«Τι είναι το πρόγραμμα “Ελλάδα 2.0”;», διερωτήθηκε εισαγωγικά ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ ‘Ακης Σκέρτσος κατά την παρουσίαση του «Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας», για να απαντήσει ο ίδιος, «είναι ένα συνεκτικό σχέδιο επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων που έχει σαν στόχο να κάνει update στο λειτουργικό της χώρας, στο software και το hardware της Ελλάδας. Για να μιλήσουμε στη γλώσσα των νέων, καθώς αυτό είναι ένα σχέδιο που αφορά πρωτίστως το μέλλον και άρα τους ίδιους, είναι κάτι σαν τις ανανεώσεις που έρχονται κάθε τόσο στις εφαρμογές του κινητού μας για να βελτιώσουν τις αρχικές εργοστασιακές του ρυθμίσεις», ήταν το χαρακτηριστικό παράδειγμα που έφερε.
Ο στόχος είναι, σημείωσε με έμφαση, όπως μεταδίδει το ΑΜΠΕ, «να δημιουργήσουμε τη νέα καλύτερη εκδοχή της χώρας μας, τη version 2 της Ελλάδας. Και το timing είναι ιδανικό, ακριβώς πάνω στη συμπλήρωση 200 χρόνων από τον αγώνα της ανεξαρτησίας».
Στο δεύτερο ερώτημα, ποια είναι η θεμελιώδης διαφορά αυτού του εξαετούς αναπτυξιακού σχεδίου από αντίστοιχα προγράμματα του παρελθόντος, ο Α. Σκέρτσος εξήγησε ότι «η βασική διαφορά είναι ότι έως σήμερα πρώτα εξασφαλίζαμε τα ευρωπαϊκά χρήματα και μετά σκεφτόμασταν τι θα τα κάνουμε. Ο στόχος, σχεδόν αυτοσκοπός, ήταν η απορρόφηση για την απορρόφηση. Όχι το μόνιμο αναπτυξιακό αποτέλεσμα. Αυτός ο τρόπος μας προίκισε σίγουρα με καλύτερες υποδομές έως σήμερα, απέτυχε όμως να δώσει απαντήσεις σε μόνιμα διαρθρωτικά προβλήματα της χώρας μας».
Στον αντίποδα, «η αρχιτεκτονική του Ταμείου Ανάκαμψης είναι η ακριβώς ανάποδη. Πρώτα δηλαδή έπρεπε να παρουσιάσουμε στους εταίρους μας ένα δικό μας, “ελληνικής ιδιοκτησίας”, συνεκτικό αναπτυξιακό σχέδιο, επαρκώς αιτιολογημένο και κοστολογημένο, και μετά να διεκδικήσουμε τους πόρους για να το χρηματοδοτήσουμε.
Ένα σχέδιο που να αναλύει
1) το γιατί είναι αναγκαία κάθε επένδυση που προτείνεται,
2) ποια είναι τα διαρθρωτικά προβλήματα της οικονομίας και του κράτους που έρχεται να θεραπεύσει
3) πώς θα έχει πολλαπλασιαστικό αναπτυξιακό αποτέλεσμα, δηλαδή με ποιες μεταρρυθμίσεις θα γίνει πιο αποδοτική κάθε επένδυση και
4) βεβαίως πότε θα υλοποιηθεί και πόσο θα κοστίσει», ήταν τα τέσσερα καίρια ζητήματα που έθεσε στην παρέμβασή του ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ.
«Ένα κανονικό business plan δηλαδή με δημόσιες επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις που στόχο έχουν να ενθαρρύνουν αντίστοιχες ή και περισσότερες ιδιωτικές επενδύσεις που θα δημιουργήσουν με τη σειρά τους περισσότερες και καλά αμειβόμενες νέες θέσεις εργασίας.
Κατά την κατάρτιση του σχεδίου, μας απασχόλησαν τα διαρθρωτικά προβλήματα της οικονομίας και του κράτους», εξήγησε επίσης και πρόσθεσε:
«Γιατί για παράδειγμα η Ελλάδα διαχρονικά καταναλώνει περισσότερα από όσα παράγει;
Και πώς αυτό μπορεί να αλλάξει;
Γιατί έχουμε συστηματικά χαμηλότερους δείκτες ιδιωτικών επενδύσεων στην οικονομία από την υπόλοιπη Ευρώπη;
Τι πρέπει να αλλάξει στο επιχειρηματικό και ρυθμιστικό μας περιβάλλον για να προσελκύσουμε περισσότερες και καλύτερες εγχώριες και ξένες ιδιωτικές επενδύσεις;
Γιατί υπολειπόμαστε κατά 10 μονάδες στις εξαγωγές από την υπόλοιπη Ευρώπη;
Γιατί οι επιχειρήσεις μας είναι λιγότερο παραγωγικές για παράδειγμα από τις γερμανικές επιχειρήσεις και πως μπορούμε να βελτιώσουμε την παραγωγικότητά τους;
Γιατί οι γυναίκες συμμετέχουν λιγότερο από τους άνδρες στην αγορά εργασίας;
Πώς μπορούμε να εξισορροπήσουμε την οικογενειακή με την επαγγελματική ζωή και να εξαλείψουμε τις ανισότητες στις επιχειρήσεις για να δώσουμε περισσότερες ευκαιρίες στις γυναίκες στον επαγγελματικό στίβο;
Γιατί έχουμε τόσο υψηλό ποσοστό αδήλωτης ή ημι-δηλωμένης εργασίας;
Πώς θα δώσουμε κίνητρα για να φέρουμε στην επιφάνεια ένα σημαντικό μέρος της παραοικονομίας, να “ασπρίσουμε” δηλαδή την οικονομία της Ελλάδας και να βελτιώσουμε τα δημόσια έσοδα;
Πώς εξηγείται το παράδοξο του χάσματος δεξιοτήτων, δηλαδή να έχουμε τόσο υψηλό ποσοστό αποφοίτων από ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα αλλά παρόλ’ αυτά οι επιχειρήσεις να δυσκολεύονται να βρουν εργαζόμενους με τις δεξιότητες που ψάχνουν;
Πώς θα γίνει δηλαδή καλύτερη σύζευξη της αγοράς εργασίας με την κατάρτιση;».
Όμως, συνέχισε ο Α. Σκέρτσος, το σχέδιο Ελλάδα 2.0 με τις 58 μεταρρυθμίσεις που περιλαμβάνει δίνει απαντήσεις σε αυτά και πολλά ακόμη αντίστοιχα ερωτήματα, με 4 προτεραιότητες:
-την πράσινη ανάπτυξη
-την ενίσχυση της απασχόλησης και της κοινωνικής συνοχής
-τη στήριξη της επιχειρηματικότητας, την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων και την προώθηση της καινοτομίας
-τον ψηφιακό μετασχηματισμό και την τεχνολογική αναβάθμιση δημόσιου και ιδιωτικού τομέα
Είναι, με δυο λόγια, ένα σχέδιο που έχει ως στόχο «να κάνει την Ελλάδα πιο δίκαιη, πιο πράσινη, πιο ψηφιακή, πιο εξωστρεφή και πιο παραγωγική».
Περιλαμβάνει επιπλέον προγράμματα για όλους και για ομάδες του πληθυσμού που «δεν θα περίμενε κανείς να βρει σε ένα τέτοιο σχέδιο. Στο επίκεντρο των δράσεων του βρίσκονται οι νέοι, οι γυναίκες, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού όπως τα άτομα με ειδικές ανάγκες, οι αγρότες, οι κάτοικοι απομακρυσμένων περιοχών στην περιφέρεια και τα νησιά μας, οι άνθρωποι του πολιτισμού», παρατήρησε επίσης.
Και, κλείνοντας, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ επεσήμανε ότι, «για εμάς, η πραγματική πρόκληση σήμερα δεν είναι η απορρόφηση που θα προσφέρει πρόσκαιρη ανάπτυξη. Η πραγματική πρόκληση είναι να απορροφήσουμε και να διοχετεύσουμε κοινοτικά κεφάλαια στις σωστές δομές και δραστηριότητες, στο σωστό βαθμό, για το σωστό λόγο, τη σωστή στιγμή και με το σωστό τρόπο. Γι’ αυτό θα υπάρχει πλήρης διαφάνεια για την εκτέλεση του σχεδίου και συνεχής δημόσια λογοδοσία για την πορεία εξέλιξης κάθε επένδυσης και κάθε μεταρρύθμισης», διαβεβαίωσε εξάλλου.
Συμπερασματικά,« παρουσιάζεται μπροστά μας μια τεράστια ευκαιρία, όχι απλώς να θεραπεύσουμε τις οικονομικές πληγές που προκαλεί η πανδημία, αλλά να καλύψουμε το χαμένο έδαφος δεκαετιών, να διορθώσουμε τις παθογένειες της ελληνικής οικονομίας και της δημόσιας διοίκησης, και εν τέλει να παραδώσουμε μια νέα καλύτερη εκδοχή της χώρας μας στη νέα γενιά. Την “Ελλάδα 2.0″».