Με αφορμή τη δημοσιοποίηση των τοποθετήσεων του φακέλου της διαπραγμάτευσης από το υπουργείο Οικονομικών, ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών και νυν βουλευτής με τη ΝΔ στη Φθιώτιδα Χρήστος Σταϊκούρας με μακροσκελή ανακοίνωσή του τονίζει 9 σημεία με τα οποία επισημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι η κυβέρνηση αποδέχεται τη δημοσιονομική προσαρμογή που επέτυχε η προηγούμενη Κυβέρνηση.
Αναλυτικά η ανακοίνωση
Η δημοσιοποίηση των τοποθετήσεων του Υπουργού Οικονομικών στις συναντήσεις του Eurogroup που έγινε στις 11 και 16 Φεβρουαρίου καταδεικνύει ότι η Κυβέρνηση:
1ον. Αποδέχεται τη δημοσιονομική προσαρμογή που επέτυχε η προηγούμενη Κυβέρνηση. Υποστηρίζει ότι η χώρα, φυσικά με τεράστιες θυσίες της Ελληνικής κοινωνίας, επέτυχε το υψηλότερο διαρθρωτικό πλεόνασμα στην Ευρώπη. Κάνει ειδική αναφορά στο γεγονός ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα διαμορφώθηκε κάτω από το 3% του ΑΕΠ το 2014, που είναι και το όριο του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης (“Greece has already better performed since in 2014 the deficit fell under the Maastricht benchmark of 3%”). Στην διαπραγμάτευση που είναι σε εξέλιξη στηρίζεται σε αυτά τα επιτεύγματα αφού τα χαρακτηρίζει «σημείο αφετηρίας» (“point of departure”) και «σημείο εκκίνησης» (“starting point”) για μια επωφελή για τη χώρα συμφωνία.
2ον. Δεσμεύεται στην αναγκαιότητα ύπαρξης πρωτογενών πλεονασμάτων, της τάξεως του 1,5% του ΑΕΠ από το 2015 και για τα επόμενα χρόνια, ενώ μέχρι σήμερα μιλούσε απλώς για πρωτογενώς ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς. Αναφέρεται, βέβαια, σε περικοπές δαπανών χωρίς να τις προσδιορίζει, και σε επαναξιολόγηση του ΦΠΑ χωρίς να δίνει περαιτέρω πληροφορίες (“additional revenues or offsetting spending reductions, as required to maintain the fiscal objectives”, “reprioritization of expenditures and cuts in other budgetary items”).
3ον. Υποστηρίζει την υλοποίηση διαρθρωτικών αλλαγών που είχαν συμφωνηθεί, από την προηγούμενη Κυβέρνηση, με τους εταίρους και δανειστές της χώρας (“…using many elements from the previously agreed policy agenda”, “…including many elements of the previous program that we accept”, “…the new agenda will give impetus to many of the policy actions listed in the policy program previously agreed between Greece and its Eurogroup partners”) και δεσμεύεται να συνεχίσει τις προσπάθειες σε αυτούς τους τομείς (“…continue efforts made in these areas”). Αποδέχεται μάλιστα, και ορθώς, το 70% των δράσεων που περιλαμβάνουν οι συμφωνίες της προηγούμενης Κυβέρνησης με τους εταίρους και ενσωματώνει και το ρόλο του ΟΟΣΑ. Δεν συγκεκριμενοποιεί, βέβαια, αυτό το 70%. Όπως δεν συγκεκριμενοποιεί και τις προτάσεις της Ελληνικής Κυβέρνησης για την ενίσχυση των επενδύσεων και την τόνωση της οικονομικής αποτελεσματικότητας. Απλώς και αυτά τα παραπέμπει στο μέλλον (“we will propose a new set of home-grown reforms to support investment”, “the Greek Government is working on a new agenda for growth and structural reforms”)…
Αναφέρεται, και ορθώς, στους τομείς της οικονομίας στους οποίους η χώρα θα πρέπει να επενδύσει γιατί διαθέτει συγκριτικό πλεονέκτημα και να εξάγει. Αυτό άλλωστε είχε πράξει και η προηγούμενη Κυβέρνηση, αφού οι τομείς αυτοί προκύπτουν από συγκεκριμένες μελέτες που πραγματοποίησαν, τα δύο τελευταία χρόνια, αρμόδιοι φορείς στη χώρα μας.
4ον. Αποδέχεται ότι θα συνεχίσει να συνεργάζεται πλήρως (“…continue to cooperate fully”) με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, της Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Από μόνη της, η δέσμευση για συνεργασία με τους θεσμικούς εταίρους, υποδηλώνει συνέχεια και αποτελεί θετική προσαρμογή.
5ον. Αποδέχεται, επιτέλους, τα ευνοϊκά χαρακτηριστικά που έχει το δημόσιο χρέος, λόγω της επέκτασης της λήξεως ομολόγων και της επίτευξης χαμηλότερων επιτοκίων, απόρροια της διαπραγμάτευσης των προηγούμενων Κυβερνήσεων (“concessional features of Greek debt due to its very long maturity and low interest charge”). Στα κείμενα, δεν υπάρχει αναφορά σε μη βιώσιμο χρέος, ενώ υποστηρίζεται ότι η δομή του χρέους είναι τόσο σημαντική όσο και ο δείκτης χρέος / ΑΕΠ προκειμένου να αξιολογηθεί η βιωσιμότητά του (“the structure of the Greek debt is as important as the debt-to-GDP ratio to assess sustainability”). Μάλιστα αναφέρεται ότι η επέκταση της λήξης των ομολόγων και τα χαμηλότερα επιτόκια, που επέτυχε η προηγούμενη Κυβέρνηση, έχουν ήδη οδηγήσει το δείκτη χρέος / ΑΕΠ, το 2015, σε χαμηλότερο επίπεδο, σε όρους καθαρής παρούσας αξίας.
6ον. Επιζητά την υλοποίηση των Ευρωπαϊκών αποφάσεων του Νοεμβρίου του 2012 για την ενίσχυση της βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους, όπως επέτυχε με διαπραγμάτευση η προηγούμενη Κυβέρνηση, ενώ δεσμεύεται να μην αναλάβει κάποια δράση στην κατεύθυνση «κουρέματος» της ονομαστικής αξίας των δανείων (“…will not take any action toward a haircut of its loans’ face value”).
7ον. Επιζητά, και ορθώς, όπως θα έπρατε και η προηγούμενη Κυβέρνηση, την αλλαγή των δημοσιονομικών στόχων στη βάση της υλοποίησης των Ευρωπαϊκών αποφάσεων για την ενίσχυση της βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους του Νοεμβρίου του 2012.
8ον. Αναγνωρίζει ότι η χώρα έχει ανάγκη έστω μέρους των 7,2 δισ. ευρώ της τελευταίας αξιολόγησης (και πιο συγκεκριμένα τα 1,9 δισ. ευρώ από τα κέρδη των Ευρωπαϊκών τραπεζών από τη διακράτηση των ελληνικών ομολόγων), αν και μέχρι πρόσφατα υποστήριζε ότι δεν χρειαζόμαστε την τελευταία δόση.
9ον. Δεσμεύεται ότι οι αποκρατικοποιήσεις δεν θα σταματήσουν (“…privatizations will not be stopped”), αλλά θα αξιολογούνται μία προς μία. Και δεν θα ακυρωθούν, όπως έλεγε προεκλογικά, «με ένα άρθρο και ένα νόμο». Αποφεύγει όμως να γίνει συγκεκριμένη για επιχειρήσεις, περιουσιακά στοιχεία και ποσά.
Άρα, η Κυβέρνηση, παρά τις συνεχείς παλινδρομήσεις, «πατάει» πάνω στα δημοσιονομικά επιτεύγματα της προηγούμενης Κυβέρνησης, «στηρίζεται» πάνω στο 70% των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων του τρέχοντος προγράμματος, επιζητά την υλοποίηση των Ευρωπαϊκών αποφάσεων του Νοεμβρίου του 2012 για την ενίσχυση της βιωσιμότητας του χρέους και προσπαθεί να προχωρήσει τη διαπραγμάτευση, έστω και σε συνθήκες έντονων αναταράξεων.
Καθιστώ απολύτως σαφές, ότι στηρίζουμε κάθε προσπάθεια που στοχεύει στη ρεαλιστική, σταθερή, ομαλή και ανοδική πορεία της χώρας, εντός της Ευρωζώνης.
Άλλωστε, η προσπάθεια με στόχο τη συγκρότηση μιας ισχυρής Ελλάδας, η οποία θα λειτουργεί με αξιοπρέπεια στην Ευρωπαϊκή και την παγκόσμια σκηνή, πρέπει να είναι συνεχής και συλλογική.