«Ακόμη αδυνατώ να συνοικειωθώ προς την ιδέαν, ότι ο Χαρίλαος Τρικούπης δεν υπάρχει πλέον εν τοις ζώσιν, ότι ο κολοσσός ούτος της πολιτικής κείται νεκρός. Εξακολουθώ να τον φαντάζομαι πάντα ζώντα. Ο Τρικούπης εργαζόμενος, ο Τρικούπης μελετών και παρασκευαζόμενος δια τας εν τη Βουλή συζητήσεις, ήτο τι άξιον θαυμασμού. Ουδείς Έλλην ηδυνήθη να συστηματοποιήση την εργασίαν του και τας μελέτας του τόσον τελείως όσον αυτός· ήτο αυτή η τάξις προσωποποιημένη», έγραφε στη νεκρολογία για τον Τρικούπη ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης την 7η Απριλίου 1896. Ο λόγος για την κορυφαία αναμφίβολα πολιτική προσωπικότητα του 19ου αιώνα και έναν από τους σημαντικότερους πολιτικούς των νεότερων χρόνων, για τον άντρα που διατέλεσε εφτά φορές πρωθυπουργός και τόσο άρρηκτα συνέδεσε το όνομά του με τη θωράκιση του δημοκρατικού πολιτεύματος αλλά και την προσπάθεια εκσυγχρονισμού της χώρας. Ο Τρικούπης σε μια από τις πρώτες μεταρρυθμίσεις του καθιέρωσε την «αρχή της δεδηλωμένης», το κοινοβουλευτικό ανάχωμα δηλαδή σύμφωνα με το οποίο η κυβέρνηση οφείλει να έχει τη «δεδηλωμένη» εμπιστοσύνη της απόλυτης πλειοψηφίας των βουλευτών για να διασφαλίζεται η δημοκρατική νομιμοποίησή της, την οποία μέχρι τότε όριζε ο βασιλιάς κατά το δοκούν, αγνοώντας συχνά και επιδεικτικά τη λαϊκή ετυμηγορία. Ο φωτισμένος πολιτικός κυριάρχησε στη δημόσια σκηνή της Ελλάδας επί 19 χρόνια, από το 1875 έως το 1894, αφήνοντας αξιοζήλευτο έργο που θα μεταμόρφωνε το πρόσωπο της χώρας: ίδρυσε σχολεία και εκκλησίες στις αλύτρωτες περιοχές για να τονώσει την ελληνικότητά τους, πραγματοποίησε τεράστια σε έκταση και σπουδαιότητα δημόσια έργα πνοής, όπως η διάνοιξη της διώρυγας της Κορίνθου και η αποξήρανση της λίμνης Κωπαΐδας, βελτίωσε τις συγκοινωνίες, το οδικό αλλά και το σιδηροδρομικό δίκτυο, ενισχύοντας ταυτοχρόνως τη δημοκρατία και προωθώντας με κάθε τρόπο τον εκσυγχρονισμό του κράτους. Επιπλέον, πραγματιστής καθώς ήταν, αναγνώρισε τις περιορισμένες δυνατότητες του κράτους και δεν ενθάρρυνε επαναστατικά κινήματα στις αλύτρωτες περιοχές, αν και για να τα κάνει όλα αυτά αναγκάστηκε να προβεί σε εκτεταμένο δανεισμό, φτάνοντας έτσι ως την άβυσσο της χρεοκοπίας. Η πτώχευση του 1893, κατά την περίοδο της έβδομης και τελευταίας πρωθυπουργικής του θητείας, έριξε βαριά τη σκιά της στην Ελλάδα και το «δυστυχώς κύριοι, επτωχεύσαμεν» σφράγισε τη διακυβέρνησή του, αν και η Ιστορία επιφύλαξε γι’ αυτόν μια σαφώς καλύτερη θέση ως ο πρώτος εκσυγχρονιστής πολιτικός του νέου ελληνικού κράτους. «Αηδιάζοντες και αγανακτούντες και βλέποντες την γενικήν κατάπτωσιν των πολιτευομένων ερωτώμεν αυτούς, μη τυχόν αληθώς πταίει το Έθνος;», αναρωτιόταν ο Τρικούπης όταν δημοσίευε στις 29 Ιουνίου 1874 το πολύκροτο άρθρο του «Τις πταίει;», ένα κείμενο που απαθανάτιζε την κακοδαιμονία του κράτους και θα τον οδηγούσε πίσω από τα σίδερα της φυλακής. Πριν τον καθιερώσει φυσικά στη λαϊκή συνείδηση ως ηγέτη και του χαρίσει αργότερα τη δυνατότητα να κυβερνήσει τον τόπο. Ο Τρικούπης κατέληξε στο συμπέρασμα πως «δεν πταίει το Έθνος» και ότι αλλού εδραζόταν «το κακόν», υπονοώντας την κατάπτωση των θεσμών, την έλλειψη σεβασμού στη λαϊκή εντολή αλλά και τους διεφθαρμένους πολιτικούς. Η συνέχεια είναι γνωστή και διδακτική και τον δικαίωσε πλήρως: ο λαός εξεγείρεται, συντρίβει το παλιό σύστημα και το άστρο του Τρικούπη ανατέλλει μεγαλοπρεπώς…
Πρώτα χρόνια
Ο Χαρίλαος Τρικούπης γεννιέται στις 11 Ιουλίου 1832 στο Ναύπλιο με την πολιτική να ρέει στο αίμα του: ήταν γιος του ιστορικού και πολιτικού Σπυρίδωνα Τρικούπη και της Αικατερίνης Μαυροκορδάτου, αδελφής του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου. Ο Σπυρίδων ήταν ο ηγέτης του Αγγλικού Κόμματος και πρώτος πρωθυπουργός του ελληνικού κράτους, την ίδια στιγμή που η μητέρα του ήταν Φαναριώτισσα με καταγωγή από βυζαντινή οικογένεια ηγεμόνων της Μολδοβλαχίας. Μέσα στο πλαίσιο αυτό θα μεγαλώσει και θα ανατραφεί ο μικρός Χαρίλαος, στην πιο γόνιμη εκδοχή δηλαδή της σύνθεσης δύο κόσμων. Γι’ αυτό και ο κοσμοπολίτικος χαρακτήρας της προσωπικότητάς του, που διέθετε όλα τα χαρακτηριστικά και τις συμπεριφορές του σύγχρονου ευρωπαίου αστού του καιρού του, κάτι που θα συντελούσε καθοριστικά στη μετέπειτα πορεία του, στο να γίνει δηλαδή ο άνθρωπος που λίγο πριν από τα τέλη του 19ου αιώνα μετέτρεψε μια χώρα κυριαρχημένη από τα χαρακτηριστικά της πρώην οθωμανικής επαρχίας σε κάτι που άρχιζε για πρώτη φορά να θυμίζει σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος! Αφού έλαβε τη βασική εκπαίδευση στο Ναύπλιο, φοίτησε στη συνέχεια στο Γυμνάσιο της Αθήνας και έγινε αργότερα δεκτός στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Τις νομικές σπουδές του τις ολοκλήρωσε στο Παρίσι, απ’ όπου πήρε και το διδακτορικό του στα νομικά…
Πρώτες διπλωματικές αποστολές και βάπτισμα του πυρός στην πολιτική
Από το 1853-1864, ο Τρικούπης υπηρέτησε στο Διπλωματικό Σώμα και το 1863 ήταν επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας που διαπραγματεύτηκε την προσάρτηση των Ιονίων Νήσων στην Ελλάδα (16 Μαρτίου 1864). Υπηρέτησε για χρόνια στην Ελληνική Πρεσβεία του Λονδίνου, στην οποία ήταν επικεφαλής ο Σπυρίδων Τρικούπης, μια περίοδο μαθητείας που θα τονώσει το ευρωπαϊκό του πνεύμα και θα τον φέρει σε επαφή με τη βρετανική πολιτική και τον τρόπο λειτουργίας του κοινοβουλευτισμού. Έχοντας ζήσει πολλά χρόνια της νεότητάς του στο Λονδίνο, επηρεάστηκε