Ένας από τους πολιτικούς που σημάδεψαν την ελληνική ιστορία στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και τις αρχές του 20ού, διατελώντας πέντε φορές πρωθυπουργός και υπουργός σε πολλές κυβερνήσεις, έμελλε να μείνει στα κιτάπια του ελληνικού κράτους ως ο μεγαλύτερος κοινοβουλευτικός αντίπαλος του Χαρίλαου Τρικούπη αλλά και ως ο πρωθυπουργός που δολοφονήθηκε για μη πολιτικό λόγο! Ο Δηλιγιάννης μπλέχτηκε στη δίνη γεγονότων που ξεπερνούσαν τις δυνατότητες της Ελλάδας αναμετρώντας τις δυνάμεις του με τον κύριο πολιτικό του αντίπαλο Τρικούπη σε μια μακρά σειρά από πεδία, όπως η οικονομία, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, το κρητικό ζήτημα αλλά και το αγροτικό. Μέτρησε νίκες, ήττες, κατορθώματα, όπως η αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων το 1896, αλλά και εθνικές τραγωδίες, όπως ο τουλάχιστον ατυχής Ελληνοτουρκικός Πόλεμος του 1897 και η χρεοκοπία της χώρας. Συντηρητικών αντιλήψεων και με λόγο δημαγωγικό, ο δεινός ρήτορας Δηλιγιάννης στράφηκε σε σχεδόν λαϊκίστικες πολιτικές επιλογές, όπως ο διαβόητος νόμος που ψήφισε η κυβέρνησή του για προσλήψεις στο Δημόσιο χωρίς κανένα τυπικό προσόν, κάτι που γιγάντωσε τον δημόσιο τομέα μέσω αλόγιστων προσλήψεων. Επιπλέον, η υιοθέτηση από μέρους του του επιθετικού δόγματος της Μεγάλης Ιδέας και οι στρατιωτικοί εξοπλισμοί ενέπλεξαν την ανέτοιμη Ελλάδα σε άνιση σύγκρουση με την Τουρκία και στον απόηχο της ήττας ήταν η καταβολή των υπέρογκων αποζημιώσεων που έφεραν για άλλη μια φορά τη χώρα στο χείλος της χρεοκοπίας. Επίσης, μετά την ήττα θα ερχόταν στην Ελλάδα ο ΔΟΕ (Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος), ο οποίος θα εισέπραττε για λογαριασμό των δανειστών τους φόρους από το μονοπωλιακό εμπόριο (αλάτι, σπίρτα, πετρέλαιο, παιγνιόχαρτα, τσιγαρόχαρτα και σμύριδα) αλλά και τον φόρο του καπνού, τα τέλη χαρτοσήμου και τους δασμούς του τελωνείου Πειραιά. Η κηδεμονία των προστάτιδων δυνάμεων θα βύθιζε για άλλη μια φορά τη χώρα στη φτώχεια, καθώς ο ΔΟΕ και τα δανεικά της Ελλάδας δεν θα καταργούνταν παρά έπειτα από 80 χρόνια, το 1978! Ο άνθρωπος που διατέλεσε πέντε φορές πρωθυπουργός (1885-1886, 1890-1892, 1895-1897, 1902-03, 1904-05) δολοφονήθηκε στις 31 Μαΐου 1905 στην είσοδο της Παλαιάς Βουλής από χαρτοπαίχτη! Ήταν ο λεσχηάρχης Αντώνης Κωσταγερακάρης που τον σκότωσε ως εκδίκηση για το κλείσιμο των χαρτοπαιχτικών λεσχών…
Πρώτα χρόνια
Ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης γεννιέται στις 19 Μαΐου 1824 στα Λαγκάδια της Γορτυνίας ως ένας από τους τρεις γιους της ιστορικής και αρχοντικής οικογένειας των Δεληγιανναίων. Ήταν γιος του οπλαρχηγού του 1821, Πανάγου Δεληγιάννη, έπαρχου κατόπιν της Ηλείας και εγγονός του κοτζαμπάση του Μωριά, Ιωάννη Δεληγιάννη, με τη σημαίνουσα οικογένεια των πελοποννήσιων προκρίτων και αρχόντων να μετρά πολλές προβεβλημένες προσωπικότητες στις τάξεις της. Ο Πανάγος πέθανε όταν ο Θόδωρος ήταν μόλις 13 ετών, αν και τα παιδικά του χρόνια κύλησαν ομαλά. Ολοκληρώνοντας το Γυμνάσιο Ναυπλίου το 1938, έγινε δεκτός στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, απ’ όπου αποφοίτησε το 1943, όταν και άρχισε να ανεβαίνει γρήγορα τα σκαλιά της ιεραρχίας του κρατικού μηχανισμού. Αρχικά διορίστηκε συντάκτης των πρακτικών της Βουλής και το 1848 βρήκε τη θέση του στο υπουργείο Εσωτερικών, ως ιδιαίτερος γραμματέας του υπουργού. Το 1854 διετέλεσε διευθυντής Προσωπικού και στη συνέχεια γενικός επιθεωρητής Νομαρχιών, ενώ το 1859 ανήλθε στη θέση του γενικού γραμματέα του υπουργείου, σε ηλικία 35 ετών, εν μέρει και λόγω του ονόματός του. Ανώτερος διοικητικός υπάλληλος του υπουργείου Εσωτερικών πια, μιας και ποτέ δεν εξάσκησε τη δικηγορία, αποφάσισε να κατέβει στον πολιτικό στίβο το 1862 και εκλεγόταν στη Βουλή αδιαλείπτως μέχρι και τη δολοφονία του το 1905. Πέρα από τις πολιτικές του θέσεις, ο Δηλιγιάννης χρημάτισε στο Συμβούλιο της Επικρατείας το 1865 και την επόμενη χρονιά λειτούργησε ως πρεσβευτής της Ελλάδας στη Γαλλία, όπου διαχειρίστηκε τα ελληνικά ζητήματα και κυρίως το Κρητικό, αποκτώντας ταυτοχρόνως διεθνείς επαφές…
Πολιτική καριέρα
Ο Δηλιγιάννης διετέλεσε πληρεξούσιος της Β’ Εθνοσυνέλευσης το 1862 και εκλέχτηκε βουλευτής την ίδια χρονιά, ενώ από το 1963 άρχισαν να έρχονται οι θέσεις ευθύνης και τα χαρτοφυλάκια: υπουργός Εξωτερικών το 1863, άλλες δύο φορές υπουργός Εξωτερικών, υπουργός Οικονομικών, Στρατιωτικών, Παιδείας και Εκκλησιαστικών, παίρνοντας μέρος σε αρκετές κυβερνήσεις και δείχνοντας τα πρώτα δείγματα του πολιτικού του στίγματος. Από τη θέση του υπουργού Εξωτερικών διαπραγματεύτηκε με επιτυχία την πλήρωση του ελληνικού θρόνου, ενώ ήταν και ο συντάκτης του διαγγέλματος που απηύθυνε ο βασιλιάς Γεώργιος Α’ στην Ελληνική Εθνοσυνέλευση όταν ανέβηκε στον θρόνο. Επίσης, έλαβε μέρος στο Συνέδριο του Βερολίνου και ανέπτυξε τις ελληνικές θέσεις αξιώνοντας την προσάρτηση της Ηπείρου, της Θεσσαλίας, της Μακεδονίας και της Κρήτης στο ελληνικό κράτος. Το 1883 ξεπήδησε από τις αρχαιρεσίες ηγέτης του Εθνικού Κόμματος και το 1885 χρίστηκε για πρώτη φορά πρωθυπουργός της Ελλάδας (1885-1886), ένα αξίωμα στο οποίο θα ανέλθει άλλες τέσσερις φορές στον πλούσιο κοινοβουλευτικό του βίο και συγκεκριμένα τις περιόδους 1890-1892, 1895-1897, 1902-03 και 1904-05. Ως πολιτικός, υπήρξε ο μεγάλος αντίπαλος του Χαρίλαου Τρικούπη. Οι δύο πολιτικοί κυριάρχησαν στην ελληνική πολιτική σκηνή κατά το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα, με τον Τρικούπη να ενσαρκώνει τον εκσυγχρονισμό των δομών της ελληνικής κοινωνίας και τον Δηλιγιάννη να μετατρέπεται στον συντηρητικό εκφραστή της λαϊκής δυσαρέσκειας, των κρατικοδίαιτων στρωμάτων αλλά και της διευρυμένης δημοσιοϋπαλληλίας που πληττόταν από τα μέτρα του μεταρρυθμιστή Μεσολογγίτη. H πρόταση του Δηλιγιάννη σε σχέση με τα οικονομικά θέματα του κράτους ακολουθεί ένα διαφορετικό πολιτικοοικονομικό μοντέλο από του Τρικούπη και στηρίζεται στη γερμανική εμπειρία, αποδίδοντας στο κράτος πρωταγωνιστικό ρόλο όχι μόνο στο πεδίο της πολιτικής αλλά και σε αυτό της οικονομίας. H πολιτική αυτή πρόταση συνοδεύτηκε από την υιοθέτηση μιας σκληρής καταγγελτικής αντιπολιτευτικής τακτικής με συνθήματα όπως «κάτω οι φόροι». Συνακόλουθα, η εναλλακτική οικονομική πρόταση του Δηλιγιάννη περιοριζόταν στην επίμονη άρνηση των αλλαγών που επέφερε η τρικουπική πολιτική. Χαρακτηριστικό είναι ότι τα μόνα ουσιαστικά μέτρα που εφάρμοσε ως πρωθυπουργός ήταν η κατάργηση των φορολογικών νομοσχεδίων της τρικουπικής περιόδου! Ο Δηλιγιάννης ασκούσε μεγάλη επιρροή στα παραδοσιακά αγροτικά στρώματα της υπαίθρου, που απέκτησαν μετά τη Μεταρρύθμιση του 1871 τη νοοτροπία του μικροϊδιοκτήτη. Το λεγόμενο «αντιπλουτοκρατικό πρόγραμμα» του Δηλιγιάννη δεν εξέφραζε παρά τους φόβους και τη δυσαρέσκεια όσων υπέστησαν τις συνέπειες των εκσυγχρονιστικών αντιλήψεων του Tρικούπη. Τις αλλαγές αυτές είναι που πολέμησε με σθένος ο Δηλιγιάννης, στον λόγο του οποίου κυριαρχούν τα συνθήματα ενάντια στην επιβολή νέων φόρων. Tα συνθήματα αυτά, καθώς και η πολεμική του ρητορεία στα θέματα της εξωτερικής πολιτικής, τον κατέστησαν εξαιρετικά δημοφιλή, αν και ως πρωθυπουργός αποδείχθηκε κομματάκι άβουλος στη διαχείριση των εθνικών κρίσεων. Επί πρωθυπουργίας του διοργανώθηκαν πάντως οι πρώτοι Ολυμπιακοί Αγώνες της σύγχρονης εποχής (1896), την ίδια ώρα βέβαια που οι ελληνοτουρκικές σχέσεις βρίσκονταν στο χειρότερο δυνατό σημείο, τόσο λόγω του Κρητικού όσο και του Μακεδονικού Ζητήματος. Ο Δηλιγιάννης χρεώθηκε τον ατυχή πόλεμο με την Τουρκία το 1897, η τραγική έκβαση του οποίου τον εξανάγκασε σε παραίτηση. Επανήλθε βέβαια στο πολιτικό προσκήνιο πέντε χρόνια αργότερα και πρόλαβε να υπηρετήσει άλλες δύο φορές στον πρωθυπουργικό θώκο πριν από το μοιραίο. Ως πρωθυπουργός, είχε δημιουργήσει εντέχνως ένα κλίμα προσδοκίας για εισβολή στην Τουρκία, που κατέρρεε την εποχή εκείνη ως αυτοκρατορία, ευαγγελιζόμενος επέκταση των ελληνικών συνόρων ως τη Μακεδονία. Πρώτη συνέπεια των μεγαλόσχημων πράξεών του, ο ναυτικός αποκλεισμός της Ελλάδας από τους Συμμάχους. Όταν στην συνέχεια ξεκίνησε εξωτερικό δανεισμό για να αντεπεξέλθει η χώρα στη δυσμενή οικονομική κατάσταση που είχε περιέλθει, ο βασιλιάς τον έπαυσε από τα καθήκοντά του με άκομψο τρόπο και ανέλαβε και πάλι ο Τρικούπης, καθώς οι δύο πολιτικοί εναλλάσσονταν στην εξουσία. Τα συσσωρευμένα χρέη ήταν τόσα που το 1893 η Ελλάδα πτώχευσε, με τον Τρικούπη και τον Δηλιγιάννη να κατηγορούν ο ένας τον άλλο. Στις 30 Οκτωβρίου 1893, μπροστά στη Βουλή, ο Τρικούπης δεν θα διστάσει να καταθέσει την αλήθεια με την ιστορική τυο φράση «Δυστυχώς, κύριοι, επτωχεύσαμεν», με τον διάδοχό του Δηλιγιάννη να οδηγεί κατόπιν τη χώρα σε νέο δανεισμό αλλά και στον ατιμωτικό πόλεμο κατά της Τουρκίας τον Απρίλιο του 1897. Η Ελλάδα αναγκάστηκε να δανειστεί για άλλη μια φορά ώστε να καλύψει τις πολεμικές αποζημιώσεις στην Τουρκία, με την επαχθή συμφωνία με τα ξένα κεφάλαια να ρίχνει τη σκιά της στον οικονομικό στίβο της χώρας μέχρι και 1978! Κι αυτό γιατί είχε θέσει πρωταρχικό στόχο της πολιτικής του την απελευθέρωση των αλύτρωτων ελληνικών εδαφών, σέρνοντας τη χώρα σε σύγκρουση με την Τουρκία χωρίς κατάλληλη στρατιωτική προετοιμασία. Οι γελοιογραφίες της εποχής τον ήθελαν υπερήφανο για τα προβλήματα που φόρτωσε στην ταλαίπωρη τη χώρα του, καθώς η Ελλάδα δεν μπορούσε να σηκώσει το βάρος του διαχειριστικού Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου που της επιβλήθηκε στα έσοδα των κρατικών μονοπωλίων…
Η δολοφονία του πρωθυπουργού
Η δολοφονία του Θεόδωρου Δηλιγιάννη από πρώην λεσχηάρχη και χαρτόμουτρο στα σκαλοπάτια της Βουλής προσυπέγραψε ίσως γλαφυρά ένα από τα δραματικότερα γεγονότα της σύγχρονης ελληνικής πολιτικής ιστορίας: 64 χρόνια μετά την τραγική δολοφονία του Ιωάννη Καποδιστρία στο Ναύπλιο, ο πρωθυπουργός της χώρας έπεφτε και πάλι νεκρός. Ήταν στις 5:00 το απόγευμα της 31ης Μαΐου 1905 όταν ο πρωθυπουργός Θεόδωρος Δηλιγιάννης, επιβαίνοντας στην άμαξά του με μαύρη ρεντιγκότα και γκρίζο ημίψηλο καπέλο, καταφτάνει στο Βουλευτήριο για να παραστεί στη συνεδρίαση. Τον συνόδευε μόνο ο πιστός ακόλουθός του Γιάννης Πάνου. Η άμαξα στάθμευσε, ο Δηλιγιάννης κατέβηκε και είδε στο προαύλιο της Βουλής μια χούφτα ατόμων, πλάι στους στρατιώτες της φρουράς. Τίποτα το περίεργο δηλαδή, αν και μόλις επιχείρησε να ανεβεί τα σκαλιά του κοινοβουλίου συνέβη το μοιραίο: ένας άγνωστος κακοντυμένος άντρας τον πλησίασε κάνοντας πως ήθελε να του παραδώσει κάτι. Ο Δηλιγιάννης είχε πάντα επαφή με τον λαό και ήταν συνηθισμένος σε τέτοιες εκδηλώσεις