Δεν υπάρχει κανένας λόγος να συνεχίσουμε να διατρέχουμε για πολύ ακόμη αυτή την περίοδο της ηθικής, οικονομικής, πολιτικής και αξιακής κατάρρευσης της χώρας. Η Ελλάδα αξίζει τα καλύτερα, οι εργαζόμενοι αξίζουν τα καλύτερα, όπως και οι συνταξιούχοι που τους έχετε πάρει 5 δισεκατομμύρια ευρώ κύριε Μητσοτάκη. Ο λαός αξίζει μία κυβέρνηση που θα της λέει αλήθειες. Όλοι οι πολίτες, η μεσαία τάξη και τα χαμηλά εισοδήματα, αξίζουν μία καλύτερη Ελλάδα και θα την έχουν με μία προοδευτική κυβέρνηση» τόνισε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, Αλέξης Τσίπρας, κλείνοντας τη δευτερολογία του κατά τη διάρκεια της συζήτησης στη Βουλή για την ακρίβεια στην αγορά, που διενεργήθηκε κατόπιν αιτήματός του, στο πλαίσιο της επονομαζόμενης «Ώρας του Πρωθυπουργού».
Όπως είπε ο αρχηγός του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, «ο κ. Μητσοτάκης διαπράττει ένα διπλό σφάλμα. Όχι μόνο αφήνει τα πράγματα στην ενέργεια και την ακρίβεια να βαίνουν ανεξέλεγκτα, αλλά προσπαθεί να παρουσιάσει και μία σχεδόν ειδυλλιακή πραγματικότητα σε σχέση με τις επιλογές της κυβέρνησης. Για μία ακόμα φορά όλη η ομιλία του, την οποία ακούσαμε επί 45 λεπτά, ήταν «δεν φταίω εγώ» και πως ο μόνος που ευθύνεται είναι ο… κύριος Πούτιν. Όταν τον Αύγουστο του 2021 θεσμοθετήθηκε η ρήτρα αναπροσαρμογής με αποτέλεσμα οι πολίτες να δεινοπαθούν με τους λογαριασμούς του ρεύματος, έφταιγε ο Πούτιν; Τα υπερκέρδη του φυσικού αερίου πέρυσι που ήταν δεκαπλάσια από το 2020, που οφείλονται, στον πόλεμο της Ουκρανίας. Η ακρίβεια ήρθε πολύ πριν τον πόλεμο κύριε Μητσοτάκη».
Και συνέχισε: «Η Ελλάδα έχει το υψηλότερο ενεργειακό κόστος ηλεκτρικού ρεύματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σε όλη την Ευρώπη καταγράφεται ένα κύμα επανακρατικοποιήσεων, ενώ ο κύριος Μητσοτάκης επιμένει σε μία λογική ιδιωτικοποίησης της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού. Παράλληλα η κυβέρνηση έχει μια επιμονή στο να μη μειώνει τον φόρο προστιθέμενης αξίας και τον ειδικό φόρο κατανάλωσης στα καύσιμα. Προφανώς, δεν έχει δει ότι σε μια πλειάδα χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι κυβερνήσεις έχουν προβεί σε τέτοιου είδους μειώσεις. Εδώ, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας αρέσκεται να εφαρμόζει μια ακραία νεοφιλελεύθερη πολιτική που πλήττει τα χαμηλά και μεσαία στρώματα και ευνοεί α καρτέλ και τους μεγαλοεπιχειρηματίες».