Με το όνομα «Ηρώδης» αναφέρονται στην Καινή Διαθήκη τρία πρόσωπα: ο Ηρώδης ο Μέγας, ο Ηρώδης Αντίπας και ο Ηρώδης Αγρίππας. Ο Ηρώδης Αντίπας (ή Αντύπας ή Αντίπατρος), που τα Ευαγγέλια τον ονομάζουν απλώς Ηρώδη, ήταν γιος του εξίσου διαβόητου Ηρώδη του Μέγα, κληρονομώντας λες τόσο τα διοικητικά χαρίσματα όσο και την παροιμιώδη σκληρότητα του πατέρα του, αλλά και ένα ολόκληρο βασίλειο! Μετά τον θάνατο του Ηρώδη του Μεγάλου, το βασίλειό του διαιρέθηκε σε μια εθναρχία και δύο τετραρχίες, οι οποίες μοιράστηκαν σε τρεις από τους γιους του: εθνάρχης Ιουδαίας, Ιδουμαίας και Σαμάρειας έγινε ο Αρχέλαος, τετράρχης Γαλιλαίας και Περαίας ο Ηρώδης Αντίπας και τετράρχης Γαυλωνίτιδας, Τραχωνίτιδας, Βαταναίας, Πανειάδας και Ιτουρίας ο Φίλιππος. Οι ευαγγελιστές μάς παρέχουν αρκετές πληροφορίες για τον τέτραρχο της Γαλιλαίας αλλά και για τη μειωτική γνώμη του Ιησού από τη Ναζαρέτ για τον ηγεμόνα, ο οποίος σπεύδει να τον χαρακτηρίσει «αλώπεκα» (αλεπού) λόγω της παμπόνηρης πανουργίας του, προειδοποιώντας τους μαθητές του να τον προσέχουν ιδιαιτέρως. Ο Ηρώδης ήταν βέβαια διπλωματικότατος τόσο με τους Ρωμαίους όσο και τους κατακτημένους Ιουδαίους, προσπαθώντας πάντοτε να διατηρεί τις εύθραυστες ισορροπίες του αξιώματός του, αν και στην προσωπική του ζωή δεν ακολούθησε το ίδιο δόγμα, προσυπογράφοντας τόσο το άδοξο τέλος του Ιωάννη του Βαπτιστή όσο και του ίδιου του του εαυτού τελικά. Φιλήδονος και ακόλαστος, προκάλεσε πάμπολλα ερωτικά σκάνδαλα, που κορυφώθηκαν όταν παντρεύτηκε την Ηρωδιάδα, τη γυναίκα του αδελφού του Φιλίππου, πράγμα που απαγορευόταν ρητώς από τον μωσαϊκό νόμο ως αιμομιξία. Οι οικογενειακές ενδογαμικές περιπέτειες θα του φέρουν πόλεμο με τους Ναβαταίους που θα χάσει, καταλήγοντας προοδευτικά στην ηχηρή του πτώση. Ο Ηρώδης Αντίπας εξορίστηκε τελικά από τον Καλιγούλα (μαζί με την Ηρωδιάδα) στο Λούγδουνο (τη σημερινή Λυών), όπου και άφησε την τελευταία του πνοή. Ο ρωμαίος αυτοκράτορας τον τιμώρησε για την υπέρμετρη φιλοδοξία του, αφού καθ’ υπαγόρευση της πανταχού παρούσας γυναίκας του είχε αξιώσει να χριστεί βασιλιάς. Παρά τα όσα κακά αναφέρουν ωστόσο γι’ αυτόν οι ευαγγελιστές, ο Αντίπας υπήρξε δραστήριος και οραματιστής, αφήνοντας σημαντικό έργο στην Ιουδαία, όπως η ίδρυση της Τιβεριάδας στις όχθες της Γαλιλαίας, την οποία έχρισε πρωτεύουσα της επαρχίας του. Όσο για τον αποκεφαλισμό του Βαπτιστή Ιωάννη, ο Ηρώδης φαίνεται να τον εκτιμά ειλικρινώς, καθώς όπως μας λέει ο Μάρκος, ο τετράρχης της Γαλιλαίας επισκεπτόταν τον Ιωάννη στη φυλακή και τον άκουγε «ηδέως» (με ευχαρίστηση), γνωρίζοντας ότι είναι άντρας δίκαιος και άδολος. Όταν αναγκάστηκε να τον θανατώσει από τις μηχανορραφίες της Ηρωδιάδας και της κόρης της Σαλώμης, κουβαλώντας πια εφ’ όρου ζωής τη σκιά του άδικου θανάτου του, πίστεψε ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν στην πραγματικότητα ο Ιωάννης ο Βαπτιστής που είχε αναστηθεί! Ο Ηρώδης άκουσε για τα θαύματα του Ιησού και εκδήλωσε ζωηρό ενδιαφέρον να τον γνωρίσει προσωπικά, πράγμα που έγινε το μοιραίο εκείνο Πάσχα, όταν ο Πόντιος Πιλάτος παρέπεμψε τον Σωτήρα στην κρίση του Ηρώδη με τη δικαιολογία ότι κατάγεται από την επαρχία του και επομένως υπάγεται στη δικαιοδοσία του. Μάλιστα ο Ηρώδης -κατά τη μαρτυρία του ευαγγελιστή Λουκά- ελπίζει να δει από πρώτο χέρι ένα από τα ξακουστά θαύματα του Ιησού, αν και εκείνος όχι μόνο δεν θαυματουργεί, αλλά περιφρονεί τον ηγεμόνα μην απαντώντας καν στις ερωτήσεις του. Ο Ηρώδης τον εξευτελίζει και τον στέλνει πίσω στον Πιλάτο, προσυπογράφοντας έτσι το τέλος του. Ηρώδης, Ηρωδιάδα, Σαλώμη, Ιησούς, Ιωάννης και Πόντιος Πιλάτος συνθέτουν ένα ιδιαίτερα δυναμικό πλέγμα βιβλικών σχέσεων που έμελλε να γεννήσει μια πίστη…
Πρώτα χρόνια
Ο Ηρώδης Αντίπας γεννιέται κατά το 4 π.Χ. ως ο νεότερος γιος του βασιλιά Ηρώδη του Μεγάλου και της Μαλθακής. Ήταν αδελφός του Ηρώδη Αρχέλαου και ετεροθαλής αδερφός του Ηρώδη Φιλίππου και πέρασε στα πατερικά κείμενα ως «Ηρώδης ο τετράρχης» (Λουκ. 3:19), αλλά και «βασιλεύς». Μετά τον θάνατο του πατέρα του, την κατάργηση του βασιλικού τίτλου στην περιοχή και τη διαίρεση της Ιουδαίας, χρίστηκε από τον Οκταβιανό Αύγουστο τετράρχης Γαλιλαίας και Περαίας, όταν και ξεκινά η βιβλική δράση του, μιας και για τα παιδικά του χρόνια δεν είναι τίποτα γνωστό…
Ο τέτραρχος Γαλιλαίας και το έργο του
Ξέρουμε ότι ο Αντίπας εγκαθίδρυσε την έδρα του στην πόλη Ζεφύρι, την οποία μετονόμασε σε Καισάρεια του Δία και άλλαξε το πρόσωπό της, αν και το οικιστικό του όραμα δεν περιορίστηκε εκεί, καθώς περί το 22-23 μ.Χ. έχτισε στις όχθες της λίμνης Γεννησαρέτ μια νέα και μεγαλοπρεπή πρωτεύουσα για την επαρχία του: η Τιβεριάδα πήρε το όνομα του ρωμαίου αυτοκράτορα Τιβέριου, του οποίου ήταν εξάλλου ευνοούμενος. Ταυτοχρόνως, ο Ηρώδης ξανάχτισε τη σμπαραλιασμένη Σέπφωρη στη Γαλιλαία και οχύρωσε τη Βηθαράν στην Περαία, μετονομάζοντάς τη σε Λιβιάδα (ή Ιουλιάδα) προς τιμή της Λίβιας, συζύγου του ρωμαίου αυτοκράτορα. Μεγαλώνοντας ο Αντίπας, φάνηκε ότι ήταν ο ικανότερος γιος του Ηρώδη του Μέγα, συνεχίζοντας το οικοδομικό όραμα του πατέρα του αλλά και τον ίδιο έκλυτο βίο. Γι’ αυτό ενδεχομένως είχε μόνιμο όνειρο να χριστεί βασιλιάς, αν και αυτή του η φιλοδοξία ήταν που θα τα κατέστρεφε όλα. Ο Ηρώδης, παρά τους μειωτικούς χαρακτηρισμούς των ευαγγελιστών, εμφορούνταν από βαθιά φιλελληνικά αισθήματα, την ίδια ώρα που σεβόταν απεριόριστα τις ιουδαϊκές παραδόσεις, προσπαθώντας να μην εγείρει τη λαϊκή μήνη και ξεσηκώσει επανάσταση. Γι’ αυτό και απέφυγε να κόψει δικό του νόμισμα και τηρούσε ευλαβικά τις σημαντικότερες γιορτές των Ιουδαίων και γι’ αυτό τα είχε πάντα με τον Πόντιο Πιλάτο που δεν σεβόταν τις παραδόσεις του τοπικού στοιχείου.