με τον κόσμο, κι έτσι στράφηκε αμέριμνος προς το μέρος του. Εκείνος έβγαλε με μια αστραπιαία κίνηση το δίκοπο μαχαίρι του και το κάρφωσε στην κοιλιά του πρωθυπουργού. Ένας πολίτης και οι φρουροί της Βουλής συνέλαβαν αμέσως τον δράστη, ενώ ο σοβαρά τραυματισμένος πρωθυπουργός μεταφέρθηκε στο Ιατρείο της Βουλής για τις πρώτες βοήθειες, ήταν όμως αργά. Εκεί άφησε την τελευταία του πνοή και λίγο αργότερα ο Πρόεδρος της Βουλής ανακοίνωνε στους βουλευτές τη δολοφονία του πρωθυπουργού. Η σορός του Δηλιγιάννη εκτέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα σε αίθουσα της Βουλής. Γιατί σκότωσε όμως ο Αντώνιος Γερακάρης, που όλοι τον ήξεραν ως «Κωσταγερακάρη», τον πρωθυπουργό της χώρας; Γιατί δηλαδή ένας μπράβος, «κράχτης», μανιώδης χαρτοπαίκτης και πρώην ιδιοκτήτης λέσχης να αφαιρέσει τη ζωή του πρώτου τη τάξει κοινοβουλευτικού άντρα; Επειδή ο συντηρητικός Δηλιγιάννης πρωτοστατούσε, ήδη από τις αρχές του 20ού αιώνα, στον αγώνα για τον περιορισμό της χαρτοπαιξίας, παίρνοντας μια σειρά από αυστηρά περιοριστικά μέτρα που αφορούσαν στη λειτουργία των λεσχών. Λίγο πρωτύτερα μάλιστα, την άνοιξη του 1905, είχε ζητήσει από τις αστυνομικές διευθύνσεις της χώρας να εφαρμόσουν τα σκληρά διατάγματά του, που προέβλεπαν τώρα το οριστικό κλείσιμο των λεσχών. Ο Κωσταγερακάρης, μπράβος και θυρωρός σε χαρτοπαικτική λέσχη, είχε χάσει τη δουλειά του όταν η κυβέρνηση έκλεισε τη λέσχη που εργαζόταν. Το πλήθος πήγε να λιντσάρει τον φονιά, καταφέροντάς του χτυπήματα με τις γροθιές και τα μπαστούνια τους, και από την οργή του κόσμου τον έσωσε ένας λοχίας της Φρουράς, που τον μετέφερε βαριά πληγωμένο στο υπόγειο της Βουλής. Εκεί ο επικεφαλής της Φρουράς πληροφορήθηκε το όνομα του δράστη και την ιδιότητά του: λεσχηάρχης και χαρτοπαίκτης. «Τι έκανες μωρέ», του είπε. «Έκλεισε τα χαρτοπαίγνια και εψόφησα από την πείνα», ψέλλισε ο δολοφόνος και ξεψύχησε. Ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης κηδεύτηκε με μεγάλες τιμές, ενώ η καρδιά του φυλάσσεται στον Ναό των Αγίων Ταξιαρχών στη γενέτειρά του, τα Λαγκάδια. Ο ανδριάντας του στήθηκε στην είσοδο της Παλαιάς Βουλής για να τιμήσει έναν άντρα απόλυτα προσηλωμένο στον κοινοβουλευτισμό. Ο Γεώργιος Σουρής πένθησε τον Δηλιγιάννη με πρωτοσέλιδο ποίημα στον «Ρωμηό», όπου έγραφε: «Λαός που τον καμάρωνε γονατιστός μπροστά του / Κι αθάνατα τα νόμιζε τ’ άσπρα γεράματά του / Σαν όνειρο του φαίνεται το γέρο του πως χάνει /Πως μνήμα ανοίγει σήμερα του γέρου Ντεληγιάννη. / Κι ακούς να λεν χίλιες φορές, ανάθεμα στο χέρι / Που πήγε για το γέρο του κι ακόνισε μαχαίρι. Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr