Οι ανασχηματισμοί και οι πρόωρες εκλογές, ως γνωστόν, δεν προαναγγέλλονται. Συζητούνται όμως και όχι μόνον διότι αποτελούν “ζουμερό” δημοσιογραφικό θέμα. Άλλωστε τα σχετικά σενάρια κυκλοφορούν και μεταξύ γαλάζιων στελεχών.
Γράφει η Βίκυ Σαμαρά
Όσο πλησιάζει η «επέτειος» του ενός έτους από την εκλογική νίκη της Νέας Δημοκρατίας στις 7 Ιουλίου, η συγκυρία φαντάζει ιδανική για τον πρώτο ανασχηματισμό της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Έχει περάσει εύλογο χρονικό διάστημα (με μεμονωμένες αλλαγές στο ενδιάμεσο, όπως η επανασύσταση του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής). Μετά την 1η Ιουνίου και την επόμενη μεγάλη φάση της μετάβασης στη νέα κανονικότητα του κορονοϊού, δίδεται μία θαυμάσια αφορμή στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη να προχωρήσει σε αλλαγές σε πρόσωπα, αλλά και σε δομές. Και μία νέα κυβέρνηση θα έχει το καλοκαίρι για να ετοιμαστεί για ενδεχόμενο νέο κύμα κορονοϊού μετά το φθινόπωρο, αλλά και για την επανεκκίνηση της οικονομίας.
Ως εκ τούτου στο γαλάζιο στρατόπεδο πολλοί στοιχηματίζουν ότι ανασχηματισμός μπορεί να γίνει και το πρώτο δεκαήμερο του Ιουνίου και πάντως πριν κλείσει χρόνος από την εκλογική νίκη Μητσοτάκη. Η αξιολόγηση των υπουργών ήταν σε φάση ολοκλήρωσης όταν ξέσπασε η πανδημία του κορονοϊού, όπως όμως έχει διαμηνύσει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος άπαντες αξιολογούνται καθημερινά και με βάση τα νέα δεδομένα- αν και φυσικά ο προγραμματισμός που είχε γίνει εκ των πραγμάτων δεν ισχύει.
Ποια πρόσωπα θα αλλάξουν και κυρίως ποια θα προστεθούν στο κυβερνητικό σχήμα πάντως είναι ένα ερώτημα που εξαρτάται και από το ποια από τα δύο μοντέλα ανασχηματισμού που έχουν πέσει στο τραπέζι θα επιλέξει ο πρωθυπουργός:
Ανασχηματισμό ισορροπιών, γεωγραφικών και εσωκομματικών, με αξιοποίηση περισσότερων βουλευτών όλων των τάσεων και περιφερειών, λιγότερους εξωκοινοβουλευτικούς αλλά και ανοίγματα προς την κεντροαριστερά;
Ή έναν ανασχηματισμό πάνω στο μοντέλο «Τσιόδρα- Χαρδαλιά» με έντονη την προσωπική σφραγίδα Μητσοτάκη, με περισσότερους τεχνοκράτες και στελέχη πολιτικά μεν, αλλά «φρέσκα» και χωρίς κυβερνητικό παρελθόν; Το σενάριο αυτό κατά ορισμένους θα μπορούσε να σημάνει την αναβάθμιση και περαιτέρω αξιοποίηση των συγκεκριμένων δύο βασικών πρωταγωνιστών του χειρισμού της πανδημίας, κατά άλλους σημαίνει και την αναζήτηση νέων προσώπων, την επιλογή των οποίων θα χρεωθεί προσωπικά ο πρωθυπουργός.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, ήδη πριν την πανδημία συζητείτο το σενάριο ενός ανασχηματισμού που θα είναι και δομικός με το «σπάσιμο» μεγάλων παραγωγικών υπουργείων. Εσχάτως κυκλοφορεί σε γαλάζια πηγαδάκια και το σενάριο να κοπεί το Προστασίας του Πολίτη στα δύο με το Νίκο Χαρδαλιά να αναβαθμίζεται σε υπουργό. Επίσης και στα δύο σενάρια θεωρείται βέβαιο ότι οι αλλαγές θα είναι πιο εκτεταμένες σε επίπεδο υφυπουργών. Ταυτόχρονα αναζητούνται γυναίκες, καθώς ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε αναγνωρίσει την ισχνή παρουσία τους στην κυβέρνηση.
