Η φράση που συνόδευε τον πρώην αντιπρόεδρο της κυβέρνησης και επί χρόνια υπουργό Θεόδωρο Πάγκαλο μέχρι τις τελευταίες στιγμές της ζωής του, ήταν το «μαζί τα φάγαμε». Η αλήθεια είναι ότι δεν μασούσε τα λόγια του και εξέφραζε την άποψή του χωρίς να σκέφτεται το πολιτικό κόστος.
Η συγκεκριμένη φράση ειπώθηκε στις 21 Σεπτεμβρίου του 2010 κατά τη διάρκεια συνεδρίασης της Διαρκούς Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης όπου συζητούνταν το σχέδιο νόμου για την κατάργηση και τη συγχώνευση υπηρεσιών, οργανισμών και φορέων του δημοσίου τομέα. Όπως είπε πει χαρακτηριστικά: «Η απάντηση εις την κατακραυγή που υπάρχει εναντίον του πολιτικού προσωπικού της χώρας «πώς τα φάγατε τα λεφτά;», που μας ρωτάει ο κόσμος, είναι αυτή: «Σας διορίσαμε. Τα φάγαμε όλοι μαζί. Μέσα στα πλαίσια μιας σχέσης πολιτικής πελατείας, διαφθοράς, εξαγοράς και εξευτελισμού της έννοιας της ίδιας της πολιτικής».
Το «μαζί τα φάγαμε» έγινε βιβλίο
Ο ίδιος εξέδωσε τον Νοέμβριο του 2012 και σχετικό βιβλίο με τον τίτλο «Τα φάγαμε όλοι μαζί», που εξηγούσε διεξοδικότερα το σκεπτικό του. Όπως σημείωνε: «Η φράση «τα φάγαμε όλοι μαζί» σημαίνει ότι ένα μεγάλο τμήμα από εμάς – τον ελληνικό λαό – συμμετείχαμε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο σε μη ορθολογικές πρακτικές και συμπεριφορές, στην πορεία του χρόνου, σε σχέση με τις δαπάνες και τα έσοδα του κράτους. Αυτό που λέμε «δημοσιονομική κρίση» είναι και δικό μας δημιούργημα… Οι πολίτες είτε με πράξεις, είτε με την εκπορευόμενη από την ενοχή απραξία τους, είτε απλά εκλέγοντας ακατάλληλα πολιτικά πρόσωπα για να διαχειριστούν τα κοινά, συμμετέχουν με συλλογικό τρόπο στη δημοκρατία και έχουν την ευθύνη των επιλογών τους…Φυσικά δεν έχουν όλοι το ίδιο μερίδιο ευθύνης, η ευθύνη ξεκινάει από πάνω προς τα κάτω».
Και συνέχιζε: «Η πλειοψηφία των βουλευτών της Αριστεράς όχι μόνο δεν πρότεινε και δεν βοήθησε στο πολιτικό και άρα κοινωνικό έργο αλλά αποτέλεσε φραγμό στις τεκμηριωμένες και σοβαρές προτάσεις των άλλων. Όλα αυτά τα χρόνια ουδέποτε εκπρόσωπος της Αριστεράς αντέδρασε σε προσλήψεις, σε αυξήσεις μισθών, σε θέσπιση επιδομάτων, σε αυξήσεις συντάξεων, σε κοινωνικοποιήσεις επιχειρήσεων, σε απεργιακές κινητοποιήσεις ή σε διαδηλώσεις… Αντίθετα, σε συζητήσεις και προτάσεις τους ήθελαν και άλλες, πιο πολλές ακόμα παροχές. Κανένας εκπρόσωπος της Αριστεράς δεν προβληματίστηκε για τα καμένα και κλειστά μαγαζιά του κέντρου, το κλείσιμο των ξενοδοχείων, το κλείσιμο βιομηχανιών λόγω συνεχών κινητοποιήσεων, τα γιαούρτια και τους τραμπουκισμούς. Κανένας δεν εδήλωσε κάτι για τις μούντζες προς τη Βουλή, για τις απειλές ότι θα φύγουν νύχτα οι πολιτικοί με ελικόπτερο. Αντίθετα, ο κ. Τσίπρας δήλωνε στη Βουλή ότι θα φοβόμαστε να βγούμε από το σπίτι μας. Οι ίδιοι βουλευτές πρωτοστατούσαν σε κλεισίματα εργοστασίων και αποκλεισμό όσων ήθελαν να δουλέψουν, στο όνομα του δικαιώματος της απεργίας της μειοψηφίας».
Μάλιστα έδινε ως χαρακτηριστικό παράδειγμα, μια συνεδρίαση φοιτητικών παρατάξεων σε σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου ο εκπρόσωπος της Αριστερής παράταξης είχε προτείνει τα εξής: «Πρώτος μισθός για τον κάτοχο πτυχίου να είναι καθαρά 1250 ευρώ. Μέχρι να βρει εργασία, το κράτος να του παρέχει ασφαλιστική κάλυψη και μηνιαία αποζημίωση ίση με το μισό των θεωρητικά μελλοντικών του αποδοχών (1.250/2 = 625 ευρώ). Να χρηματοδοτεί το κράτος μεταπτυχιακές σπουδές σε όλους τους φοιτητές, καλύπτοντας πλήρως όλα τα έξοδα. Επίσης, να υπάρχει χρηματοδότηση για όποιον νέο πτυχιούχο θέλει να κάνει κάποιο νέο επαγγελματικό ξεκίνημα και να χρηματοδοτηθεί σε ποσοστό 80%! Πώς όμως είναι δυνατόν σε ένα κράτος που την ίδια στιγμή το θέλουν εκτός Ευρώπης, αποκομμένο από τον ιδιωτικό τομέα και μάλιστα πολέμιο της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, εκτός πολιτικών συνεργασιών, εκτός καλοπροαίρετων συμμαχιών, να επιτευχθούν όλες αυτές οι καθόλου ευκαταφρόνητες απαιτήσεις; Από που θα προέλθουν τα χρήματα; Αυτό δεν το λέει κανείς τους».