Παρά το γεγονός ότι η ίδια δεν γνώρισε ποτέ τη βιολογική της μητέρα, η Ελένη Ζαφειρίου έγινε η μητέρα-αρχέτυπο της εθνικής μας κινηματογραφίας, μεγαλώνοντας κινηματογραφικά τόσα και τόσα «παιδιά»! Μητέρα της Έλλης Λαμπέτη και του Ανέστη Βλάχου, της Σμαρούλας Γιούλη, της Γκέλυς Μαυροπούλου, της Τζένης Καρέζη, της Μαργαρίτας Παπαγεωργίου και της Νίκης Παπαδάτου, του Βασιλάκη Καΐλα, της Ξένιας Καλογεροπούλου, της Ζωής Λάσκαρη και της Μίρκας Καλατζοπούλου, της Αλίκης Βουγιουκλάκη και της Μαργαρίτας Λαμπρινού, του Αλέκου Αλεξανδράκη, του Βαγγέλη Βουλγαρίδη, της Νόρας Βαλσάμη και του Βαγγέλη Ιωαννίδη, του Δημήτρη Παπαμιχαήλ και της Φλωρέτας Ζάννα, του Νίκου Ξανθόπουλου και της Γιώτας Σοϊμοίρη, του Γιώργου Κωνσταντίνου και της Έλενας Ναθαναήλ, του Γιώργου Φούντα, του Νίκου Κούρκουλου, του Χρόνη Εξαρχάκου, του Αλέκου Τζανετάκου και τόσων ακόμα, πιθανότατα δεν υπήρξε έλληνας ηθοποιός που να μην τον ανέθρεψε εντός οθόνης η Ζαφειρίου! Είτε ως μαυροφορεμένη χήρα και μάνα (όπως στο φιλμ «Το κορίτσι με τα μαύρα») είτε ως πιο μοντέρνα μητέρα (όπως στη «Θεία απ’ το Σικάγο»), η λαρισαία ηθοποιός ταυτίστηκε με τον ρόλο της μητέρας στη Χρυσή Εποχή του ελληνικού κινηματογράφου και μετατράπηκε σε ένα από τα κρυφά όπλα του. Οι 100 κοντά ταινίες που έκανε τη φέρνουν στις πρώτες θέσεις των παραγωγικότερων ελλήνων ηθοποιών, καθώς ο τεράστιος αυτός όγκος των ταινιών δύσκολα ξεπεράστηκε και θα ξεπεραστεί στο ελληνικό σελιλόιντ! Η Ζαφειρίου ήταν βέβαια μια από τις μεγαλύτερες θεατρικές ηθοποιούς της γενιάς της, παρά το γεγονός ότι οι περισσότεροι την έμαθαν από την τυποποίησή της στο μεγάλο πανί. Το άτυπο ρεκόρ της εξάλλου σε ό,τι αφορά τόσο στην εργογραφία της όσο και στις συμμετοχές της σε ταινίες της Φίνος Φιλμ (23 ρόλοι) αποδεικνύει πόσο την ήθελαν οι παραγωγοί. Αν και αυτή, έτσι στιβαρή υποκριτικά καθώς ήταν και με υψηλή καλλιέργεια, καλλιτεχνική παιδεία και αναμφισβήτητα υποκριτικά προσόντα, συνεχίζει να θεωρείται ως μια από τις σημαντικότερες δραματικές μας ηθοποιούς. Ηθοποιός λες από τα γεννοφάσκια της, υιοθετήθηκε από την ηθοποιό Κυριακούλα Ζαφειρίου και εμφανιζόταν στα περιπλανώμενα μπουλούκια ήδη από κοριτσάκι, πριν γίνει δεκτή με τυμπανοκρουσίες από το Εθνικό Θέατρο, στις τάξεις εξάλλου του οποίου θα περνούσε το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας της. Αφού έπαιξε ό,τι μπορούσε να παιχτεί, από κλασικό ρεπερτόριο μέχρι και αρχαία τραγωδία, και συνεργάστηκε με όλους τους πρωταγωνιστές της εποχής (Μαρίκα Κοτοπούλη, Έλλη Λαμπέτη, Δημήτρη Χορν κ.λπ.), ξεκίνησε δειλά δειλά την περιπέτειά της με το σινεμά το 1951 (στα «Πικρό Ψωμί» του Γρηγορίου) για να μην τη σταματήσει ποτέ. Ο ελληνικός κινηματογράφος είχε βρει την ευαίσθητη και τρυφερή του μάνα και άλλο δεν θα έψαχνε: η Ζαφειρίου γίνεται η μάνα-σύμβολο πολλών εταιριών παραγωγής (όπως η Φίνος Φιλμ και η Κλακ Φιλμ) και συμβάλλει τα μέγιστα στις μεγάλες τους εμπορικές επιτυχίες…
Πρώτα χρόνια
Καριέρα
Ακολουθεί η τεράστια επιτυχία του Κακογιάννη «Το Κορίτσι με τα Μαύρα» (1958), ταινία που θα την καθιερώσει στον ρόλο της μάνας ανοίγοντάς τα διάπλατα τις πόρτες των ελληνικών παραγωγών. Η μάνα των νεαρών πρωταγωνιστών της εποχής έχει έρθει λοιπόν για τα καλά φέρνοντας στις υποκριτικές της βαλίτσες το θαυμάσιο ταλέντο και την εκφραστική της δεινότητά, με τα οποία ενσαρκώνει με άνεση και απλότητα μάνες και γυναίκες των κατώτερων λαϊκών στρωμάτων. Το κινηματογραφικό παλμαρέ της Ζαφειρίου είναι δηλωτικό για το πόσο την ήθελαν τόσο οι εμπορικότερες όσο και οι καλλιτεχνικότερες παραγωγές. Αναφέρουμε ενδεικτικά: «Ο κατήφορος» (1961), «Νόμος 4000» (1962), «Ουρανός» (1962), «Εγωισμός» (1964), «Ξύπνα Βασίλη» (1969), «Η σφραγίδα του Θεού» (1969), «Αστραπόγιαννος» (1970), «Πικρό ψωμί» (1951), «Νεκρή Πολιτεία» (1951), «Η Αγνή του λιμανιού» (1952), «Το τελευταίο ψέμα» (1957), «Θεία από το Σικάγο» (1957), «Ζάλογγο, το κάστρο της λευτεριάς» (1959), «Η λίμνη των στεναγμών» (1959), «Ο κατήφορος» (1961) κ.ά. Ένα ξεχωριστό κεφάλαιο στην κινηματογραφική της καριέρα ήταν οι 20 ταινίες που έκανε με τον Νίκο Ξανθόπουλο. Οι 23 ταινίες που γύρισε μάλιστα για λογαριασμό της Φίνος Φιλμ παραμένουν αριθμός-ρεκόρ για την εταιρία! Σε μια άγνωστη πτυχή της ζωής της, η Ζαφειρίου έπαιζε στο μεγάλο πανί μόνο και μόνο για να βγάζει τα προς το ζην και να μπορεί έτσι να συμμετέχει στα θεατρικά σχήματα της αρεσκείας της χωρίς να πρέπει να σκεφτεί τον εμπορικό αντίκτυπο της δουλειάς της. Τόσο το Εθνικό όσο και η Επίδαυρος (της οποίας ήταν επίσης μόνιμος «θαμώνας») δεν της απέφεραν σοβαρές οικονομικές απολαβές και έπρεπε να στραφεί στο εμπορικό σινεμά για να ζήσει.