Συνάντηση με τον πρόεδρο της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας είχε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θόδωρος Σκυλακάκης, ο οποίος διαβεβαίωσε την αντιπροσωπεία της Συνομοσπονδίας πως θα προσδιοριστούν με μεγαλύτερη ακρίβεια και θα επιταχυνθούν τα μέτρα ενίσχυσης των επιχειρήσεων.
Σε σημερινή ανακοίνωση της ΕΣΕΕ αναφέρεται ότι ο πρόεδρος της συνομοσπονδίας Γιώργος Καρανίκας έθεσε χθες σε συνάντηση που είχε με τον κ. Σκυλακάκη την άμεση ανάγκη για τον εξορθολογισμό των μέτρων ενίσχυσης της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας υπό το φως των έντονα αρνητικών επιπτώσεων που έχει προκαλέσει η πανδημία στην αγορά.
Ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ, όπως μεταδίδει το ΑΜΠΕ, «ανέδειξε την αναγκαιότητα για αντικατάσταση της πρακτικής των ενισχύσεων της επιχειρηματικότητας, όπως ισχύουν σήμερα βάσει κλάδου και ΚΑΔ, και την προσαρμογή τους στις πραγματικές ταμειακές ανάγκες, απαιτήσεις και δυνατότητες των επιχειρήσεων, έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί από το σοκ του lockdown και τους αναιμικούς τζίρους μετά την επαναλειτουργία τους».
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ είχε την ευκαιρία να συζητήσει με τον υπουργό τα εξής θέματα:
• Την διαδικασία ενίσχυσης των επιχειρήσεων που είναι συνδεδεμένες με τον τουρισμό. Η ΕΣΕΕ πρότεινε, όλα τα μέτρα που ισχύουν για την υποβοήθηση του τουρισμού να ισχύσουν και για τις εποχικές επιχειρήσεις του εμπορίου, στη βάση του καθορισμού της εποχικότητάς τους, με τον τρόπο που εφαρμόστηκε για την παράταση των επιταγών και την πρόσφατη επιδότηση των ασφαλιστικών εισφορών, δηλαδή να έχουν πραγματοποιήσει ποσοστό άνω του 50% του τζίρου τους το τρίμηνο Ιουλίου – Αυγούστου – Σεπτεμβρίου.
• Τον προσδιορισμό των «πληττόμενων επιχειρήσεων» που πρέπει να ενισχυθούν λόγω της πανδημίας. Ο έως τώρα καθορισμός μέσω κλάδου ή μέσω ΚΑΔ είναι αλυσιτελής και ελλειμματικός, καθώς είναι διαπιστωμένο ότι, η πανδημία πλήττει σε διαφορετικό βαθμό επιχειρήσεις του ιδίου κλάδου. Συνακόλουθα, ο Πρόεδρος της ΕΣΕΕ πρότεινε ο χαρακτηρισμός μιας επιχείρησης ως «πληττόμενης» να γίνεται με κριτήριο το ποσοστό μείωσης του τζίρου της σε σύγκριση με τον περυσινό για την δεδομένη χρονική περίοδο, κατ΄ αναλογία του μέτρου που εφαρμόζεται για τη μείωση ή κατάργηση της προκαταβολής φόρου στα νομικά πρόσωπα.
Από την πλευρά της ΕΣΕΕ έγινε αναφορά και στην ανάγκη θεσμοθέτησης του ακατάσχετου επιχειρηματικού λογαριασμού και σύνδεσής του με τα ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής για να τροφοδοτεί τις λειτουργικές υποχρεώσεις της επιχείρησης. Επισημάνθηκε ότι η υλοποίηση αυτού του μέτρου, από μόνη της θα αρκούσε για να δώσει ανάσες ζωής σε χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ώστε να ανταπεξέλθουν αποτελεσματικά απέναντι στις προκλήσεις που έχει φέρει η πανδημία.
Ο υπουργός, όπως αναφέρει η ανακοίνωση, τόνισε την αποφασιστικότητα της Κυβέρνησης να σταθεί αρωγός δίπλα στην μικρομεσαία επιχειρηματικότητα. Αντιλαμβάνεται, πρόσθεσε, τις μειωμένες οικονομικές δυνατότητες των επιχειρήσεων και για το λόγο αυτό, θα προσδιοριστούν με μεγαλύτερη ακρίβεια και θα επιταχυνθούν τα μέτρα ενίσχυσης. Υπογράμμισε πως θα συνεχιστούν οι προσπάθειες της Κυβέρνησης για περαιτέρω μειώσεις των φόρων μαζί με τον περιορισμό της φοροδιαφυγής, σημειώνοντας παράλληλα ότι το πλαίσιο της επόμενης ημέρας θα αποσαφηνιστεί μέσα από τις προσεχείς εξαγγελίες του Πρωθυπουργού.
Ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Γ. Καρανίκας δήλωσε σχετικά:
«Αναμένουμε από την Πολιτεία να επιδείξει ευελιξία, υπομονή και αποφασιστικότητα για την αντιμετώπιση των αναγκών της πληγείσας επιχειρηματικότητας. Μου δόθηκε η ευκαιρία να εξηγήσω στον Αναπληρωτή Υπ. Οικονομικών κ. Σκυλακάκη πως η αγορά έχει επείγουσα ανάγκη μία δικαιότερη μέθοδο στήριξης, καθώς με κριτήριο τον κλάδο ή τον ΚΑΔ μένουν εκτός του πλέγματος των κυβερνητικών μέτρων χιλιάδες επιχειρήσεις που πλήττονται πραγματικά. Μόνο στη βάση της μείωσης τζίρου, όπως εφαρμόστηκε για τη μείωση ή κατάργηση της προκαταβολής φόρου, θα πρέπει να εντοπίζεται και να χαρακτηρίζεται ως «πληττόμενη» μία επιχείρηση. Η Κυβέρνηση δείχνει πως διαθέτει την πολιτική βούληση να διορθώνει λάθη και παραλείψεις. Σε συνεργασία με τους εκπροσώπους του εμπορικού κόσμου, μπορούν να περιοριστούν αποτελεσματικότερα οι επιπτώσεις της πανδημίας στην πραγματική οικονομία».