Την ώρα που η εξάπλωση του κορονοϊού συνεχίζεται, στην Ευρώπη λαμβάνει χώρα και μία «μάχη» ανάμεσα σε δύο μοντέλα για την αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών: Από τη μία το γερμανικό μοντέλο, που αντιμετώπισε την οικονομική κρίση του 2008- 2010 με μνημόνια. Και από την άλλη το μοντέλο, που προτείνουν σήμερα εννέα ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μεταξύ των οποίων και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, με την έκδοση ενός «ομολόγου- Corona».
Γράφει η Βίκυ Σαμαρά
Υπενθυμίζεται ότι χθες ο κ. Μητσοτάκης, η πρωθυπουργός του Βελγίου Σοφί Βιλμές, ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμμανουέλ Μακρόν, ο πρωθυπουργός της Ιρλανδίας Λέο Βαραντκάρ, ο πρωθυπουργός της Ισπανίας Πέδρο Σάντσεθ, ο πρωθυπουργός της Ιταλίας Τζιουζέπε Κόντε, ο πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου Ξαβιέ Μπέτελ, ο πρωθυπουργός της Πορτογαλίας Αντόνιο Κόστα και ο πρωθυπουργός της Σλοβενίας Γιάνεζ Γιάνσα, με επιστολή τους προς τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ, πρότειναν ένα διαφορετικό μοντέλο αντιμετώπισης των οικονομικών συνεπειών του κορονοϊού.
Οι εννέα ηγέτες από χώρες κυρίως του νότου αλλά όχι μόνον, ζήτησαν την άμεση ενεργοποίηση όλων των υφιστάμενων κοινών δημοσιονομικών μέσων για την υποστήριξη των εθνικών προσπαθειών, αλλά και την διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής αλληλεγγύης -ιδίως εντός της Ευρωζώνης.
Πρότειναν ειδικότερα ένα κοινό χρεωστικό μέσο, που θα μπορούσε να ονομαστεί «Ομόλογο-Corona» και το οποίο θα εκδοθεί από ένα θεσμικό όργανο της Ε.Ε, με αποστολή τη συγκέντρωση κεφαλαίων -στην ίδια βάση και προς όφελος όλων των εταίρων. Με αυτό τον τρόπο, τονίζουν οι εννέα, θα εξασφαλισθεί η σταθερή και μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση των πολιτικών που απαιτούνται για την αντιμετώπιση των ζημιών από αυτή την πανδημία.
«Η ανάγκη ενός τέτοιου κοινού χρηματοδοτικού μέσου είναι φανερή, αφού όλοι αντιμετωπίζουμε ένα συμμετρικό εξωτερικό σοκ, για το οποίο καμία χώρα δεν φέρει ευθύνη, αλλά όλες υφίστανται τις αρνητικές του συνέπειές. Είμαστε, συνεπώς, συλλογικά υπεύθυνοι για μια αποτελεσματική και ενιαία ευρωπαϊκή απάντηση. Αυτό το κοινό οικονομικό εργαλείο μας θα πρέπει να έχει επαρκές μέγεθος και εκτεταμένη διάρκεια, ώστε να είναι απόλυτα αποδοτικό και να αποτρέπει κινδύνους υποτροπής. Τώρα και στο μέλλον» αναφέρουν οι εννέα ηγέτες στην κοινή επιστολή τους.
Στόχος είναι να συγκεντρωθούν κεφάλαια για να χρηματοδοτήσουν τις απαραίτητες επενδύσεις στο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης όλων των χωρών-μελών, αλλά και σειρά βραχυπρόθεσμων πολιτικών για την προστασία των εθνικών οικονομιών και του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου.
Οι εννέα ηγέτες προτείνουν επίσης τη χρήση και άλλων εργαλείων όπως ειδική χρηματοδότηση από τον προϋπολογισμό της Ε.Ε για τις δαπάνες που προκαλεί η επιδημία τουλάχιστον για τα οικονομικά έτη 2020 και 2021, πέραν των όσων ήδη ανακοινώθηκαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
«Με πρωτοβουλίες όπως οι παραπάνω, θα δώσουμε ένα σαφές το μήνυμα ότι αντιμετωπίζουμε όλοι μαζί την υγειονομική κρίση, ενδυναμώνοντας την Οικονομική και Νομισματική Ένωση. Και, το σημαντικότερο: Θα εκπέμψουμε ένα ισχυρό σήμα προς τους πολίτες μας ότι συνεργαζόμαστε αποτελεσματικά. Και πως επιδίωξη της Ε.Ε είναι να δοθεί μια ενιαία και πειστική απάντηση στο πρόβλημα των καιρών μας» καταλήγει η επιστολή.
Η λογική λοιπόν της πρότασης αυτής όχι μόνο δεν είναι περιοριστική, αλλά αποσκοπεί στη δημιουργία οικονομικών εργαλείων από τα οποία θα επωφεληθούν όλες οι χώρες της Ευρωζώνης, καθώς και σε μία νέα πολιτική αντίληψη για το σύστημα υγείας και την κοινωνική πολιτική, διαφορετική από αυτή της τελευταίας δεκαετίας.
Το παρασκήνιο της επιστολής
Η επιστολή εστάλη στον απόηχο του Eurogroup της Τρίτης όπου η Γερμανία κυρίως και επίσης η Ολλανδία αντιτάχθηκαν στην έκδοση ευρωομολόγου και στη βοήθεια προς όλες τις χώρες της ΕΕ.
Οι διεργασίες όμως για τη σύνταξη της είχαν ξεκινήσει ημέρες νωρίτερα με πρωτοβουλία σύμφωνα με πληροφορίες του Μακρόν. Ο κ.Μητσοτάκης ήταν ο πρώτος ηγέτης που συνυπέγραψε και υποστήριξε ενθέρμως την προσπάθεια δημιουργίας αυτού του μετώπου. Ο λόγος δε για τον οποιο καθυστέρησε η επιστολή, η οποια αρχικώς επρόκειτο να δοθεί στη δημοσιότητα τη Δευτέρα, είναι σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες ότι αρχικά επρόκειτο να τη συνυπογράψουν μόνο τέσσερις χώρες (Γαλλία, Ελλάδα, Ιταλία και Ισπανία) όμως εν συνεχεία οι ζυμώσεις προχώρησαν και εκδηλώθηκε ενδιαφέρον και από τις ηγεσίες άλλων κρατών- μελών.
Σε κάθε περίπτωση είναι σαφές ότι βρισκόμαστε ακόμη στην αρχή μίας διαδικασίας διαπραγμάτευσης στην Ευρώπη για τον τρόπο και τα εργαλεία αντιμετώπισης των οικονομικών συνεπειών του κορονοϊού, η οποία όμως αγγίζει και υπαρξιακά ερωτήματα για τον πυρήνα της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής. Το αποτέλεσμα του Eurogroup υπό το πρίσμα αυτό δεν έχει τόσο μεγάλη αξία, καθώς ουδείς γνωρίζει ακόμη πόσο θα διαρκέσει η κρίση, ποιες χώρες και πόσο θα επηρεαστούν και ποιες θα είναι οι νέες ισορροπίες στο τέλος.
Ούτε συζήτηση για κορονομνημόνιο
Πρόκειται συνεπώς για ένα ακόμη μεγάλο τεστ για την ΕΕ και την Ευρωζώνη, με τις αναμενόμενες διαφωνίες που θα καταλήξουν σε ένα ακόμη αναμενόμενο συμβιβασμό.
Στο μεταξύ πάντως από την Αθήνα ξεκαθαρίζουν πως δεν υπάρχει ούτε κατά διάνοια ενδεχόμενο για… «κορονομνημόνιο», παρά τα σχετικά καταστροφολογικά σενάρια. Η χώρα εξάλλου δεν έχει ανάγκη από ρευστότητα, ούτε δανεισμό και δεν είναι… αποσυνάγωγος όπως το 2010. Η εικόνα στην ελληνική αγορά πριν την επιδημία ήταν πολύ θετική. Και γενικότερα η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική σε σχέση με 10 χρόνια πριν, όπως έχουν αλλάξει και οι συμμαχίες και οι ισορροπίες.
Ο κ.Μητσοτάκης αναμένεται να επαναλάβει τις ελληνικές θέσεις κατά τη σημερινή τηλεδιάσκεψη των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ, στις πέντε το απόγευμα ώρα Ελλάδος, με κύριο θέμα την αντιμετώπιση του κορονοϊού. Και οι διαπραγματεύσεις θα συνεχιστούν παράλληλα με τις προσπάθειες επιστημόνων για την εύρεση εμβολίου και θεραπείας, καθώς και με την τήρηση μέτρων περιορισμού μετακινήσεων.