τόσο από την αγγλική πολιτική και τρόπο ζωής όσο και το βρετανικό φλέγμα και αυτοσυγκράτηση. Χαρακτηριστική εδώ είναι η διήγηση της αδελφής του Σοφίας για τον θάνατο της μητέρας τους, η οποία πνίγηκε στην Αίγινα: τα σπαρακτικά αναφιλητά της Σοφίας για τον χαμό της μητέρας σταμάτησαν μόνο κάτω από το βλοσυρό βλέμμα του Χαρίλαου. Το ίδιο βράδυ, μόλις βρέθηκαν μόνοι, εμβρόντητη τον άκουσε να της λέει ότι δεν περίμενε ποτέ από εκείνη παρόμοια συμπεριφορά: «Εις τοιαύτας στιγμάς δεν σκέπτεται τις περί εαυτού, αλλά περί του τι οφείλει να πράξη», της είπε. Από τη θητεία του στο Λονδίνο υιοθέτησε το σκούρο κοστούμι αγγλικής κατασκευής, την αυστηρή μορφή και την άκαμπτη κορμοστασιά, παραμένοντας στητός και σοβαρός τόσο στα νιάτα του όσο και στο μεσουράνημά του. Οι σύγχρονοί του συμφωνούσαν ότι ως χαρακτήρας διακρινόταν για την εντιμότητά του, την ατσάλινη θέληση, την εργατικότητα και τη φιλομάθειά του. Ο Τρικούπης συνήθιζε να ξενυχτά δουλεύοντας: «Πού θα ευρεθή ένας σαν τον Τρικούπην», αναρωτιόταν ο Συγγρός, «να μην έχη ώρας ύπνου, ώρας αναπαύσεως, καλέ να μη κοιμάται σας λέω». Συστηματικός και οργανωμένος από τη φύση του, ταξινομούσε πάντα εξαντλητικά τα έγγραφά του σε φακέλους και τα φύλαγε προσεκτικά στα συρτάρια του, καθώς το γραφείο του το ήθελε καθαρό και τακτοποιημένο, χωρίς στοίβες χαρτιών. Το βάπτισμα στην πολιτική το πήρε το 1862, όταν εξελέγη πληρεξούσιος της ελληνικής παροικίας του Μάντσεστερ στη Συντακτική Συνέλευση. Το 1865 εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής Μεσολογγίου, κάτω από τις ευλογίες του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, του πολιτικού του μέντορα, ο οποίος του εμπιστεύτηκε το νευραλγικό υπουργείο Εξωτερικών στην κυβέρνησή του, σε μια ευαίσθητη μάλιστα περίοδο καθώς εντωμεταξύ είχε ξεσπάσει η Κρητική Επανάσταση. Ο Τρικούπης αναλαμβάνει χαρτοφυλάκιο μόλις 33 ετών! Ένα από τα πρώτα του μελήματα ήταν η αποκατάσταση του κύρους της Ελλάδας στην Ευρώπη και η αξίωση σεβασμού από τις μεγάλες δυνάμεις. Σε μια κίνηση στρατηγικής, όταν ανέλαβε το χαρτοφυλάκιο του υπουργείου Εξωτερικών δεν πήγε αυτός ως υποτελής στους ξένους πρεσβευτές στην Αθήνα, αλλά αξίωσε να τον επισκεφθούν εκείνοι πρώτοι, δημιουργώντας ένα εθιμοτυπικό πρωτόκολλο που ισχύει ως τις μέρες μας. Όταν κατέρρευσε η κυβέρνηση Κουμουνδούρου υπό το βάρους του Κρητικού Ζητήματος, ο Τρικούπης δεν συμμετείχε στην επόμενη κυβέρνηση, αλλά ίδρυσε τον δικό του πολιτικό φορέα, το «Πέμπτο Κόμμα», που ήταν ιστορικά ο πρώτος σχηματισμός που βασιζόταν σε προγραμματικές δηλώσεις και καταστατικές αρχές! Ο δικομματισμός είχε γεννηθεί και σημαία του τρικουπικού κόμματος γίνεται ο εκσυγχρονισμός της χώρας.
