Το ημερολόγιο έγραφε 17 Μαρτίου 1773 όταν ο πολυθρύλητος ήρωας της Ανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης κρεμιόταν από ένα τσιγκέλι ως τιμωρία για την παράνομη δράση του. Ήταν μια μέρα χαράς και αγαλλίασης για την ευρωπαϊκή αριστοκρατία, που ήταν και πάλι ξένοιαστη, αλλά και μια στιγμή λύπης και περισυλλογής για τον φτωχό λαό που έχανε το αποκούμπι του. Παρά το γεγονός ότι ο θρύλος και η τεράστια λαϊκή του απήχηση τον έχουν μετατρέψει σε ένα σχεδόν μυθιστορηματικό πρόσωπο, όπως ο Ρομπέν των Δασών με τον οποίο τον συγκρίνουν, ο Γιούρα Γιάνοσικ ήταν υπαρκτός και απείρως πιο τρομακτικός από όσο τον θέλει η σφαίρα της παράδοσης. Γεννημένος σε ένα χωριό στη σλοβακική σήμερα πλευρά των συνόρων με την Πολωνία, τμήμα τότε του βασιλείου της Ουγγαρίας των Αψβούργων, ο Γιάνοσικ εμφανίζεται να έχει πάρει μέρος στα μικράτα του στις αντάρτικες ενέργειες του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα κατά της ηγεμονικής δυναστείας και να υπηρετεί κατόπιν στον αυτοκρατορικό στρατό της χώρας, όταν το κίνημα της ανεξαρτησίας ξεθύμανε. Το κάλεσμα της σύντομης ζωής του θα το βρει όταν τον εξουσιοδότησαν να φυλάξει τον διαβόητο ληστοσυμμορίτη Τόμας Ούχορτσικ. Το αποτέλεσμα της μοιραίας συνάντησης θα γεννούσε έναν από τους μεγαλύτερους θρύλους Σλοβακίας, Κροατίας, Πολωνίας και Τσεχίας, πριν εξαπλωθεί η χάρη του σε ολάκερη την Ανατολική και Κεντρική Ευρώπη. Γιάνοσικ και Ούχορτσικ συνεργάζονται στο έγκλημα το 1711, η φυσική κλίση ωστόσο του πρώτου θα τον στέψει σύντομα αρχηγό της σπείρας, η οποία από τα λημέρια της στα κατάφυτα πευκοδάση θα έσπερνε την οικονομική καταστροφή στους αριστοκράτες, τους τσιφλικάδες και τους πλούσιους εμπόρους. Ο θρύλος τον θέλει να λαμβάνει ιδιαίτερη μέριμνα να μην τραυματίζει τα θύματά του παρά μόνο οικονομικά, την ίδια ώρα που έδινε πάντα ένα καλό τμήμα της λείας του στους φτωχούς και καταφρονεμένους της περιοχής. Η Μοραβία, η Σιλεσία και η Σλοβακία γνώρισαν καλά τη δράση του τοπικού Φώτη Γιαγκούλα και θα την τραγουδούσαν στους αιώνες που θα έρχονταν με λόγια λαμπρά και εξόχως υπερβολικά. Κάθε περιοχή είχε πια τη δική της εκδοχή για τον Γιάνοσικ, ο οποίος κυμαινόταν από ταγμένος Ρομπέν των Δασών (Σλοβακία) μέχρι ανίκητος, πλην ανηλεής ληστής (Πολωνία). Ο πραγματικός βέβαια Γιάνοσικ ήταν αρκετά τρωτός, παρά τον θρύλο που τον θέλει απέθαντο, και η συμμορίτικη δράση του δεν θα κρατούσε παρά λίγο περισσότερο από έναν χρόνο! Και παρά το μέλημα που έδειχναν οι κοινωνικοί ληστές της Ουγγαρίας για τη ζωή των θυμάτων τους, ο Γιάνοσικ κατάφερε να σκοτώσει έναν αβά, με τον φόνο να προσυπογράφει την ηχηρή του πτώση μόλις το 1713. Την ίδια οδό ακολούθησαν και οι σύντροφοί του στο