράφουν το 3-2, που θα παραμείνει τελικό σκορ και θα κλέψει την κούπα από τους Μαγυάρους. Κι έτσι η Ουγγαρία, έπειτα από 31 ματς αήττητη, είχε τελικά νικηθεί… Η Εθνική Ομάδα της Ουγγαρίας διαλύθηκε δύο χρόνια αργότερα και όλοι αναρωτιούνταν τώρα τι θα γινόταν και πού θα έφτανε ο Πούσκας αν οι Υπέροχοι Μαγυάροι του δεν γκρεμίζονταν τόσο απρόοπτα. Το 1962 πήρε βέβαια την ισπανική υπηκοότητα και έπαιξε με τους «φούριας ρόχας» στο Μουντιάλ του 1962, παίρνοντας μέρος σε τέσσερα ματς χωρίς τέρμα όμως…
Προπονητική καριέρα, πέρασμα από Ελλάδα και τελευταία χρόνια
Ως ζωντανός πρεσβευτής του παγκοσμίου ποδοσφαίρου, ζούσε και ανέπνεε για την μπάλα. Η απόλυτη δικαίωσή του ήρθε το 1993, όταν η πατρίδα του είπε να θάψει τα μίση του παρελθόντος και του πρότεινε τη θέση του ομοσπονδιακού τεχνικού. Οι Ούγγροι τον υποδέχονται ως ήρωα, ως τραγικό θύμα μιας εποχής που δεν υπάρχει πια. Τώρα δεν ήταν ο μεγάλος προδότης της πατρίδας του, αλλά το διαχρονικό σύμβολό της.