Πρωθυπουργία και έργο
Στις πρώτες εκλογές που συμμετέχει ως ηγέτης κόμματος χάνει (23 Ιουνίου 1874) και τότε δημοσιεύει στον ημερήσιο Τύπο το περιβόητο άρθρο του «Τις Πταίει;» (εφημερίδα «Οι Καιροί», 29 Ιουνίου 1874), στηλιτεύοντας τις βασιλικές ραδιουργίες και κατηγορώντας τον Γεώργιο Α’ για τη συνήθειά του να παρακάμπτει το κοινοβούλιο και την εκλεγμένη κυβέρνηση. Ο Τρικούπης δεν μασά τα λόγια του και αξιώνει από το στέμμα να πράττει τα οφειλόμενα, ήτοι να διορίζει πρωθυπουργό τον αρχηγό του πλειοψηφούντος κόμματος, την ίδια στιγμή που επιμένει ότι η εκάστοτε κυβέρνηση οφείλει να έχει τη στήριξη της Βουλής: είναι το γενικό περίγραμμα της «αρχής της δεδηλωμένης», η οποία θα επιβληθεί από τον Τρικούπη έναν χρόνο αργότερα και θα αποκτήσει πλήρη συνταγματική ισχύ το 1927. Επιπλέον, στο ίδιο ιστορικό άρθρο είχε εκφράσει τις αντιρρήσεις του για την πελατειακή λειτουργία του κοινοβουλευτισμού στην Ελλάδα και τον ύποπτο ρόλο των βουλευτών, οι οποίοι με ρουσφέτια και διορισμούς στο Δημόσιο είχαν καταφέρει να διογκώσουν τον δημόσιο τομέα αλλά και να δημιουργήσουν μια πολιτική ελίτ. Το άρθρο προκαλεί σφοδρές αντιδράσεις, ο Τρικούπης σέρνεται στη φυλακή, αν και το δίκαιο των αιτημάτων του θα τον κάνουν γνωστό στα πέρατα της χώρας. Ο στόχος του Τρικούπη ήταν η εδραίωση ισχυρών κομμάτων εξουσίας, στα πρότυπα πάντα του αγγλικού κοινοβουλευτικού συστήματος, γι’ αυτό και δημιούργησε δικό του φορέα, ώστε να εδραιωθεί ο δικομματισμός στην Ελλάδα. Αρκεί να αναφερθεί ότι στις επόμενες εκλογές τα δύο κόμματα, του Τρικούπη και του Δηλιγιάννη, κατέλαβαν συνολικά το 92,2 % των εδρών του Κοινοβουλίου. Κι έτσι στην εθνική αναμέτρηση του Απριλίου του 1875, ο Τρικούπης εκλέγεται πανηγυρικά πρωθυπουργός, κυριαρχώντας με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στην πολιτική σκηνή για τις επόμενες δύο δεκαετίες. Κύριος εκπρόσωπος της ανερχόμενης αστικής τάξης, θα τα βάλει με τον παλαιοκομματισμό και τα μεγάλα τζάκια της δημόσιας ζωής, κάτι που θα τον φέρει αντιμέτωπο ακόμα και με τον πολιτικό του πατέρα Αλέξανδρο Κουμουνδούρο. Ο Τρικούπης θα παραμείνει στο τιμόνι της χώρας για 11 χρόνια, γεγονός που τον καθιστά έναν από τους μακροβιότερους πρωθυπουργούς της Ελλάδας, έχοντας πολιτικό αντίπαλο τον «λαϊκιστή» Θεόδωρο Δηλιγιάννη. Ως πρωθυπουργός, μπορούσε τώρα να επιδοθεί στο μεταρρυθμιστικό όραμά του για τη μετατροπή της Ελλάδας σε σύγχρονο κράτος ευρωπαϊκών προδιαγραφών. Ο προοδευτικός πολιτικός αναδιοργάνωσε τη λειτουργία αστυνομίας, αγροφυλακής αλλά και της Σχολής Ευελπίδων, προχώρησε στην κατασκευή εκτεταμένου οδικού και σιδηροδρομικού δικτύου, επιδιδόμενος με πρωτόγνωρη δυναμική σε μεγάλα αναπτυξιακά έργα που άλλαξαν το πρόσωπο της χώρας. Όπως για παράδειγμα το τιτάνιο έργο της αποξήρανσης της Κωπαΐδας! Σε επόμενη μάλιστα κυβέρνησή του (1886) θωράκισε περαιτέρω το δημοκρατικό πολίτευμα και μείωσε τον αριθμό των βουλευτών από 240 σε 150, με το ευρύτατο μεταρρυθμιστικό του πρόγραμμα να αλλάζει το πρόσωπο σε μια σειρά από τομείς, όπως η γεωργία, η παιδεία, η άμυνα και το φορολογικό σύστημα. Στο πολυδάπανο, αν και απολύτως αναγκαίο, πρόγραμμα έργων υποδομής που καθέλκυσε ξεχωρίζει φυσικά το μεγαλόπνοο πρόγραμμα για την κατασκευή της Διώρυγας της Κορίνθου το 1893. Στα σχέδια του Τρικούπη περιλαμβανόταν επίσης και η ζεύξη Ρίου-Αντιρρίου, ένα έργο που θα έμενε ωστόσο στα σκαριά, καθώς η ελληνική οικονομία ήταν στα σπάργανα και σύντομα αποδείχθηκε ότι δεν μπορούσε να σηκώσει το φιλόδοξο πρόγραμμα του μεταρρυθμιστή πολιτικού.
