Με επιστολή αναφορά – καταγγελία που απέστειλε στον πρόεδρο της Βουλής Κωνσταντίνο Τασούλα ο γραμματέας της ΚΟ του Κινήματος Αλλαγής Βασίλης Κεγκέρογλου ζητά να κινηθούν οι διαδικασίες ελέγχου του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Κωνσταντίνου Μάρκου για αντικοινοβουλευτική συμπεριφορά σχετικά με το επεισόδιο που σημειώθηκε χθες στην Ολομέλεια και ήταν η αιτία να αποβληθεί από το Προεδρείο την συνεδρίαση.
Ο γραμματέας του ΚΙΝΑΛ Βασίλης Κεγκέρογλου, στην επιστολή του επικαλούμενος τα Πρακτικά της χθεσινής συνεδρίασης υποστηρίζει πως ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Κ. Μάρκου «επιτέθηκε με σκαιό και χυδαίο τρόπο εναντίον του βουλευτή του ΚΙΝΑΛ Οδυσσέα Κωνσταντινόπουλου, καθώς και του συνόλου της Κοινοβουλευτικής μας Ομάδας, απευθύνοντας δημόσια ύβρεις και άσεμνη χειρονομία» καθώς «καθύβρισε λόγω και έργω τόσο τον κ. Ο. Κωνσταντινόπουλο όσο και το σύνολο της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του Κινήματος Αλλαγής χρησιμοποιώντας ανοίκειες, ανάρμοστες, καταδικαστέες ομοφοβικές εκφράσεις και χειρονομίες, που απάδουν όχι μόνο του κοινοβουλευτικού αξιώματος, αλλά και της ιατρικής και ακαδημαϊκής ιδιότητας του αναφερομένου».
Και καταλογίζει στον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ ότι η συμπεριφορά που αντιβαίνει «το άρθρο 80 ΚτΒ και των συναφών διατάξεων του Κώδικα Δεοντολογίας της παραγράφου 4 του άρθρου 77.
Ο γραμματέας της ΚΟ του ΚΙΝΑΛ Βασίλης Κεγκέρογλου επίσης στην επιστολή του θέτει και το θέμα ότι ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Κ. Μάρκου, παρά της εκλογής του «παραμένει ως σήμερα Πρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας (ΚΕΣΥ) του Υπουργείου Υγείας -θέση στην οποία για πρώτη φορά στα χρονικά υπηρετεί εν ενεργεία βουλευτής» σημειώνοντας ότι « το γεγονός αυτό έχει προκαλέσει εύλογο προβληματισμό για τη συμβατότητα των πολλαπλών καθηκόντων του κ. Κ. Μάρκου, όπως αναφέρεται στη σχετική από Ιανουαρίου 2020 επιστολή του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου προς τον υπουργό Υγείας αλλά και σε συναφή αρνητικά δημοσιεύματα (βλ. από 31.05.2020 φύλλο «Εφημερίδας των Συντακτών»)» και γι αυτό ζητά να ελεγχθεί επιπροσθέτως εάν υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων, σύμφωνα με το άρθρο 3 του Κώδικα Δεοντολογίας.