Η ολέθρια σχέση με την Ηρωδιάδα και ο αποκεφαλισμός του Ιωάννη του Βαπτιστή
Ο Αντύπας ήταν βέβαια και ένας άνθρωπος ανήθικος, εγωιστής, ωμός, με τάση προς την ηδυπάθεια και την πολυτέλεια και ικανός να διαπράξει κάθε ανομία προκειμένου να ικανοποιήσει τις φιλοδοξίες ή τα φαύλα πάθη του. Αρχικά παντρεύτηκε λοιπόν τη Φασηιλίδα, κόρη του βασιλιά των Ναβαταίων, Αρέτα Δ’, αλλά αργότερα τη χώρισε για να νυμφευτεί την ανιψιά του Ηρωδιάδα, γυναίκα του ετεροθαλή αδελφού του Φιλίππου. Η ομαλή οικογενειακή ζωή του διαταράχθηκε όταν μπήκε στο προσκήνιο η πλανεύτρα Ηρωδιάδα, κατά το 27-28 μ.Χ., κόρη του Αριστόβουλου, του δολοφονημένου γιου του Ηρώδη του Μέγα. Την εποχή που γνώρισε τον Αντίπα ήταν παντρεμένη με τον Ηρώδη Φίλιππο, τον οποίο χώρισε σκανδαλωδώς για τα μάτια του Ηρώδη, που έκανε εξάλλου το ίδιο. Οι σχέσεις Ηρώδη και Αρέτα διαταράχθηκαν όπως ήταν φυσικό από την ανείπωτη προσβολή, το πλήθος τον αποδοκίμασε ευρύτατα και το γεγονός θα κατέληγε σε πόλεμο λίγο αργότερα, όταν οι πανίσχυροι Ναβαταίοι εισέβαλαν στη Γαλιλαία το 36 μ.Χ. Παρά το γεγονός ότι ο Ηρώδης έχανε τον πόλεμο, οι εχθροπραξίες τερματίστηκαν όταν πέθανε ο ρωμαίος αυτοκράτορας. Αυτή την εποχή εμφανίζεται επίσης στο προσκήνιο ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, σύμφωνα με τα συνοπτικά ευαγγέλια, καθώς κατήγγειλε δημόσια τον δεύτερο γάμο του τετράρχου ως παράνομο. Ο ιστορικός Ιώσηπος (Αρχ. 18. 118) μας λέει ότι ο Αντύπας φοβήθηκε ότι το πλήθος που ακολουθούσε πιστά τον Ιωάννη ήταν έτοιμο να εξεγερθεί. Εντωμεταξύ, ο δημόσιος λόγος του Ιωάννη και ο τρόπος με τον οποίο καταφερόταν κατά της ανίερης ένωσης Αντύπα και Ηρωδιάδας τον είχε φέρει ήδη πίσω από τα κάγκελα της φυλακής, όταν ο Ηρώδης, υπακούοντας στα κελεύσματα της συζύγου του, τον συνέλαβε και τον αιχμαλώτισε στο φρούριο του Μαχαιρούντα, στα ανατολικά του Ιορδάνη. Τότε ήταν που η Ηρωδιάδα συνέλαβε το δόλιο σχέδιο για την εξόντωση του Βαπτιστή, ζητώντας από τη νεαρή της κόρη Σαλώμη να ξετρελάνει τον Αντύπα χορεύοντάς του αισθησιακά. Είμαστε στα 32 μ.Χ., λίγο πριν από το εβραϊκό Πάσχα, όταν ο Ηρώδης Αντύπας παρέθεσε εορταστικό δείπνο στην Τιβεριάδα για τα γενέθλιά του. Η πριγκίπισσα Σαλώμη προσφέρθηκε να λικνίσει τα κάλλη της για τα μάτια του θετού της πατέρα και της υψηλόβαθμης ομήγυρής του, αποσπώντας όμως πρώτα την υπόσχεση του τετράρχου της Γαλιλαίας ότι θα ικανοποιούσε την επιθυμία της. Παγιδευμένος στα θέλγητρά της, ο Ηρώδης της υποσχέθηκε ό,τι του ζητούσε, ακόμα και το μισό του βασίλειο. Εκείνη όμως, δασκαλεμένη από τη ραδιούργα μητέρα της, ζήτησε αντιθέτως να της φέρουν «επί πίνακι την κεφαλήν Ιωάννου του Βαπτιστού». Ο τέτραρχος κατάλαβε την πλεκτάνη που είχαν εξυφάνει εναντίον του, αν και πλέον ήταν πολύ αργά. Όπως μας λένε οι Ματθαίος (14:1-12) και Μάρκος (6:14-29): «Λαβαίνοντας υπόψη τους όρκους του και εκείνους που πλάγιαζαν μπροστά στο τραπέζι με αυτόν, διέταξε να της δοθεί· και έστειλε να αποκεφαλίσουν τον Ιωάννη στη φυλακή. Και έφεραν το κεφάλι του σε έναν δίσκο και το έδωσαν στο κορίτσι, και αυτή το έφερε στη μητέρα της». Ο Ιωάννης, όπως αναφέρει ο Ματθαίος (14:3-12), βαπτίστηκε στο αίμα του μαρτυρίου του. Ο Ιώσηπος μας λέει πως πολλοί θεώρησαν την κατοπινή ήττα του Αντίπα από τον Αρέτα ως θεία τιμωρία για τον θάνατο του Ιωάννη του Βαπτιστή. Δεν πέρασε πολύς καιρός από την αποκεφάλιση του Προδρόμου όταν κυκλοφόρησε η φήμη ότι στο πρόσωπο του δραστήριου Ιησού έχει αναβιώσει ο Ιωάννης ο Βαπτιστής. Ο δόλιος φόνος του Ιωάννη που κατατρύχει τώρα τον Ηρώδη τον κάνει πιθανότατα να πιστέψει πως ο Πρόδρομος έχει αναστηθεί από τους νεκρούς και έχει εισβάλει στο σώμα του Ιησού. Ο Ηρώδης ομολογεί: «Ιωάννην εγώ απεκεφάλισα. Τις έστιν ούτος περί ού ακούω τοιαύτα;» (Λουκάς, 9:9αβ), «ον εγώ απεκεφάλισα Ιωάννην, ούτος ηγέρθη» (Μάρκος, 6:16), «Και εζήτει ιδείν αυτόν» (Λουκάς, 9:9γ). Ο τέτραρχος επιζητεί να συναντήσει τον Ιησού από τη Ναζαρέτ, ο οποίος τον έχει ήδη χαρακτηρίσει «αλώπεκα» (Λουκ.13:31) και μοιάζει να τον αψηφά. Τη βιβλική πάσα θα του τη δώσει ο Πόντιος Πιλάτος, όταν θα του στείλει τον Ιησού για να τον κρίνει, μιας και είναι στη δική του δικαιοδοσία η μοίρα του Σωτήρα. Ο Ηρώδης δεν μοιάζει πάντως να θέλει να δικάσει τον υπόδικο Χριστό, παρά μόνο να δει αν είναι όντως προφήτης και ακόμα καλύτερα, αν είναι η μετενσάρκωση του Βαπτιστή που τόσο φοβάται: «ήν γαρ θέλων εξ ικανού ιδείν αυτόν, διά το ακούειν πολλά περί αυτού. Και ήλπιζέ τι σημείον ιδείν υπ’ αυτού γινόμενον» (Λουκάς, 23:8). Ο Ιησούς σιωπά και δεν αποκρίνεται στις αλλεπάλληλες ερωτήσεις του. Ο Ηρώδης τον εξευτελίζει, τον ειρωνεύεται και όταν σιγουρεύεται ότι δεν έχει μπει μέσα του ο Βαπτιστής, τον στέλνει πίσω στον Πιλάτο για να δικαστεί…
Το τέλος
Όταν λίγο αργότερα, το 39 μ.Χ., ο αδελφός της Ηρωδιάδας, Ηρώδης Αγρίππας, που ζούσε από μικρός στη Ρώμη, ονομάστηκε από τον Καλιγούλα βασιλιάς, αποκτώντας όχι μόνο την τετραρχία του Ηρώδη Φιλίππου αλλά και κανονικό βασιλικό τίτλο, ο Ηρώδης Αντίπας εξαναγκάστηκε από την Ηρωδιάδα αλλά και την υπέρμετρη φιλοδοξία του να πάει στη Ρώμη και να ζητήσει να γίνει κι αυτός βασιλιάς! Στη Ρώμη αντίκρισε βέβαια τις συνήθεις πλεκτάνες της αυλής, καθώς ο Αγρίππας τον είχε ήδη κατηγορήσει στον Καλιγούλα ότι σχεδίαζε να αναλάβει δράση εναντίον του. Ο Καλιγούλας τον αντιπάθησε από την πρώτη στιγμή και όχι μόνο δεν τον έχρισε βασιλιά, αλλά τον εξόρισε κιόλας στο Λούγδουνο της Γαλλίας. Η Ηρωδιάδα αναγκάζεται να πάει να συναντήσει το στεφάνι της, την ώρα που η τετραρχία του Αντίπα περνά κι αυτή στα χέρια του Αγρίππα. Ο Καλιγούλας ξαποστέλνει λίγους μήνες αργότερα τους δυο εξόριστους στην Ισπανία, όπου και θα πεθάνει ο Ηρώδης το ίδιο έτος (39 μ.Χ.)… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr