«Η συζήτηση για το Πανεπιστήμιο των σύγχρονων αναγκών και δυνατοτήτων της εποχής μας, συνδέεται άμεσα με τα καθημερινά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι, οι άνθρωποι του μόχθου, τα νέα παιδιά», τόνισε ο γ.γ. της Κ.Ε. του ΚΚΕ, Δημήτρης Κουτσούμπας, στην αποψινή ομιλία του σε εκδήλωση στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, για την παρουσίαση της πρότασης του κόμματος για τα πανεπιστήμια.
Αναφέρθηκε σε σειρά ζητημάτων, τονίζοντας πως το μείζον είναι «πως αναπτύσσεται η επιστημονική γνώση και πού κατευθύνεται η αξιοποίησή της». Δεν παρέλειψε να αναφερθεί στην πείρα από την περίοδο της πανδημίας και των κλειστών πανεπιστημίων καθώς «την ίδια περίοδο που χιλιάδες νέοι και νέες που σπουδάζουν είχαν να δουν αμφιθέατρο παραπάνω από έναν χρόνο, η επιχειρηματική λειτουργία τους ουσιαστικά δε σταματούσε λεπτό αλλά τροφοδοτούσε και την αδυναμία να εντάξουν (τα πανεπιστήμια) μια σειρά υποδομές που διαθέτουν, στην υπόθεση της ασφαλούς και δια ζώσης λειτουργίας».
«Με ευθύνη όλων των κυβερνήσεων, η ακίνητη περιουσία τους βρίσκεται στους καταλόγους του ΤΑΙΠΕΔ και αναμένει την εμπορική της εκμετάλλευση, με απλά λόγια: Τα κλειστά για τις νέες και τους νέους πανεπιστήμια, ανέδειξαν πιο ανάγλυφα τις προτεραιότητες και τις ιεραρχήσεις των κυβερνήσεων, οι οποίες είναι αναντίστοιχες των δυνατοτήτων που υπάρχουν. Διότι, πράγματι και οι δημόσιες υποδομές παραμένουν αναξιοποίητες και το υψηλής στάθμης επιστημονικό δυναμικό, είτε λιμνάζει, είτε αναζητά λύσεις στη φυγή στο εξωτερικό, αποδεικνύοντας έτσι στην πράξη πόσο νοιάζονται οι κυβερνήσεις για το φαινόμενο του “brain drain“» είπε στη συνέχεια.
Τόνισε, μεταξύ άλλων, οτι το μεγάλο θέμα είναι «γιατί δεν έχουν προχωρήσει οι αναγκαίες, επιστημονικά θεμελιωμένες έρευνες, για να αποτιμηθεί το βάθος των μορφωτικών κενών που έχουν δημιουργηθεί αυτή την περίοδο» θέτοντας το ερώτημα: «Πού σκοντάφτει η ικανοποίηση αυτής της ανάγκης, εφόσον υφίσταται μάλιστα και “εθνική αρχή” που αξιολογεί τα πανεπιστήμια; Έτσι, άραγε, εκφράζεται η διακήρυξη των κυβερνήσεων, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του ΟΟΣΑ, περί επένδυσης στο επιστημονικά εκπαιδευμένο ανθρώπινο δυναμικό;».
Ο κ. Κουτσούμπας συνέχισε λέγοντας ότι οι κυβερνήσεις παίρνουν νομοθετικές πρωτοβουλίες οι οποίες εκφράζουν την αντικειμενική σχέση οικονομίας – πολιτικής και εκπαίδευσης. Όπως εξήγησε, το πρόβλημα βρίσκεται στην ουσία της καπιταλιστικής κοινωνίας, στα κίνητρα ανάπτυξης και σχεδιασμού της επιστήμης, και σημείωσε ότι διάφορες αναλύσεις «επιδιώκουν να ταυτίσουν την έννοια της έρευνας με τον σκοπό της καπιταλιστικής ανάπτυξης, του καπιταλιστικού κέρδους» ενώ το κυριότερο «είναι ότι κρύβουν την ταξική φύση αυτής της ανάπτυξης».
Υπογράμμισε, δε, ότι «παρά την ανάπτυξη της επιστήμης, στο μονοπωλιακό καπιταλισμό, διευρύνεται το χάσμα ανάμεσα στις επιστημονικές και τεχνολογικές δυνατότητες από τη μια, και στην ικανοποίηση των αναγκών της ίδιας της κοινωνίας από την άλλη». «Να λοιπόν ποια είναι η καρδιά του προβλήματος. Ο καπιταλισμός αναπτύσσει την επιστήμη μόνο στο βαθμό που του δίνει “κέρδος”, οικονομικό αλλά και πολιτικό».
Πρόσθεσε ότι το ΚΚΕ θέτει στο επίκεντρο της συζήτησης και της διεκδίκησης ορισμένα κομβικά ζητήματα με θέσεις για τα πανεπιστήμια που αφορούν στο σήμερα, τονίζοντας ότι «το θέμα δεν είναι να απορρίψουμε τη στενή σχέση των πανεπιστημίων με την κοινωνία, αλλά να πάψει αυτή να γίνεται στο έδαφος της σύνδεσής τους με την αγορά, που τελικά σημαίνει απομόνωσή τους από τις κοινωνικές ανάγκες». «Να ανοίξει ο δρόμος ώστε τα πανεπιστήμια να συνδεθούν με τη ζωή, χωρίς να μεσολαβεί το κριτήριο του καπιταλιστικού κέρδους στη λειτουργία τους. Με κεντρικά σχεδιασμένη παραγωγή και κοινωνικές υπηρεσίες, με κοινωνική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και με την εργατική τάξη, το λαό στην εξουσία» υπογράμμισε. Καταθέτοντας σειρά παραδειγμάτων τόνισε πως «το ΚΚΕ τοποθετείται με ευθύνη και λέει ότι σήμερα κανείς δεν περισσεύει, αν θέλουμε να απαντήσουμε στις κοινωνικές ανάγκες».
Ο Δ. Κουτσούμπας είπε ότι «αν μια φορά λέμε ότι όλοι οι άνθρωποι πρέπει να έχουν ολόπλευρη μόρφωση, ανεξάρτητα από το επάγγελμα που ασκούν, στο σοσιαλισμό αυτό είναι ακόμα περισσότερο αναγκαίο. Για τη σοσιαλιστική κοινωνία, είναι κυριολεκτικά οξυγόνο η ενεργητική συμμετοχή των εργατικών – λαϊκών δυνάμεων στη διεύθυνση, στον έλεγχο, στην επέκταση, γενίκευση και εφαρμογή της επιστημονικής γνώσης σε όλους τους τομείς και στην αξιοποίηση των ανεπτυγμένων μέσων παραγωγής. Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο γίνεται αναγκαίο από την πρώτη στιγμή, να ανεβαίνει ο πήχης των απαιτήσεων για το μορφωτικό επίπεδο όλων των εργαζομένων».
«Ο σοσιαλισμός είναι η κοινωνία της ουσιαστικής ελεύθερης επιλογής και του σεβασμού των κλίσεων. Γιατί καθαρίζει το έδαφος από την άνιση αφετηρία από την οποία ξεκινάνε οι νέοι τη ζωή τους. Είναι η κοινωνία που μπαίνουν οι βάσεις για την ελεύθερη και δημιουργική ανάπτυξη του κάθε ατόμου. Η κοινωνία όπου η ελεύθερη ανάπτυξη όλων, είναι προϋπόθεση για την ελεύθερη ανάπτυξη του καθενός. Έτσι μόνο η ελευθερία του ενός δεν είναι εμπόδιο στην ελευθερία του άλλου. Ο σοσιαλισμός της εποχής μας μπορεί να δώσει απάντηση στις νεανικές αναζητήσεις, στις αγωνίες, στη δημιουργικότητα, στην όρεξη για προσφορά στο κοινωνικό σύνολο», συμπλήρωσε. Είπε ότι στη σοσιαλιστική κοινωνία «οι σπουδές είναι δωρεάν σε αποκλειστικά δημόσια πανεπιστημιακά ιδρύματα», ενώ στην πολιτική πρόταση του ΚΚΕ, το εργατικό κράτος «καλύπτει τις ανάγκες διαβίωσης και σπουδών, ώστε να μην επιβαρύνονται οικονομικά οι φοιτητές και οι οικογένειές τους. Για να μπορούν να αφοσιωθούν απρόσκοπτα στις σπουδές τους και να ανταπεξέλθουν στην ευθύνη που αναλαμβάνουν να τις ολοκληρώσουν». «Αυτό είναι διαμετρικά αντίθετο, στον αντίποδα από τους διάφορους “κόφτες” που επεξεργάζονται κατά καιρούς οι κυβερνήσεις» τόνισε.
Σημείωσε επίσης, σχετικά με την αξιολόγηση, ότι «εφόσον οι στόχοι του πανεπιστημίου αντανακλούν τις προτεραιότητες μιας κοινωνίας, που θέτει στο επίκεντρό της την ικανοποίηση των αναγκών της κοινωνικής πλειοψηφίας, το πανεπιστήμιο έχει ουσιαστικό εξωστρεφή προσανατολισμό. Δηλαδή είναι ευαίσθητο στα κοινωνικά προβλήματα. Ένα τέτοιο πανεπιστήμιο, ριζικά διαφορετικό, δίνει τελικά νέα πνοή και ορισμό στις κακοποιημένες έννοιες της “εξωστρέφειας”, της “αξιολόγησης”, της “ελευθερίας”. Γιατί απευθύνεται σε όλους και διαχέει τα αποτελέσματα της επιστημονικής έρευνας σε όλους και όλες. Και για αυτό τελικά αξιολογείται. Και γι’ αυτό τελικά είναι πραγματικά ελεύθερο. Είναι ελεύθερο από τις “δεσμεύσεις”, τα “μυστικά” και τους “πολέμους” των καπιταλιστών».
Ανέφερε ότι «σήμερα, η παρέμβαση του ΚΚΕ, είναι πάλη ενάντια στο παλιό, αλλά και τον σκοταδισμό του σήμερα. Τον σκοταδισμό της άποψης ότι η αντικειμενική αλήθεια είναι “ντεμοντέ”. Τον σκοταδισμό των θεωριών συνωμοσίας, αλλά και τον σκοταδισμό τελικά της άποψης ότι τα πάντα θα λυθούν από κάποια “έξυπνα εργαλεία”…».
«Υπερασπιζόμαστε την επιστήμη, σημαίνει ότι την αντιμετωπίζουμε ως αυτό που ακριβώς είναι: Η προσπάθεια του ανθρώπου να βάλει λογική τάξη, να βρεις τις σχέσεις ανάμεσα σε έναν άπειρο κόσμο που αλλάζει συνεχώς. Το πραγματικά νέο δεν μπορεί να είναι η άρνηση του ανθρώπου να γνωρίσει τον κόσμο», τόνισε.
Ο γ.γ. της Κ.Ε. του ΚΚΕ, καταλήγοντας στην ομιλία του υπογράμμισε ότι το ζήτημα είναι «να ανοίξει ο δρόμος για μια κοινωνία στο ύψος των ονείρων και των ανθρώπων. Εκεί θα βρίσκει νόημα ο σκοπός της επιστήμης, που είναι να συμβάλλει στο ξαλάφρωμα της ανθρώπινης ύπαρξης από τον μόχθο, την άγνοια και τον σκοταδισμό».
Παρεμβάσεις στο πλαίσιο της ίδιας εκδήλωσης πραγματοποίησαν η Αφροδίτη Κτενά, μέλος του Τμήματος Παιδείας και Έρευνας της Κ.Ε. του ΚΚΕ και ο Θοδωρής Κωτσαντής, μέλος του Γραφείου του Κ.Σ. της ΚΝΕ.