Το «δυστυχώς, επτωχεύσαμεν»
Για να καλύψει τις δημόσιες δαπάνες, ο Τρικούπης ακολουθεί μια νέα φορολογική πολιτική που θα προκαλέσει τη δυσαρέσκεια του λαού, με τον Τύπο να τον αποκαλεί πλέον «Φορομπήκτη», «Πετρέλαιο» «Ξένο», «Άγγλο», «Εγγλέζικο Κεφάλι» και «Μυλόρδο», προσωνύμια της εποχής που έγιναν σημαία των πολιτικών του αντιπάλων. Το εκσυγχρονιστικό όραμα του Τρικούπη προσέκρουσε πάνω στις παθογένειες της ελληνικής οικονομίας, όπως η ανύπαρκτη παραγωγή αλλά και το συντηρητικό πνεύμα, αν και ο ίδιος συνέχιζε τις μεταρρυθμίσεις στην προσπάθειά του να κάνει την Ελλάδα να συμβαδίσει με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες. «Δυστυχώς κύριοι, επτωχεύσαμεν», ανακοίνωνε ο Χαρίλαος Τρικούπης στη Βουλή στις 10 Δεκεμβρίου 1893. Είχε επανέλθει πρόσφατα στην εξουσία (Μάιος του 1892) και είχε αποτύχει να εξασφαλίσει νέο δάνειο. Ιστορικά, από το 1879-1890 είχαν συναφθεί οκτώ εξωτερικά δάνεια και πέντε εσωτερικά, με τη σταφιδική κρίση που ξέσπασε να επιδεινώνει περαιτέρω την κατάσταση. Η νέα κυβέρνηση Τρικούπη παρουσιάστηκε στη Βουλή με ένα σκληρό πρόγραμμα περικοπών στις δημόσιες δαπάνες και με μέτρα αυστηρής λιτότητας, καθώς το τεχνοκρατικό του προφίλ έβλεπε τη λύση σε μια σειρά από έμμεσους φόρους. Ο Τρικούπης προσπάθησε να σώσει τη χώρα από τη δημοσιονομική κατάρρευση χωρίς να υπονομευτεί η αναπτυξιακή της πορεία, γνωρίζοντας ωστόσο ότι όλες οι μεταρρυθμίσεις του χρηματοδοτούνταν από τα δάνεια της περιόδου 1880-1890. Ο πρωθυπουργός κυνήγησε την αναχρηματοδότηση των παλιότερων δανείων ζητώντας νέο δανεισμό από την Αγγλία, με το πακέτο να είναι αποφασιστικής σημασίας για την εκτέλεση του προϋπολογισμού της χρονιάς του 1893, αν και συνάντησε σθεναρή αντίδραση τόσο από την αντιπολίτευση του Δηλιγιάννη και τον Τύπο όσο και από γαλλικά αλλά και ελληνικά συμφέροντα. Όσο για τους όρους που έθεταν οι δανειστές, παραήταν σκληροί, καθώς η αξιοπιστία της Ελλάδας είχε βληθεί εξαιτίας των συσσωρευμένων χρεών αλλά και της αρνητικής πορείας των ομολόγων των προηγούμενων δανείων (οι δυσβάσταχτοι τόκοι των δανείων έφταναν πια στο 30% της συνολικής τους αξίας). Η χώρα δεν θα μπορέσει να αποπληρώσει τα δυσβάσταχτα χρέη της, η ελληνική Βουλή κηρύσσει χρεοστάσιο το 1893 και ο Τρικούπης παραιτείται. Ως άμεσο απότοκο της κρατικής πτώχευσης, η Ελλάδα θα τεθεί υπό Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο, ο οποίος επέβαλε μονοπώλιο στο οινόπνευμα, τα σπίρτα και άλλα αγαθά, με τις επιπτώσεις της πολιτικής του να διαρκούν ακόμα και μέχρι την είσοδο της Ελλάδας στην ΕΟΚ…
Τελευταία χρόνια