έγκλημα. Ο Ούχορτσικ, για παράδειγμα, θα εκτελούνταν λιγότερο από έναν μήνα αργότερα. Πώς κατάφερε όμως να μετατραπεί σε θρύλο ένας τόσο σύντομης δράσης ληστής και να πυροδοτήσει λαϊκές αφηγήσεις, παραδοσιακές ιστορίες, ποιήματα, τραγούδια και θεατρικά; Ακόμα χειρότερα, όπως μας λένε οι ιστορικοί, κανείς δεν τον ανέφερε ποτέ ξανά μετά το 1713 και στα κατοπινά χρόνια, λες και όλοι τον είχαν ξεχάσει μονομιάς. Η Ευρώπη θα έπρεπε να περιμένει μέχρι τα τέλη του 18ου αιώνα για να γεννηθεί ο σίφουνας των κεντρικών της Γηραιάς Ηπείρου που ούτε από λαβώματα καταλάβαινε ούτε από κυνηγητά. Από τη στροφή μάλιστα του νέου αιώνα, ο Γιούρα Γιάνοσικ ήταν το αρχέτυπο του κοινωνικού ληστή και η ίδια η βάση για κάθε μελλοντική ιστορία αναδιανομής του πλούτου με όχημα την καταλήστευση των πλουσίων. Μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα και αναλόγως με το πού βρισκόσουν, ο Γιάνοσικ ήταν από καλοκάγαθος φιλάνθρωπος, επαναστάτης πατριώτης και τραγικός ήρωας μέχρι ρομαντική φιγούρα της κλεψιάς…
Πρώτα χρόνια
Ο Γιούρα (ή Γιούρο ή Γιούρκο ή Γιέρζι ή Γκιόρκι, ανάλογα την περιοχή) Γιάνοσικ γεννιέται λίγες μέρες πριν από τη βάπτισή του στις 25 Ιανουαρίου 1688 σε χωριουδάκι της βόρειας Σλοβακίας. Τα εδάφη αποτελούσαν τμήμα του Βασιλείου της Ουγγαρίας του οίκου των Αψβούργων κι εκείνος γαλουχήθηκε με πατριωτικά ιδεώδη για την απελευθέρωση από τον ξένο ζυγό. Κι έτσι πριν καν φτάσει στα 15 του χρόνια θα πάρει μέρος στο ένοπλο αντάρτικο των δουλοπάροικων της Σλοβακίας κατά της βασιλικής δυναστείας. Το κίνημα έδρασε από το 1671-1711 και αποτελούνταν πρωτίστως από σλοβάκους κολίγους, ούγγρους προτεστάντες αγρότες και πολλούς Σλάβους. Ο Γιάνοσικ πήρε μέρος στην περιβόητη Μάχη του Τρέντσιν της 3ης Αυγούστου 1708, που έφερε αντιμέτωπους 8.000 ουγγρο-σέρβους στρατιώτες του Στέμματος και 15.000 χωρικούς μαχητές του αγώνα της ανεξαρτησίας, και πολέμησε λένε ηρωικά. Αυτή έμελλε να είναι η τελευταία ουσιαστικά ήττα του κινήματος, με την πανωλεθρία των ανταρτών να εγκαθιδρύει τους Αψβούργους στον θρόνο της Ουγγαρίας. Παρά το γεγονός ότι ήταν αντάρτης, ο νεαρός Γιάνοσικ στρατολογείται στον βασιλικό στρατό και περνά τις μέρες του ως δεσμοφύλακας σε ουγγρικές φυλακές. Εκεί θα γνωρίσει το φθινόπωρο του 1710 τον διαβόητο στην εποχή ληστή Τόμας Ούχορτσικ, ο οποίος θα μαγέψει τον νεαρό Γιάνοσικ με τα εγκληματικά του κατορθώματα. Ο Γιούρα θα τον βοηθήσει να το σκάσει από τη φυλακή και οι δυο τους θα σχηματίσουν μια τρομερή ληστοσυμμορίτικη οργάνωση, στο κεφάλι της οποίας θα ανέλθει τελικά ο 23χρονος Γιάνοσικ το 1711, όταν ο συνοδοιπόρος του Ούχορτσικ αποφάσισε να αφήσει πίσω του τη ζωή του παρανόμου και να προσπαθήσει να ζήσει ειρηνικά.
Γιούρα ο ληστής
Ο Γιάνοσικ και η κομπανία των παρανόμων του έδρασε αρχικά στα βορειοδυτικά του Βασιλείου της Ουγγαρίας, στη σημερινή Σλοβακία δηλαδή. Όταν κατάλαβαν τη δύναμή τους, εξάπλωσαν την εγκληματική τους δράση σε πολλές ακόμα περιοχές της σημερινής Σλοβακίας, ενώ κάποια στιγμή έφτασαν ακόμα και στη Μοραβία, το Βασίλειο της Βοημίας και την Πολωνία τελικά! Αλήθεια φαίνεται επίσης να είναι πως τα περισσότερα θύματά τους ήταν κυρίως πλούσιοι έμποροι και αριστοκράτες. Κάτω μάλιστα από τις διαταγές του Γιάνοσικ, η σπείρα αποδεικνυόταν ιδιαιτέρως ιπποτική με τα θύματά της, θέλοντας απλώς να τους ληστεύει. Δεν είναι βέβαια εύκολο να ξεδιαλύνουν οι ιστορικοί πού σταματά ο μύθος και πού αρχίζει η αλήθεια, μιας και ο Γιούρα τραγουδήθηκε και υμνήθηκε από όλη την Κεντρική Ευρώπη και κάθε λαός έχει τις δικές του ιστορίες να διηγείται για τον κοινωνικό ληστή που φαίνεται πάντως να μοίραζε τμήμα των κλοπιμαίων στους εξαθλιωμένους κολίγους της ευρύτερης περιοχής. Η προφορική παράδοση της εποχής, όπως καταγράφηκε αργότερα στη γραμματεία, τον ήθελε μάλιστα άτρωτο. Κανένα βέλος ή σπαθί δεν μπορούσε να τον πλήξει, καθώς κινούνταν σαν αστραπή και ακτινοβολούσε σαν ήλιος! Το υπαρκτό πρόσωπο λίγη σχέση είχε βέβαια με τον ανεκδοτολογικό εαυτό του, αλλά και με το σύμβολο της αντίστασης σε κάθε λογής καταπίεση που θα τον μετέτρεπαν οι επαναστάτες και ακτιβιστές του επόμενου αιώνα. Ο Γιάνοσικ ήταν στον 19ο αιώνα ο κοινωνικός ληστής-αρχέτυπο, ένας παθιασμένος με τη δικαιοσύνη άνθρωπος που πήρε τον νόμο στα χέρια του για να προστατεύσει τον ανυπεράσπιστο και εξαθλιωμένο λαό από την αυθαιρεσία των γαιοκτημόνων, των αριστοκρατών και των βασιλιάδων. Ακόμα και σήμερα, καθαγιασμένες ιστορίες του Γιάνοσικ διδάσκονται στα σχολεία της Σλοβακίας και της Τσεχίας, την ίδια ώρα που μια ομάδα σλοβάκων αντι-ναζί παρτιζάνων του Β’ Παγκοσμίου έφερε το όνομά του. Λέγεται πάντως, και έχει ενδεχομένως κάποια βάση, ότι παρά το ιδιαιτέρως σύντομο της δράσης του, ο Γιάνοσικ προκάλεσε μια μερική αναδιανομή του πλούτου στα εδάφη που έδρασε. Για την αριστοκρατία πάντως είχε καταστεί μεγάλος πονοκέφαλος, καθώς εμφανιζόταν πάντα εκεί που δεν τον περίμενες. Μερίδα ιστορικών αμφισβητούν ακόμα και τον θάνατο του αβά που του απέδωσαν οι βασιλικές αρχές ώστε να καλέσουν σε ανθρωποκυνηγητό για τη σύλληψή του. Μια διαφορετική ανασυγκρότηση της συγκεκριμένης ιστορίας θέλει τον ιερέα να τραυματίζεται κατά λάθος από τη σπείρα που δεν είχε λερώσει ποτέ τα χέρια της με αίμα και να εκπνέει τελικά λόγω της σοβαρότητας της κατάστασής του…
Το μαρτυρικό τέλος
Όπως κι αν έχει η ιστορική αλήθεια, ο Γιάνοσικ συνελήφθη το φθινόπωρο του 1712 και φυλακίστηκε για λίγο. Για άγνωστο λόγο, αφέθηκε ελεύθερος (ή το έσκασε) και συνέχισε την έκνομη δράση του μέχρι να πέσει ξανά στα χέρια των ουγγρικών αρχών την άνοιξη του 1713. Τον συνέλαβαν μάλιστα στο καπηλειό του παλιού του συντρόφου Ούχορτσικ, κάτι που θα σφράγιζε και τη μοίρα του έτερου ληστή που είχε περάσει στο φάσμα της νομιμότητας. Πολλοί μύθοι κυκλοφορούν για τη σημαδιακή αυτή μέρα και το πώς πιάστηκε ο ληστοσυμμορίτης, αν και η αλήθεια τους δεν μπορεί κατά κανέναν τρόπο να ελεγχθεί. Ο Γιούρα περνά από διήμερη δίκη στις 16-17 Μαρτίου 1713 και καταδικάζεται σε θάνατο. Η ημερομηνία της εκτέλεσής του δεν είναι γνωστή, σύμφωνα πάντως με το εκτελεστικό εθιμοτυπικό η ποινή εφαρμοζόταν συνήθως αμέσως μετά την έκδοση της ετυμηγορίας. Δεν τον απαγχόνισαν μάλιστα, όπως θέλει ο θρύλος που γενικεύτηκε, παρά τον πέρασαν σε ένα τσιγκέλι και τον άφησαν να πεθάνει μαρτυρικά στην κρεμάλα. Αυτός ήταν ο τρόπος που θανατώνονταν βάρβαρα και ατιμωτικά οι ληστοσυμμορίτες της Κεντρικής Ευρώπης. Ο μύθος θα κάνει εδώ για άλλη μια φορά την εμφάνισή του, με τον 25χρονο Γιάνοσικ να αρνείται τη χάρη που του προσέφεραν με αντάλλαγμα να προδώσει τα παλικάρια του. Λέγεται μάλιστα πως καρφώθηκε μόνος του στον γάντζο! Ιστορικά τεκμήρια υπάρχουν πάντως από τη συγκεκριμένη δίκη και μιλούν ξεκάθαρα για τη σύλληψη, τη φυλάκιση, τη δίκη και την καταδίκη του σε θάνατο. Παρά το σύντομο της δράσης του, ο Γιούρα Γιάνοσικ θα μετατρεπόταν από τη λαϊκή ιστορία σε ήρωα πρώτου μεγέθους, διαδραματίζοντας σημαίνοντα εθνικοπατριωτικό ρόλο στους Σλοβάκους των επόμενων αιώνων ως τρανό σύμβολο αντίστασης ενάντια στον ξένο ζυγό. Κάθε φορά που οι λαοί της ευρύτερης Κεντρικής Ευρώπης χρειάζονταν έναν ήρωα, θα κατέφευγαν στον Γιούρα Γιάνοσικ, ο οποίος γινόταν συνεχώς δυνατότερος όσο οι εποχές περνούσαν. Η παράδοση τον ήθελε τώρα να αποφεύγει ακόμα και σφαίρες με την απόκοσμη ταχύτητά του. Το λιοντάρι που τρομοκρατούσε τα βουνά και τις κοιλάδες της Σλοβακίας, Τσεχίας, Ουγγαρίας και Πολωνίας δεν θα μας αποκαλύψει πιθανότατα ποτέ τα όρια της πραγματικής του δράσης, αφήνοντας τον μύθο να καλύπτει βολικά τα κενά της πραγματικής ιστορίας του… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr