Αποκλιμακώνεται η ένταση της Αθήνας με το Βερολίνο μετά τη συνάντηση του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα με την γερμανίδα καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ.
Ο πρωθυπουργός έδειξε την πρόθεση του να μην αποφασίζει ερήμην των άλλων χωρών, αλλά δεν δέχθηκε να εφαρμόσει τα μέτρα που είχε δεσμευτεί η προηγούμενη κυβέρνηση, ενώ η κ. Μέρκελ δήλωσε εμφαντικά ότι «είμαι η καγκελάριος της Γερμανίας και εκπροσωπώ ένα κράτος μεταξύ των 19 που αποφασίζουν για την παροχή ρευστότητας» και πρόσθεσε ότι «δεν μπορώ να δεσμευθώ», όταν ρωτήθηκε σχετικά.
Φαίνεται ξεκάθαρα ότι η Αθήνα κέρδισε από την αποκλιμάκωση της έντασης και έθεσε το πρόβλημα ρευστότητας, ενώ η κ. Μέρκελ παρέπεμπε συνεχώς στους θεσμούς. Πάντως η Αθήνα ελπίζει σε 1,2 δισ. ευρώ που δόθηκαν μάλλον από… λάθος πίσω στον EFSF. Στα κέρδη πρέπει να προσμετρηθεί το γεγονός ότι η κ. Μέρκελ δεν μίλησε για πρωτογενή πλεονάσματα, αλλά για ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς.
Ο πρωθυπουργός τόνισε ότι δεν μετέβη στο Βερολίνο για να ζητήσει χρήματα, αλλά, μέσω του διαλόγου, να εντοπιστεί το πολιτικό πλαίσιο συνεργασίας, με στόχο να βρεθεί ένας κοινός τόπος για την αντιμετώπιση των προβλημάτων, να προωθήσει τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και να αντιμετωπιστεί και το θέμα της ρευστότητας. Ωστόσο, σύμφωνα με πληροφορίες, ο κ. Τσίπρας ζήτησε από την κ. Μέρκελ να ασκήσει την επιρροή της για την αντιμετώπιση του προβλήματος ρευστότητας της χώρας.
Ο πρωθυπουργός παραδέχθηκε ότι για την κρίση στην Ελλάδα δεν ευθύνονται οι ξένοι, ούτε οι Γερμανοί, αλλά και οι ίδιοι οι Ελληνες, παραπέμποντας στις προηγούμενες κυβερνήσεις. Σημείωσε ότι το θέμα τώρα δεν είναι να γκρεμίσουμε τα όποια θετικά υπάρχουν, αλλά να αλλάξουμε το μείγμα πολιτικής, να αντιμετωπίσουμε τις παθογένειες και να προωθήσουμε μεταρρυθμίσεις για τη φορολογική δικαιοσύνη, τη διαφθορά και τη φοροδιαφυγή.
H κ. Μέρκελ επανέλαβε ότι τα οικονομικά στοιχεία της Ελλάδας πρέπει να είναι σαφή, τονίζοντας ότι η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να πει ποιες μεταρρυθμίσεις θα γίνουν και πότε και επαναλαμβάνοντας ότι η σχετική συζήτηση θα γίνει με τους θεσμούς.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, είπε για μία ακόμη φορά ότι οι αποφάσεις σε σχέση με τη ρευστότητα είναι αποφάσεις που θα λάβει το Eurogroup, και όχι η Γερμανία, μετά την αποτίμηση των θεσμών.
Ερωτηθείσα σχετικά με το εξώφυλλο του περιοδικού Der Spiegel που παρουσιάζει την Καγκελάριο μαζί με Ναζί στην Ακρόπολη, η κ. Μέρκελ επανέλαβε ότι «έχουμε μεγάλο καθήκον να υπάρχει συνεργασία βασισμένη στην εμπιστοσύνη», ενώ αναφερόμενη στον ρόλο της Γερμανίας στην Ευρώπη, σημείωσε: «Είμαστε η μεγαλύτερη οικονομική δύναμη, αλλά αυτό δεν λέει πολλά. Είμαστε όλοι ισότιμοι. Συμφέρον μας είναι να έχουμε καλές σχέσεις όχι μόνο με τους γείτονες, αλλά με όλους στην Ευρώπη. Η Ευρώπη δεν είναι η κάθε χώρα ξεχωριστά. Πρέπει να ισχύει το πνεύμα όπου έχουμε επίγνωση του παρελθόντος αλλά με τα μάτια στραμμένα στο μέλλον. Αυτή η ΕΕ πολύ σημαντική υπόθεση και πρέπει να την εξελίξουμε και στο μέλλον».
Ο κ. Τσίπρας καταδίκασε σχόλια που παρομοιάζουν τη σημερινή Γερμανία με τους ναζί. Καταδίκασε σχετικό δημοσίευμα του περιοδικού «Der Spiegel» αλλά και παλαιότερη γελοιογραφία της Αυγής. Ο πρωθυπουργός είπε ότι είναι άδικο για την Καγκελάριο και τη σημερινή Γερμανία να υφίστανται τέτοιες επιθέσεις.
Το μήνυμα από τις Βρυξέλλες
Αίσθηση προκάλεσε πάντως δημοσίευμα του Reuters που ουσιαστικά αναφέρει ότι η Αθήνα δεν έχει κερδίσει πολλά.
Όπως αναφέρουν Ευρωπαίοι αξιωματούχοι η κυβέρνηση της Ελλάδας μπορεί μεν να επιλέξει τις μεταρρυθμίσεις που θα εφαρμόσει για να επιτύχει την εκταμίευση των δόσεων της δανειακής σύμβασης που απομένουν, αλλά θα δυσκολευτεί να αποφύγει την προώθηση αποκρατικοποιήσεων και τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος λόγω των δημοσιονομικών συνεπειών.
«Η προηγούμενη κυβέρνηση δεν ολοκλήρωσε τα “προαπαιτούμενα” που χρειάζονταν για την εκταμίευση της τελευταίας δόσης. Τίποτε δεν έχει αλλάξει, τα προαπαιτούμενα είναι τα ίδια. Αλλά τα μέτρα μπορούν να αλλάξουν, εάν δεν θέτουν σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα του χρέους» επισήμανε ένας αξιωματούχος της ευρωζώνης.
Εάν οι πιστωτές της Ελλάδας συμφωνήσουν στις προτάσεις που θα κάνει η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, κρίνοντας ότι επιτυγχάνουν αποτελέσματα ισοδύναμα με τα μέτρα που είχαν συμφωνηθεί με την προηγούμενη κυβέρνηση, η χορήγηση οικονομικής βοήθειας θα συνεχιστεί.
Το σημείο εκκίνησης των συνομιλιών με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι μια μακροσκελής λίστα που είχε συμφωνηθεί με την προηγούμενη κυβέρνηση, υπενθύμισαν οι αξιωματούχοι. «Χρειάζεται να πείσουν τους θεσμούς ότι ορισμένα από τα μέτρα αυτά δεν πρέπει να ληφθούν – είτε πρέπει να εγκαταλειφθούν, ή πρέπει να συμπληρωθούν με άλλα» είπε ένας ανώτερος αξιωματούχος της ΕΕ.
Οι αποκρατικοποιήσεις θα είναι ένα από τα βασικότερα εμπόδια, διότι προβλεπόταν να εισφέρουν 4 δισ. ευρώ μόνο στον προϋπολογισμό του 2015. Η κυβέρνηση Τσίπρα δεν θέλει να εκποιήσει κι άλλη κρατική περιουσία, αν και έχει δεσμευθεί επί της αρχής πως δεν θα διακόψει διαδικασίες ιδιωτικοποίησης που έχουν ξεκινήσει ήδη.
Η μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος είναι ακόμη ένα σημείο όπου υπάρχουν διαφωνίες σύμφωνα με το πρακτορείο. Η ΕΕ έχει εκφράσει ανησυχίες για τους όρους των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων και θέλει να συνδεθούν οι απολαβές με το μέγεθος των εισφορών.
Βάσει της συμφωνίας με την προηγούμενη κυβέρνηση, επρόκειτο να συγχωνευθούν ασφαλιστικά ταμεία και φορείς. Αλλά η νέα κυβέρνηση προβάλλει σθεναρή αντίσταση, κυρίως διότι αυτό θα σήμαινε νέες περικοπές των συντάξεων για πολλούς Έλληνες.
Ακόμη, οι πιστωτές θέλουν να αλλάξει ο τρόπος που εφαρμόζεται ο ΦΠΑ, ιδίως να απαλειφθεί ο μειωμένος συντελεστής στα νησιά και τον διπλασιασμό του φόρου προστιθέμενης αξίας που καταβάλουν τα ξενοδοχεία στο 13%. Η Αθήνα επισημαίνει ότι αυτό θα έπληττε σκληρά τον τουρισμό, έναν από τους βασικούς τομείς της ελληνικής οικονομίας.
Άλλες μεταρρυθμίσεις περιλαμβάνουν την προώθηση ενός νέου νόμου για τις πτωχεύσεις φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων, νόμους περί συλλογικών απολύσεων και τρόπους διευθέτησης μισθολογικών διαφορών και εργασιακών σχέσεων και διενέξεων, καθώς και την απελευθέρωση της τιμής της ενέργειας. Επιπλέον, οι αξιωματούχοι λένε ότι ο μηχανισμός είσπραξης των φορολογικών εισφορών πρέπει να βελτιωθεί ώστε να εκτελεστεί πράγματι ο προϋπολογισμός.
Τα πράγματα δυσκολεύει η χρονική πίεση για την Ελλάδα. «Έχουν μία εβδομάδα, δύο στην καλύτερη περίπτωση» για να επιτύχουν μια συμφωνία με τους θεσμούς για τις μεταρρυθμίσεις και την προώθησή τους. Ωστόσο μπορεί να υπάρξει «ευελιξία», σύμφωνα με τον ανώτερο Ευρωπαίο αξιωματούχο, καθώς, όπως εξήγησε, η ελληνική κυβέρνηση μπορεί «να προχωρήσει βήμα-βήμα και να λαμβάνει χρήματα βήμα-βήμα».