Στον απόηχο της χρεοκοπίας, το κόμμα του Τρικούπη καταποντίζεται στις εκλογές του Απριλίου του 1895 και ο ίδιος δεν εκλέγεται καν βουλευτής στην περιφέρειά του (Μεσολόγγι). Την εδώ και δύο δεκαετίες έδρα του την έχασε μάλιστα μόλις για τέσσερις ψήφους διαφορά από τον άσημο αντίπαλό του Γουλιμή και αποχωρεί έτσι από την πολιτική σκηνή βαθύτατα πικραμένος με την επίσης κλασική του φράση «Ανθ’ ημών Γουλιμής. Καληνύχτα σας!». Η απόσυρση του Τρικούπη από την πολιτική της Ελλάδας άφησε δυσαναπλήρωτο κενό, κάτι που έγινε σύντομα ορατό. Ο ίδιος ήταν τώρα σε μεγάλο ταξίδι στην Ευρώπη και εν αγνοία του στην Ελλάδα οι πολιτικοί του φίλοι τον κατεβάζουν υποψήφιο στις αναπληρωματικές εκλογές της επαρχίας του Βάλτου, όπου εκλέγεται σχεδόν παμψηφεί τον Μάρτιο του 1896. Μια εβδομάδα ωστόσο αργότερα φτάνουν τα τραγικά νέα ότι ο Τρικούπης έπεσε βαριά άρρωστος στις Κάννες. Είχε εντωμεταξύ οργώσει όλη την Ευρώπη, περνώντας από Βενετία, Μόναχο, Βερολίνο, Δρέσδη, Στοκχόλμη, Πράγα, Βιέννη, Βουδαπέστη, Σαράγεβο, Φλωρεντία, Ριβιέρα και Νίκαια. Αν και ήταν στο γαλλικό θέρετρο που θα άφηνε την τελευταία του πνοή στις 30 Μαρτίου 1896. Όχι ότι γλίτωσε από τις ελλαδικές περιπέτειες, καθώς ο ορκισμένος πολιτικός του εχθρός Δηλιγιάννης αρνήθηκε να στείλει πολεμικό σκάφος να παραλάβει τη σορό του ισχυριζόμενος πως τα πλοία του στόλου δεν προορίζονται για τη μεταφορά νεκρών! Η σορός του έφτασε τελικά στον Πειραιά στις 9 Απριλίου με τη μεσολάβηση των φίλων του, όπως ο Ανδρέας Συγγρός, που κάλυψαν τα έξοδα της μεταφοράς της στην Ελλάδα, και εκτέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα στον ναό της Ζωοδόχου Πηγής. Ενταφιάστηκε χωρίς επισημότητες, όπως το ήθελε εξάλλου, στον οικογενειακό τάφο στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών, με ένα πρωτόγνωρο πλήθος κόσμου να σπεύδει για το ύστατο χαίρε. Τα τελευταία 13 χρόνια της ζωής του τα έζησε σε νοικιασμένο σπίτι στο κέντρο της Αθήνας, καθώς την περιουσία που του είχε αφήσει ο πατέρας του είχε αναγκαστεί να την εκποιήσει σταδιακά, πεθαίνοντας τελικά φτωχός. Απορροφημένος από την πολιτική, δεν παντρεύτηκε ποτέ, αν και ερωτεύτηκε παράφορα στη δεκαετία του 1880 την 25χρονη βαρόνη φον Τράουτενμπεργκ, σύζυγο του αυστριακού πρεσβευτή στην Ελλάδα, με τον πλατωνικό πιθανότατα δεσμό να τον συνοδεύει ως τον θάνατό του. Όλα του τα χρόνια τα πέρασε πλάι στην αδελφή του Σοφία. Στις στιγμές απολογισμού του έργου και της ζωής του, ο Τρικούπης έγραφε ότι έπειτα από έναν αιώνα όλη αυτή η περίοδος της προσωπικής του κυριαρχίας στον πολιτικό βίο της Ελλάδας θα αναφερόταν στην παγκόσμια ιστορία με λίγες μόνο γραμμές, στις οποίες το όνομά του δεν θα γραφόταν καν! Κι όμως, η τεράστια συνεισφορά του στην οικονομία, την πολιτική και την κοινωνία δεν θα περνούσε στα ψιλά της Ιστορίας, καθώς το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα του ανήκει αποφασιστικά και οι μελετητές σπεύδουν να το χαρακτηρίσουν «τρικουπικά χρόνια». Η πολιτική μορφή που δέσποσε στην εποχή της αναδιοργάνωσε το κράτος, δημιούργησε θεσμούς, εκσυγχρόνισε το πολιτικό σύστημα και το στράτευμα, θεμελίωσε νέες οικονομικές δομές και κορυφαία δημόσια κτίρια και κυρίως έβαλε το δημοκρατικό πολίτευμα στις βάσεις που του άξιζαν… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr