«Το υπουργείο Ναυτιλίας έχει συντονίσει σε μεγάλο βαθμό συμφωνίες και επενδύσεις στην ευρύτερη δικαιοδοσία του μεγιστοποιώντας τα εθνικά οφέλη και αποφέροντας εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ έσοδα» τόνισε ο υπουργός Ναυτιλίας και Αιγαίου, Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης, προσθέτοντας επίσης ότι «δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας, καθιστώντας ξανά το λιμάνι του Πειραιά πρωταγωνιστή και τα περιφερειακά λιμάνια κλειδιά στην ανάπτυξη του θαλάσσιου τουρισμού και του εμπορίου».
Ο κ. Βαρβιτσιώτης μιλώντας στο επενδυτικό φόρουμ της Capital Link στη Νέα Υόρκη τόνισε ότι «οι νέες συμφωνίες και η δυναμική των ελληνικών λιμανιών αποδεικνύουν την επιστροφή της ελληνικής οικονομίας σταδιακά στην ανάκαμψη». Ο υπουργός Ναυτιλίας και Αιγαίου έδωσε μια ολοκληρωμένη εικόνα για τις πρωτοβουλίες και τις εξελίξεις στον τομέα των επενδύσεων που αφορούν τις αρμοδιότητες του υπουργείου και ειδικότερα για τα λιμάνια. Όπως είπε, «συγκεκριμένα, επιτεύχθηκε ή υλοποιείται με σταθερά βήματα η ολοκλήρωση του Φιλικού Διακανονισμού ΟΛΠ- COSCO. Υπογράφηκε η οριστική συμφωνία για νέες επενδύσεις ύψους 230 εκατ. ευρώ στο λιμάνι του Πειραιά. Σύμφωνα με το επιχειρηματικό της σχέδιο, περιλαμβάνονται επενδύσεις ύψους 230 εκατ. ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί ότι με την επένδυση αυτή δημιουργούνται 700 νέες θέσεις εργασίας στον Πειραιά και 1.500 έμμεσες».
Στη συνέχεια, ο κ. Βαρβιτσιώτης τόνισε ότι «το λιμάνι του Πειραιά μπορεί να αναδειχθεί σε λιμάνι ορόσημο της Μεσογείου για το διαμετακομιστικό εμπόριο και να συμβάλει τα μέγιστα στην ανάπτυξη νέων θέσεων εργασίας. Η επιτυχημένη παρουσία της Cosco στην Ελλάδα και η ενίσχυση της κίνησης εμπορευματοκιβωτίων από και προς τον Πειραιά είναι μοναδική!». Ακολούθως, υπογράμμισε ότι «το 2008, η κίνηση των εμπορευματοκιβωτίων στον Πειραιά ήταν κοντά στα 400.000 TEUs, στο τέλος του 2013 είχε ξεπεράσει τα 3.000.000, ενώ αυτή τη χρονιά αγγίζουμε νέο ρεκόρ κοντά στα 3.500.000 TEUs, όταν η διακίνηση στα υπόλοιπα ανταγωνιστικά μεσογειακά λιμάνια αυξήθηκε μόνο κατά 20% κατά την ίδια περίοδο. Έτσι, τα ελληνικά λιμάνια διαχείρισης κοντέινερ απορρόφησαν περίπου το 6% της μεσογειακής διακίνησης το 2013 από 2% την περίοδο 2008-2010. Το 2015 θα μπορούν να διακινούνται από τον Πειραιά 4,7 εκατ. εμπορευματοκιβώρια (TEUs) προσφέροντας στην ελληνική οικονομία έσοδα της τάξης των 900 εκατ. ευρώ, που θα οδηγήσουν σε προστιθέμενη αξία της τάξης του 0,4% του ΑΕΠ, ενώ θα δημιουργήσει περίπου 9.000 νέες θέσεις εργασίας. Το 2006 το λιμάνι του Πειραιά ήταν στην 11η θέση της Μεσογείου, πλέον έχει αναρριχηθεί στην 3η και στοχεύουμε να γίνει το νούμερο 1».
Ο κ. Βαρβιτσιώτης ανέφερε, επίσης, ότι «εκτός από το άμεσο όφελος της αυξημένης διακίνησης κοντέινερ, σημαντική αναμένεται να είναι η μακροπρόθεσμη επίδραση στην ανάπτυξη δικτύου επιχειρήσεων γύρω από το λιμάνι του Πειραιά. Μέχρι το 2018 η προστιθέμενη αξία θα αυξηθεί κατά 1,1 δισ. ευρώ για τις επιχειρήσεις που είναι άμεσα συνδεδεμένες με τη ναυτιλία και κατά 2,1 δισ. για το ευρύτερο δίκτυο επιχειρήσεων -κυρίως αποθήκευσης (logistics) και βιομηχανικών- που συγκεντρώνονται στην περιοχή λόγω της αυξημένης δραστηριότητας. Παράλληλα, αναμένεται έμμεση επίδραση της τάξης των 1,9 δισ. ευρώ λόγω αυξημένης παραγωγής των κλάδων εκτός του συγκεκριμένου δικτύου – κυρίως προμηθευτών».
Ο υπουργός Ναυτιλίας και Αιγαίου είπε ότι «συνυπολογίζοντας τις άνω επιδράσεις από την επέκταση του δικτύου επιχειρήσεων γύρω από τον Πειραιά, η συνολική αύξηση στην προστιθέμενη αξία αγγίζει τα 5,1 δισ. ευρώ μέχρι το 2018 ή 2,5% του ΑΕΠ δημιουργώντας περίπου 125.000 νέες θέσεις εργασίας. Στο λιμάνι του Πειραιά τον τελευταίο χρόνο έχουν συναφθεί διεθνείς συνεργασίες με παγκόσμιους κολοσσούς όπως η HP, η SONY, η ZTE και η Huawei, που μετατρέπουν το λιμάνι του Πειραιά σε διεθνές διαμετακομιστικό κέντρο και βασική πύλη εισόδου για διεθνή προϊόντα στην Ευρώπη. Παράλληλα, υπάρχει διασύνδεση του Λιμανιού του Πειραιά με τον σιδηρόδρομο της ΤΡΑΙΝΟΣΕ. Σε αυτό το πλαίσιο εγκαινιάστηκε το τραίνο της ΤΡΑΙΝΟΣΕ που θα μεταφέρει προϊόντα στην υπόλοιπη Ευρώπη, μία εξέλιξη που ενισχύει ακόμη περισσότερο τις δυνατότητες ανάπτυξης του λιμανιού του Πειραιά και του ρόλου τους ως διαμετακομιστικό κέντρο».
Ο κ. Βαρβιτσιώτης στάθηκε «στη δυναμική της ελληνικής ναυτιλίας και στην θετική πορεία των μεγεθών μέσα στη φετινή χρονιά, όπως επιβεβαιώθηκαν άλλωστε και από την τελευταία έκθεση του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου», υπογραμμίζοντας ότι «από την αρχή της κρίσης ο ελληνικός στόλος διατήρησε την ανταγωνιστικότητα του, κυριαρχώντας τόσο σε ευρωπαϊκό πεδίο όσο και σε παγκόσμιο. Καταλαβαίνεται τι σημασία έχει αυτό για τη χώρα μας, όταν το 90% του διεθνούς εμπορίου εξυπηρετείται από τις θαλάσσιες μεταφορές και η ελληνική ναυτιλία είναι κυρίαρχη σε αυτό τον τομέα».
Ακολούθως, ανέφερε ότι «η ναυτιλία δεν φοβήθηκε την κρίση επενδύοντας σε νέα πλοία στην καινοτομία και την ανταγωνιστικότητα διατηρώντας τα πλεονεκτήματα τους» σημείωσε ο κ. Βαρβιτσιώτης και συμπλήρωσε ότι «χωρίς καμία αμφιβολία, η ναυτιλία έχει αναγνωριστεί ως ένα μη-διαπραγματεύσιμο, ιστορικό, εθνικό, οικονομικό και στρατηγικό πλεονέκτημα, το οποίο πρέπει να παραμείνει ανταγωνιστικό».
Αναφορά έκανε και στη σημασία του φορολογικού πλαισίου για τη ναυτιλία, ώστε, όπως είπε, «να διαφυλαχθεί η βιώσιμη ανάπτυξη της, που συνεπάγεται θετικά οφέλη για την Εθνική Οικονομία, που αποτέλεσε άλλωστε σταθερή πολιτική του προτεραιότητα κατά την Ελληνική Προεδρία στην ΕΕ, το προηγούμενο εξάμηνο. Η Ευρώπη οφείλει να υπερασπιστεί την ανταγωνιστικότητα της ναυτιλίας της και να διατηρήσει εδώ εταιρείες και κεφάλαια προς όφελος των πολιτών της. Με την Διακήρυξη των Αθηνών που υιοθετήθηκε χαράξαμε αυτή την προτεραιότητα για τα επόμενα χρόνια», σημείωσε σχετικά.
Ο κ. Βαρβιτσιώτης τόνισε ότι «η Ελλάδα αλλάζει στο πλαίσιο μιας συνολικής στρατηγικής για την οικονομική ανάπτυξη και τη δημιουργία νέων κερδοφόρων επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένου του τομέα των λιμανιών». Ταυτόχρονα, υπογράμμισε ότι «η συνεχιζόμενη διεθνής ανταγωνιστική διαδικασία υποβολής προσφορών για την απόκτηση των μετοχών του κεφαλαίου των μεγάλων ελληνικών λιμανιών του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης, θα ενισχύσει τη θέση και το ρόλο των ελληνικών λιμανιών και τις δυνατότητες ανάπτυξής τους ως κόμβοι και διαμετακομιστικά κέντρα για την Ανατολική Μεσόγειο, τα Βαλκάνια και την Κεντρική Ευρώπη».
Σε άλλο σημείο της ομιλίας του, ο Υπουργός Ναυτιλίας και Αιγαίου έδωσε έμφαση στην ανάπτυξη του κλάδου του θαλάσσιου τουρισμού και συγκεκριμένα στο γιώτινγκ και την κρουαζιέρα. «Ο θαλάσσιος τουρισμός μπορεί να αποτελέσει την πηγή ανάπτυξης για τη χώρα, εύκολα, γρήγορα, χωρίς μεγάλες επενδύσεις, χωρίς να χρειάζεται όλη αυτή η γραφειοκρατική διαδικασία για την κατασκευή ενός ξενοδοχείου, τις πολεοδομικές ρυθμίσεις, τις παρεκκλίσεις και όλα τα σχετικά. Το μεγάλο στοίχημα για τη χώρα είναι η επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου για τις επισκέψεις κρουαζιερόπλοιων αλλά και η ανάδειξη νέων προορισμών για την κρουαζιέρα, ο εμπλουτισμός δηλαδή του τουριστικού προϊόντος. ‘Αλλωστε, υπάρχουν ακόμη πολλοί αναξιοποίητοι θησαυροί της χώρας», τόνισε, προσθέτοντας ότι «ακόμη και σήμερα, αν έρθετε στο λιμάνι του Πειραιά θα δείτε ότι φιλοξενούμε τουλάχιστον τρία μεγάλα κρουαζιερόπλοια». Επίσης, είπε ότι «η προσπάθεια για την επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου πρέπει να προχωρήσει, μία εξέλιξη που θα αποφέρει ανεκτίμητα οφέλη για την εθνική οικονομία. Σε αυτή την κατεύθυνση, κατασκευάζονται λιμάνια – προορισμοί για την κρουαζιέρα σε νέους τόπους, ώστε να προσφερθούν πολλαπλές δυνατότητες που θα προκαλέσουν το ενδιαφέρον της κρουαζιέρας, αλλά και επιμήκυνση του χρόνου της τουριστικής περιόδου».
Αναφορά έκανε και «στη βιομηχανία του γιώτινγκ που έχει ακόμη πολλές δυνατότητες ανάπτυξης, αφού βρίσκεται πολύ χαμηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Για το γιώτινγκ ολοκληρώσαμε ένα νόμο μετά από χρόνια παλινωδιών γύρω από αυτό θέμα και ήδη βλέπουμε τα αποτελέσματα τους, καθώς φέτος είχαμε σημαντική αύξηση στις επισκέψεις στις ελληνικές θάλασσες mega yachts και ευρύτερα σκαφών αναψυχής».