Ο «πειρασμός» των εκλογών και οι οικονομικές συνέπειες
Το μοντέλο ανασχηματισμού που θα επιλέξει ο πρωθυπουργός θα θεωρηθεί και σήμα όσον αφορά στην πρόθεση του για εκλογές. Το πρώτο και πιο «παραδοσιακό» μοντέλο θα ερμηνευθεί προάγγελος κάλπης, εν όψει της οποίας θα επιχειρηθεί να κινητοποιηθούν όσο περισσότερες δυνάμεις εντός της παράταξης και στις παρυφές της. Το δεύτερο μοντέλο παραπέμπει στη γενναία απόφαση να μην εκμεταλλευθεί ο πρωθυπουργός κάποιο εκλογικό παράθυρο, αλλά να φτιάξει ένα «δικό του» καθαρά σχήμα, το οποίο θα εφαρμόσει γρήγορα και αποφασιστικά τολμηρές πολιτικές με στόχο την επανεκκίνηση της οικονομίας.
Τα εκλογικά σενάρια ως γνωστόν είχαν ξεκινήσει και πριν την πανδημία, για την ακρίβεια ούτε δύο μήνες μετά την εκλογική νίκη, καθώς η κυβέρνηση Μητσοτάκη παρά την άνετη αυτοδυναμία έχει μπροστά της το σκόπελο της απλής αναλογικής, ο οποίος δεν ξεπεράστηκε δια της αναθεώρησης του Συντάγματος ώστε να αλλάξει η αναγκαία πλειοψηφία για εφαρμογή νέου εκλογικού συστήματος από τις επόμενες εκλογές. Και είναι γεγονός ότι η επιτυχής κατά γενική ομολογία αντιμετώπιση της πρώτης φάσης του κορονοϊού και η σταθερή δημοσκοπική πρωτιά, γεννούν τον «πειρασμό» πρόωρων και διπλών εκλογών, τις οποίες κάποιοι βλέπουν το καλοκαίρι, «καπάκι» μετά τον ανασχηματισμό, Ιούλιο και Αύγουστο, ενώ κάποιοι άλλοι τοποθετούν τέλη καλοκαιριού- αρχές φθινοπώρου.
Είναι γεγονός επίσης ότι αυτές δεν είναι απλώς εκτιμήσεις, αλλά και εισηγήσεις ακόμη και γαλάζιων βουλευτών. Με βασικό επιχείρημα πλέον ότι η ΝΔ δεν μπορεί να εφαρμόσει την ατζέντα με την οποία εξελέγη ιδίως στην οικονομία, αλλά και με τον κρυφό φόβο ότι θα χρειαστεί να ληφθούν δύσκολες αποφάσεις για να αντιμετωπιστούν οι οικονομικές συνέπειες του κορονοϊού.
Έμπειρα στελέχη της κεντροδεξιάς πάντως εκτιμούν ότι το ρίσκο είναι πολύ μεγάλο και ότι ο πρωθυπουργός ήδη κλίνει στο να αποφύγει τον πειρασμό της κάλπης. Και αυτό διότι πρώτον θα ήταν δύσκολο να εξηγηθεί πειστικά στους ψηφοφόρους το γιατί: Γιατί πρόωρες εκλογές ενώ η κυβέρνηση έχει σταθερή πλειοψηφία; Γιατί πρόωρες εκλογές προτού περάσει οριστικά ο υγειονομικός κίνδυνος, δηλαδή προτού βρεθεί το εμβόλιο; Γιατί πρόωρες εκλογές και δη διπλές, που θα κάνουν διπλή ζημιά στην οικονομία, προσθέτοντας αρκετές μονάδες στην ύφεση που ούτως ή άλλως προβλέπεται λόγω κορονοϊού και η οποία υπάρχουν εκτιμήσεις ότι μπορεί να είναι και διψήφια;
Ειδικά το σενάριο πρόωρων εκλογών το καλοκαίρι θα είχε προφανείς συνέπειες στον τουρισμό, τη διάσωση του οποίου προτάσσει η κυβέρνηση, καθώς άλλωστε αποτελεί το 25% του ΑΕΠ και άρα θα παίξει καθοριστικό ρόλο στο βάθος της κρίσης.
Το πρόβλημα είναι, λένε οι πολέμιοι των πρόωρων εκλογών, πως δεν έχει καμία λογική να προσφύγει ένας πρωθυπουργός με επιχείρημα την οικονομία σε κάλπες που θα επιβαρύνουν και άλλο την οικονομία, αφού εκείνος θα διαχειριστεί τις συνέπειες εφόσον κερδίσει .